Σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα της KPMG "Unlocking Government's Technology Future", αισιόδοξα παραμένουν τα στελέχη του δημόσιου τομέα για την αξία των επενδύσεών τους στον ψηφιακό μετασχηματισμό, παρά τις προκλήσεις σε θέματα ταλαντούχου δυναμικού, κανονιστικών ρυθμίσεων και εμπιστοσύνης.
Στην έρευνα “Global Tech Report 2024” της KPMG συμμετείχαν 120 επαγγελματίες του δημόσιου τομέα στο πεδίο της τεχνολογίας, οι οποίοι σε ποσοστό 85% δίνουν προτεραιότητα στις αναδυόμενες τεχνολογίες έναντι της διατήρησης των παλαιότερων συστημάτων, ενώ τα δύο τρίτα (66%) θεωρούν ότι υπάρχει έλλειψη του απαραίτητου ταλαντούχου δυναμικού που θα υλοποιήσει τα σχέδια ψηφιακού μετασχηματισμού τους. Το 45% αναφέρει ότι δυσκολεύεται να συμβαδίσει με τον ρυθμό των εξελίξεων έναντι 54% των ερωτηθέντων στον ιδιωτικό τομέα.
Συνολικά, η νέα έρευνα αναδεικνύει την αυξανόμενη πολυπλοκότητα των τεχνολογικών προγραμμάτων του δημόσιου τομέα, ο οποίος συγκριτικά κατατάσσεται οριακά υψηλότερα από τον ιδιωτικό τομέα όσον αφορά την πρόοδο στο XaaS (Anything as a Service), την κυβερνοασφάλεια, το Web3 και τα δεδομένα και τις στρατηγικές ανάλυσης. Ωστόσο, όσον αφορά την τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ) και την αυτοματοποίηση, μόνο το 28% ανέφερε πρόοδο, έναντι 31% στο σύνολο των συμμετεχόντων.
Επιπλέον, ο ρυθμός προόδου στις αναδυόμενες τεχνολογίες δεν είναι ο ίδιος για όλες τις υπηρεσίες του δημόσιου τομέα. Σύμφωνα με τη μελέτη, υπάρχει διαφοροποίηση, καθώς ορισμένοι δημόσιοι φορείς σημειώνουν ταχύτατη πρόοδο, ενώ άλλοι αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην επίτευξη των στόχων τους. Ανώτερα κυβερνητικά στελέχη εκφράζουν ανησυχίες ότι η πρόοδός τους έχει αρχίσει να επιβραδύνεται, ενώ εντοπίζουν κενά σε πιο εξειδικευμένες τεχνολογικές δεξιότητες ή γνώσεις.
Η κούρσα για την υιοθέτηση της ΤΝ
Η επείγουσα ανάγκη υιοθέτησης της TN έχει φέρει την αναδυόμενη τεχνολογία ψηλότερα στην ατζέντα των κυβερνητικών υπηρεσιών, με το 45% των ερωτηθέντων να επιβεβαιώνουν ότι πειραματίζονται με την TN σε ελεγχόμενες ομάδες, ενώ αρκετοί, καθώς αποκτούν περισσότερη εμπειρία, αναμένουν τη γενικευμένη εφαρμογή της προσέγγισής τους. Τα δύο τρίτα των ηγετικών στελεχών τεχνολογίας σε δημόσιες υπηρεσίες αναφέρουν ότι περιμένουν από την κυβέρνησή τους να επενδύσει στην TN και στον αυτοματισμό εντός του επόμενου έτους.
Ωστόσο, η κούρσα για την υιοθέτηση της ΤΝ φέρνει στο φως μια σειρά από δυσκολίες, συμπεριλαμβανομένης της εμπιστοσύνης, της διαφάνειας και των κανονιστικών ρυθμίσεων αυτών των νέων τεχνολογιών, καθώς και της έλλειψης εξειδικευμένων επαγγελματιών που θα αναλάβουν την ανάπτυξη, επέκταση και διαχείριση των λύσεων TN.
Η ενίσχυση της εμπιστοσύνης του κοινού στην ΤΝ είναι απαραίτητη για την επιτυχή υιοθέτησή της και οι κυβερνήσεις θα πρέπει να είναι διαφανείς σχετικά με τον τρόπο χρήσης της, διασφαλίζοντας ότι οι σχετικές αποφάσεις είναι δίκαιες και αμερόληπτες. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει επίσης να λειτουργούν ρυθμιστικά για τις τεχνολογίες αυτές. Σύμφωνα με την έρευνα όμως, τα ηγετικά στελέχη των κυβερνήσεων σε όλο τον κόσμο ήταν μόλις 8% πιο πιθανόν να δηλώσουν ότι θεωρούν τους εαυτούς τους θεματοφύλακες κινδύνου σε θέματα ΤΝ, συγκριτικά με το συνολικό δείγμα.
Σύμφωνα με μια άλλη μελέτη, με τίτλο “Trust in Artificial Intelligence” που πραγματοποιήθηκε από την KPMG Αυστραλίας πέρυσι, μόλις 33% των ερωτηθέντων παγκοσμίως αναφέρουν υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης στην ικανότητα των κυβερνήσεων να αναπτύξουν και να χρησιμοποιήσουν την TN προς το συμφέρον του κοινού, ποσοστό χαμηλότερο και από την εμπιστοσύνη προς τους τεχνολογικούς κολοσσούς για το ίδιο θέμα.
