Με ανησυχητικά δεδομένα ξεκίνησε το 2025 στη χώρα μας, όσον αφορά στα περιστατικά μηνιγγίτιδας, μιας ασθένειας που μπορεί να εξελιχθεί ραγδαία και να αποδειχθεί απειλητική για τη ζωή. Εντούτοις, η συνέχεια ήταν πιο καθησυχαστική, αν και σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπει εφησυχασμό. Τα δεδομένα υπογραμμίζουν τη διαρκή παρουσία του μηνιγγιτιδόκοκκου στον πληθυσμό και συνεπώς την ανάγκη για συνεχή εγρήγορση.
Συνολικά, από την αρχή του έτους 2025 μέχρι και τις 5 Μαρτίου, ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) έχει καταγράψει 15 περιστατικά μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου (ΜΝΟ), εκ των οποίων τα 2 είχαν θανατηφόρα κατάληξη.
Παρότι τον Ιανουάριο του 2025 παρατηρήθηκε αύξηση των περιστατικών σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2024, η τάση αυτή δεν συνεχίστηκε τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους.
Η γεωγραφική και ηλικιακή κατανομή
Τα κρούσματα που δηλώθηκαν κατά τους πρώτους μήνες του έτους αφορούν σε άτομα ηλικίας από μόλις δύο μηνών έως 94 ετών, γεγονός που καταδεικνύει ότι η νόσος δεν κάνει διακρίσεις. Η γεωγραφική κατανομή τους ήταν η εξής:
• ΠΕ Αττικής: 5 περιστατικά
• ΠΕ Δυτικής Ελλάδας: 3 περιστατικά
• ΠΕ Ημαθίας: 2 περιστατικά
• ΠΕ Κρήτης: 1 περιστατικό
• ΠΕ Πελοποννήσου: 1 περιστατικό
Σημειώνεται ότι κατά τη διάρκεια του 2024 ο ΕΟΔΥ είχε καταγράψει 37 κρούσματα μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου, με έναν θάνατο 16χρονου ατόμου τον Νοέμβριο του ίδιου έτους.
Μετάδοση και κίνδυνοι
Ο μηνιγγιτιδόκοκκος (Neisseria meningitidis) είναι ένα βακτήριο που μπορεί να εγκατασταθεί στον ρινοφάρυγγα ατόμων που δεν εμφανίζουν συμπτώματα, λειτουργώντας ως φορείς. Η επιδημιολογία της μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου είναι σύνθετη, καθώς υπάρχουν άνθρωποι που παραμένουν φορείς χωρίς να νοσήσουν, ενώ άλλοι εκδηλώνουν τη νόσο αμέσως μετά την έκθεσή τους στο βακτήριο.
Περίπου το 10% του γενικού πληθυσμού είναι ασυμπτωματικοί φορείς του μηνιγγιτιδόκοκκου, με τα ποσοστά να κυμαίνονται από 2% σε μικρά παιδιά έως 24-37% στους εφήβους και τους νεαρούς ενήλικες. Η μετάδοση γίνεται μέσω της άμεσης στενής επαφής και των αναπνευστικών εκκρίσεων. Σε σπάνιες περιπτώσεις, ο μηνιγγιτιδόκοκκος μπορεί να εισχωρήσει στο ρινοφαρυγγικό επιθήλιο του ατόμου, να εισέλθει στην κυκλοφορία του αίματος και να προκαλέσει απειλητική για τη ζωή ασθένεια, όπως μικροβιαιμία, μηνιγγιτιδοκοκκική σηψαιμία ή και μηνιγγιτιδοκοκκική μηνιγγίτιδα.
Οι κύριοι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν:
• Κάπνισμα
• Πρόσφατη λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού
• Κατανάλωση αντιβιοτικών
• Ανοσολογικές διαταραχές
• Ηλικία (βρέφη, έφηβοι και νεαροί ενήλικες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο)
• Αλλαγή περιβάλλοντος διαβίωσης
Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά από περιόδους έξαρσης των αναπνευστικών ιώσεων, συχνά ακολουθεί αύξηση των κρουσμάτων μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου.
Πρόληψη και αντιμετώπιση
Το πιο αποτελεσματικό μέτρο πρόληψης έναντι της μηνιγγίτιδας είναι ο εμβολιασμός και τα εμβόλια που διατίθενται στη χώρα μας καλύπτουν όλα τα στελέχη μηνιγγιτιδόκοκκου (Α,Β,C,W,Y).
Από εκεί και πέρα, η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία της νόσου είναι ζωτικής σημασίας για τη μείωση της θνησιμότητας και των επιπλοκών. Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι οι πολίτες, και ειδικότερα οι γονείς και οι νεαροί ενήλικες, πρέπει να γνωρίζουν τα συμπτώματα της νόσου και να αναζητούν άμεσα ιατρική βοήθεια σε περίπτωση υποψίας λοίμωξης.
Συμπτώματα που απαιτούν προσοχή περιλαμβάνουν:
• Υψηλό πυρετό
• Έντονο πονοκέφαλο
• Δυσκαμψία αυχένα
• Ναυτία και εμετούς
• Ευαισθησία στο φως
• Δερματικό εξάνθημα
Σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ το βακτήριο του μηνιγγιτιδόκοκκου δεν επιβιώνει στο περιβάλλον, οπότε δεν απαιτούνται ειδικά μέτρα απολύμανσης ή κλείσιμο σχολείων. Ο Οργανισμός επισημαίνει ότι οι γιατροί πρέπει να ξεκινούν άμεσα θεραπεία με αντιβιοτικά εάν υπάρχει υποψία μηνιγγίτιδας και να παραπέμπουν τους ασθενείς σε νοσοκομείο για περαιτέρω φροντίδα.