Μετά την ειδική εισφορά αλληλεγγύης, που μπήκε «στον πάγο» για τον ιδιωτικό τομέα και οδεύει προς κατάργηση παντού από το 2023, μπαίνει «ψαλίδι» (και μάλιστα κατά σχεδόν 40%) σε ένα ακόμα μνημονιακό μέτρο υψηλού συμβολισμού: Στον «κεφαλικό φόρο» που επεβλήθη σε κάθε επαγγελματικό ΑΦΜ το 2011 και ο οποίος ονομάστηκε «τέλος επιτηδεύματος».
Για πρώτη φορά μετά από μια δεκαετία, η κυβέρνηση αποφασίζει να μειώσει ή να διαγράψει το τέλος επιτηδεύματος, και μάλιστα για τα επόμενα τρία χρόνια. Εξέλιξη που δείχνει ενδεχομένως και προοπτική σταδιακής μείωσης ή κατάργησης της εν λόγω επιβάρυνσης σε βάθος τριετίας για όλους, παρότι στη φάση αυτή θα αφορά καλλιτέχνες και ανθρώπους του Πολιτισμού που επλήγησαν όσο ελάχιστοι στην πανδημία.
Συγκεκριμένα, με τροπολογία που κατέθεσε προς ψήφιση το υπουργείο Οικονομικών, προβλέπεται:
· «κούρεμα» (μερική απαλλαγή) στο τέλος επιτηδεύματος, από φέτος και για τα φορολογικά έτη 2022 έως 2024, στο ποσό των 400 ευρώ αντί 650 που ισχύει γενικώς, για όσους έχουν ενεργή δραστηριότητα σε έναν από τους ΚΑΔ καλλιτεχνών - χειροτεχνών, που θα καθοριστούν μετά τη ψήφιση της διάταξης με σχετική κοινή υπουργική απόφαση.
· ολική απαλλαγή (αναστολή) από το τέλος επιτηδεύματος, για τα φορολογικά έτη 2022, 2023 και 2024, σε καλλιτέχνες και χειροτέχνες, οι οποίοι είχαν κλείσει τα βιβλία τους από την έναρξη της οικονομικής κρίσης (1.1.2010) έως σήμερα, εφόσον προβούν εκ νέου σε έναρξη επιτηδεύματος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι τώρα η επιβολή του τέλους ήταν άσχετη από το ύψος των εσόδων ή τη ζημία του επιτηδευματία. Με τη διάταξη όμως αναγνωρίζεται ότι το μέτρο οδηγούσε ως τώρα σε διακοπή επαγγελματικών δραστηριοτήτων, ενώ η μείωσή του αντιμετωπίζεται ως κίνητρο για επανέναρξη και επαναδραστηριοποίηση επαγγελματικών που είχαν μείνει εκτός αγοράς για χρόνια.
Το Τέλος Επιτηδεύματος αρχικά επεβλήθηκε σαν έκτακτο μέτρο (με τον νόμο 3896/2011) και στο όνομα της ανάγκης εκκαθάρισης του Φορολογικού Μητρώου που τότε αριθμούσε εκατοντάδες χιλιάδες ανενεργά ΑΦΜ. Άμεσα οδήγησε σε μαζικές διαγραφές ΑΦΜ, με συνέπεια να μπορεί η φορολογική διοίκηση να εστιάσει ευκολότερα στις «ζωντανές» επιχειρήσεις, αντί να κυνηγάει εικονικά τιμολόγια που εκδίδονταν σωρηδόν στα στοιχεία ανύπαρκτων επιτηδευματιών.
Ωστόσο αντί στη συνέχεια να καταργηθεί, το τέλος επιτηδεύματος παρέμεινε και επαυξήθηκε κατά 30% στα επόμενα χρόνια (από τα 500 στα 650 ευρώ για τους επαγγελματίες) αποδεινύοντας ότι κατέληξε να αποτελεί «χαράτσι» χωρίς άλλη πρακτική αξία.
Ωστόσο ακόμα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην 14η έκθεση αξιολόγησης απεύθύνει συστάσεις στη χώρα μας για να επαναξιολογηθεί το συγκεκριμένο τέλος, επειδή οδηγεί σε βαριές επιβαρύνσεις τις επιχειρήσεις με χαμηλό τζίρο. Οι οριστικές αποφάσεις ενδέχεται να ληφθούν και να ανακοινωθούν το φθινόπωρο, στο πλαίσιο της κατάρτισης του νέου προϋπολογισμού και στις ανακοινώσεις θα κάνει ο πρωθυπουργός από την ΔΕΘ.
Το συνολικό δημοσιονομικό κόστος που θα προκαλούσε η ολική κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος εκτιμάται στα 350 εκατ. ευρώ. Σταδιακά όμως, με οριζόντια μείωση πχ κατά 25% ή 50%, το ετήσιο ποσό θα διαμορφωθεί:
- σε 600 ή 400 ευρώ, αντί 800 ευρώ που ισχύει για νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική δραστηριότητα και έχουν την έδρα τους σε τουριστικούς τόπους και σε πόλεις ή χωριά με πληθυσμό έως 200.000 κατοίκους
- σε 750 ή 500 ευρώ, αντί 1.000 ευρώ που ισχύει για νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική δραστηριότητα και έχουν την έδρα τους σε πόλεις με πληθυσμό πάνω από 200.000 κατοίκους
- σε 487 ή 325 ευρώ, αντί 650 ευρώ που ισχύει για ατομικές εμπορικές επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες.
- σε 450 ή 300 ευρώ, αντί 600 ευρώ που ισχύει για κάθε υποκατάστημα.
- σε 300 ή 200 ευρώ, αντί 400 ευρώ που ισχύει για τις Αστικές μη Κερδοσκοπικές Εταιρείες
- σε 300 ή 200 ευρώ, αντί 400 ευρώ που ισχύει για τους εργαζόμενους με «μπλοκάκι» που το εισόδημά τους προέρχεται από ατομική επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ή ελευθέριο επάγγελμα και έχουν έγγραφη σύμβαση με μέχρι 3 φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ή με περισσότερα από 3 φυσικά ή νομικά πρόσωπα αλλά το 75% των ακαθάριστων εσόδων τους προέρχεται από 1 φυσικό ή νομικό πρόσωπο και η έδρα τους βρίσκεται σε τουριστικό τόπο ή σε πόλεις-χωριά με πληθυσμό έως 200.000 κατοίκους.
- σε 375 ή 250 ευρώ, αντί 500 ευρώ που ισχύει για τις παραπάνω κατηγορίες εφόσον η έδρα τους βρίσκεται σε πόλη με πληθυσμό πάνω από 200.000 κατοίκουςdk