Με απώλειες ολοκλήρωσαν τις συναλλαγές της Τρίτης τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια καθώς οι επενδυτές αναμένουν μέσα στην εβδομάδα, στοιχεία για τον πληθωρισμό από ΗΠΑ και Ασία που θα καθορίσουν τις επόμενες κινήσεις τους.
Ο πανευρωπαϊκός Stoxx 600 έκλεισε κατά 0,60% χαμηλότερα στις 519,08 μονάδες, με τους περισσότερους τομείς να διαπραγματεύονται στο «κόκκινο». Οι μετοχές του κλάδου ταξιδιών και αναψυχής σημείωσαν πτώση 2,6%. Ο Eurostoxx 50 διαμορφώθηκε στις 5.028 μονάδες, με απώλειες 0,61%.
Στους επιμέρους δείκτες, ο γερμανικός DAX στο Χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης διολίσθησε 0,48% στα επίπεδα των 18.684 μονάδων, ενώ ο γαλλικός CAC 40 βρέθηκε με -0,92% στις 8.057 μονάδες. Ο FTSE 100 στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου υποχώρησε με πτώση 0,76% στις 8.254 μονάδες. Στην περιφέρεια της Ευρωζώνης ο ιταλικός FTSE MIB στο Μιλάνο αποδυναμώθηκε 0,29% στις 34.659 μονάδες. Στην Ισπανία, τέλος, ο δείκτης IBEX 35 ανήλθε στις 11.276 με -0,44%.
Στο ταμπλό η μετοχή του βρετανικού κολοσσού στον τομέα ανάπτυξης τεχνολογιών για τον τομέα του ηλεκτρονικού εμπορίου, Οcado, κατέγραψε άλμα σχεδόν 10%, αφού ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα ότι είχε συνάψει συμφωνία με την τουρκική επιχείρηση delivery Getir για πρόσβαση στους πρώην πελάτες της στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Οι επενδυτές συνεχίζουν να σταθμίζουν τις προοπτικές μείωσης των επιτοκίων τον Ιούνιο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αφού δύο βασικοί παράγοντες χάραξης πολιτικής αναφέρθηκαν επάνω στη συγκεκριμένη προοπτική τη Δευτέρα.
Συγκεκριμένα το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, Όλι Ρεν ανέφερε πως «ο πληθωρισμός συγκλίνει με σταθερό τρόπο στο στόχο μας για το 2%, και έτσι είναι ώριμη η ώρα τον Ιούνιο να χαλαρώσουμε τη νομισματική πολιτική και να αρχίσουμε να μειώνουμε τα επιτόκια», ενώ ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν δήλωσε στους Financial Times πως «εξαιρώντας μεγάλες εκπλήξεις, αυτή τη χρονική στιγμή υπάρχουν αρκετά όσα βλέπουμε για την άρση του ανώτατου επιπέδου περιορισμού».
Τα σχόλια ενισχύουν τις εικασίες ότι η ΕΚΤ μπορεί να προηγηθεί της Federal Reserve στη μείωση των επιτοκίων, με την δεύτερ να έχει γίνει πιο προσεκτική στην αξιολόγηση της πορείας του πληθωρισμού.