Κλειδί η αναβάθμιση των δεξιοτήτων του υπάρχοντος εργατικού δυναμικού
Σύμφωνα με την έρευνα, τα ηγετικά στελέχη εστιάζουν στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η δημιουργική τεχνητή νοημοσύνη (genAI) θα επηρεάσει την παραγωγικότητα, σε ποιους τομείς θα επιτρέψει στην ανθρώπινη ικανότητα να στραφεί προς εργασίες με περισσότερη προστιθέμενη αξία και πώς μπορεί να επηρεάσει την παροχή υπηρεσιών. Ήδη, περισσότερα από τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν την TN για να καλύψουν κενά δεξιοτήτων (68% στον δημόσιο τομέα έναντι 73% του συνόλου των ερωτηθέντων). Ωστόσο, παραδόξως, η περαιτέρω πρόοδος ενδέχεται να βρει εμπόδιο ακριβώς στην έλλειψη δεξιοτήτων στην ΤΝ.
Παρόλα αυτά, βλέπουμε ενδείξεις μιας μεταστροφής στο θέμα της θωράκισης του ανθρώπινου δυναμικού για το μέλλον. Σύμφωνα με την έρευνα “Forrester Opportunity Snapshot” που δημοσιεύθηκε από την KPMG Ηνωμένου Βασιλείου τον Φεβρουάριο του 2024, σχεδόν τα τρία τέταρτα των κυβερνητικών στελεχών λένε ότι δίνουν προτεραιότητα στην εκπαίδευση των εργαζομένων και των στελεχών στις ψηφιακές δεξιότητες.
Η Brenda Walker, Global Head of Government της KPMG International, αναφέρει «Οι κυβερνήσεις θα πρέπει ενεργά να ενθαρρύνουν και να υιοθετούν λύσεις TN. Θα πρέπει να είναι σε θέση να παρέχουν τα απαραίτητα εργαλεία και πλαίσια για την υπεύθυνη ανάπτυξη και υλοποίηση των λύσεων ΤΝ για χρήση στο πλαίσιο του δημόσιου τομέα. Για να το πετύχουν αυτό, θα πρέπει να προσελκύσουν νέες δεξιότητες και δυνατότητες σε μια έντονα ανταγωνιστική αγορά ταλαντούχου δυναμικού. Η πρόσβαση σε εξωτερική υποστήριξη και η αξιοποίηση στρατηγικών συνεργασιών μπορεί να συμβάλλει στην κάλυψη των κενών. Οι εταιρείες της KPMG βλέπουν ότι όλο και περισσότεροι φορείς συνεργάζονται με εκπαιδευτικά ιδρύματα προκειμένου να εναρμονίσουν την κατάρτιση των ταλέντων. Τα διϋπηρεσιακά προγράμματα περιτροπής που ενθαρρύνουν την αναβάθμιση δεξιοτήτων είναι επίσης μια επιλογή για την ανάπτυξη ταλέντων. Η διατήρηση των ταλέντων είναι, τέλος, ένα κρίσιμο θέμα για τις κυβερνήσεις, με πολλές να διερευνούν πώς μπορούν να βελτιώσουν την εμπειρία των εργαζομένων και να παρέχουν ευκαιρίες για να διασφαλίσουν ότι θα διατηρήσουν το είδος των ταλέντων που χρειάζονται για το μέλλον».
Ο Dean Grandy, Global Digital Government Lead της KPMG Αυστραλίας, σχολιάζει «Οι προσδοκίες για τη μεταρρύθμιση, τον εκσυγχρονισμό και τον μετασχηματισμό του δημόσιου τομέα δεν θα ικανοποιηθούν εάν επικρατήσει η αναλογική σκέψη και μια νοοτροπία αντίστασης. Οι κυβερνήσεις που θα ευημερήσουν στο μέλλον θα βασίζονται στην τεχνολογία και τα δεδομένα και θα στοχεύουν στις ψηφιακές δυνατότητες. Η απελευθέρωση αυτού του δυναμικού απαιτεί ένα οικοσύστημα πολιτικών χορηγών, καταρτισμένων δημοσίων υπαλλήλων και έμπιστων συμβούλων για να σχεδιάσουν και να παρέχουν βιώσιμες λύσεις στους πολίτες και τις επιχειρήσεις που συναλλάσσονται με το δημόσιο, τόσο στο παρόν όσο και μελλοντικά».
O Κωνσταντίνος Δήμος, Partner, Advisory, KPMG στην Ελλάδα δήλωσε «Η τεχνολογία εξελίσσεται πολύ γρήγορα και δίνεται η δυνατότητα παροχής υπηρεσιών υψηλού επιπέδου. Ωστόσο, για να αναβαθμιστεί η εμπειρία του πολίτη σε ένα πολύ απαιτητικό περιβάλλον, πρέπει να αλλάξει η νοοτροπία και να υιοθετηθούν πολιτικές απλοποίησης των διαδικασιών μέσω χρήσης της τεχνολογίας και της λειτουργικότητας. Απαραίτητη επίσης προϋπόθεση είναι και η αναβάθμιση των υπαρχόντων δεξιοτήτων του ανθρωπίνου δυναμικού (upskilling)».