Εκείνο το καλοκαίρι, στις παραλίες κόσμος με πανάκριβα κινητά έδινε εντολές αγοράς και πώληση μετοχών, αλλά στην πραγματικότητα εμπορευόταν κυρίως αέρα. Ο ΕΛΔΕάρχης ήταν στο speed dial και «καλά χαρτάκια» ήξερε μέχρι και ο περιπτεράς της γειτονιάς. Μέχρι και ο σεισμός του 1999 δεν ήταν αρκετός να ανακόψει τη φρενίτιδα. Όλη η Ελλάδα ζούσε –άμεσα ή έμμεσα- στους ρυθμούς της Σοφοκλέους και οι δρόμοι ερήμωναν κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης.
Ήταν ένα εκρηκτικό μείγμα προσδοκιών, «φούσκας», πραγματικών κερδών και πολιτικής εκμετάλλευσης που έκανε μια ολόκληρη χώρα να νομίζει ότι έγινε θεσμικός επενδυτής και ότι τα λεφτά κόβονται από τα δέντρα. Μια πυραμίδα άνευ προηγουμένου, η οποία –όταν κατέρρευσε- πήρε μαζί της περιουσίες, πολιτικά πρόσωπα, τράπεζες αλλά και την εμπιστοσύνη στο θεσμό του Χρηματιστηρίου, ο οποίος ταυτίστηκε με μια τεράστια χαρτοπαιχτική λέσχη.
Και όχι αδικαιολόγητα, γιατί οι έννοιες «προστασία των επενδυτών», «έλεγχος συναλλαγών» και «ρυθμιστικό πλαίσιο» είχαν πετάξει από το παράθυρο στο βωμό του εύκολου χρήματος και των μεγάλων προμηθειών.
Στα επόμενα χρόνια η αγορά έκανε τους κύκλους της, όπως γίνεται σε κάθε οικονομία. Μετά τη βουτιά του 1999-2001 σιγά σιγά επανήλθε για να κάνει νέα υψηλά (όχι ιστορικά) το 2005-2007, ακολουθώντας την ξέφρενη ανάπτυξη των ελληνικών τραπεζών και τη διεθνή φούσκα των αγορών. Μετά ήρθε η κρίση και τα αποτελέσματα είναι λίγο πολύ γνωστά, με το Γενικό Δείκτη να παλεύει για πολλά χρόνια σε τριψήφια νούμερα.
Αυτό που όμως δεν επανήλθε ποτέ είναι η εμπιστοσύνη των ιδιωτών μικροεπενδυτών στο θεσμό του Χρηματιστηρίου, ως μοχλό υγιούς ανάπτυξης των επιχειρήσεων. Ακόμα και σήμερα, 20 χρόνια μετά, προτιμάμε να λέμε «παίζω» στο Χρηματιστήριο και όχι «επενδύω». Οι μετοχές είναι λίγο ως πολύ στην ίδια κατηγορία με τα τυχερά παιχνίδια, τα ζάρια ή το Τζόκερ. Έχει μια έμπνευση, «παίζεις» τα χρήματά σου και… αν σου κάτσει.
Προφανώς, οι θεσμικοί επενδυτές και τα funds –που κάνουν το μεγαλύτερο κομμάτι του τζίρου- τοποθετούνται με εντελώς διαφορετικά κριτήρια. Γι’ αυτό και οι μετοχές που πραγματικά κινούνται στην αγορά είναι ελάχιστες και συναλλαγές γίνονται από μεγαλοεπενδυτές.
Αντίστοιχα, οι εγχώριοι επιχειρηματίες τα τελευταία χρόνια έχουν γυρίσει την πλάτη στο θεσμό. Όχι αδικαιολόγητα, μια και σε αυτά τα επίπεδα δεν υπάρχει ενδιαφέρον, αλλά σε κάθε περίπτωση η παντελής απουσία νέων δημοσίων εγγραφών μόνο καλό μήνυμα δεν είναι.
Από την άλλη, χωρίς αγορές η οικονομία δεν αναπτύσσεται. Και δεν μιλάω για φούσκα, επιπέδου 1999, αλλά για ένα υγιές Χρηματιστήριο, όπου οι επιχειρηματίες θα βρίσκουν χρηματοδότηση για τα σχέδιά τους και οι επενδυτές θα μπορούν να είναι μέτοχοι σε επιχειρήσεις με προοπτικές, πλάνο και υψηλή κερδοφορία.
Προϋπόθεση βέβαια για όλα αυτά είναι να καλλιεργηθεί επενδυτική παιδεία και το Χρηματιστήριο να σταματήσει να ταυτίζεται με τον τζόγο. Μόνο έτσι θα μπορούμε να πούμε ότι μάθαμε από τα όσα έγιναν 20 χρόνια πριν.