Στις αρχές του 2010, η τότε παραπαίουσα εταιρεία παραγωγής του Χόλιγουντ, Metro-Goldwyn-Mayer, ρίχνει στους κινηματογράφους ένα remake της ταινίας Κόκκινη Αυγή που είχε αρχικά γυριστεί το 1984. Στην ταινία (όπως και στην αυθεντική εκδοχή της) οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν την εισβολή του «εχθρού» σε αμερικάνικο έδαφος. Στα 1984, όπου υπήρχε ακόμη Ψυχρός Πόλεμος, ο εχθρός που εισέβαλλε ήταν η Σοβιετική Ένωση και η Νικαράγουα. Στο remake εισβάλλουν στις ΗΠΑ οι Κινέζοι. Μέχρι να βγει η ταινία στους κινηματογράφους -όπου σημείωσε μια σημαντική αποτυχία στις εισπράξεις- η MGM χρεωκόπησε και για λόγους «ανοίγματος» στην τεράστια κινέζικη αγορά, οι Κινέζοι εισβολείς μετατράπηκαν εν μία νυκτί σε … Βορειοκορεάτες. Παρόλα αυτά η ταινία δεν διανεμήθηκε στην Κίνα.
Η μικρή αυτή ιστορία για την Κόκκινη Αυγή μοιάζει φαινομενικά άσχετη με το θέμα των εμπορικών συνομιλιών ΗΠΑ-Κίνας στην Αλάσκα, που ξεκίνησαν την Πέμπτη 18 Μαρτίου. Από την άλλη, θα έλεγε κάποιος ότι στην πραγματικότητα, η ιστορία αυτή είναι εξόχως αντιπροσωπευτική της φάσης στην οποία εισέρχονται οι σινοαμερικάνικες σχέσεις και -κατά κάποιον τρόπο- προοιωνίζουν και το αποτέλεσμα της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής απέναντι στην Κίνα.
Τί πήγαν να συζητήσουν οι δύο δυνάμεις στην Αλάσκα;
Οι ΗΠΑ με αφορμή την ανάληψη της προεδρίας από τον Τζο Μπάιντεν ξεκίνησαν μια σειρά από συνομιλίες με τις χώρες της Ασίας-Ειρηνικού, σύμμαχες και μη. Τα βασικά θέματα είναι οι εμπορικές συμφωνίες και η ασφάλεια. Μετά λοιπόν τις (σαφώς φιλικότερες) Ιαπωνία και Ν. Κορέα, η αντιπροσωπεία των Αμερικάνων αξιωματούχων, με επικεφαλής τον Αμερικάνο Υπ.Εξ. Άντονι Μπλίνκεν, συναντήθηκε με εκπροσώπους της κινέζικης ηγεσίας στο Άνκορατζ για να συζητήσουν στο ίδιο επίπεδο.
Η διαφωνία φάνηκε από την αρχή. Οι ΗΠΑ έκαναν λόγο για μια άπαξ διερευνητική συνάντηση, η Κίνα μιλούσε για στρατηγικό διάλογο (που προϋποθέτει και μελλοντικές συναντήσεις). Με το καλημέρα, επίσης, η δημοσιογραφική ενημέρωση κράτησε πάνω από μια ώρα και φανέρωσε την αδιαλλαξία και των δύο πλευρών. Οι ΗΠΑ ξεκίνησαν, δια μέσου του Μπλίνκεν, μια κατά μέτωπο επίθεση στην Κίνα για όλα τα θέματα που είναι σημεία τριβής, λέγοντας σε μία μόνο πρόταση: «Θα συζητήσουμε τις βαθιές ανησυχίες μας για τις δράσεις της Κίνας, συμπεριλαμβανομένων αυτές στη Σινντσιάνγκ (σημ. εννοεί τον πόλεμο εναντίων των Ουιγούρων), στο Χονγκ Κονγκ, στην Ταϊβάν, σε κυβερνοεπιθέσεις εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών, στον οικονομικό εξαναγκασμό των συμμάχων μας» για να ολοκληρώσει λέγοντας ότι «κάθε μία από αυτές τις ενέργειες απειλεί την τάξη που βασίζεται σε κανόνες και διατηρεί την παγκόσμια σταθερότητα.»
Η Κίνα απάντησε, μέσω του διπλωματικού εκπροσώπου της, Γιανγκ Τζιετσί, ότι οι ΗΠΑ «χρησιμοποιούν τη στρατιωτική τους ισχύ και την οικονομική τους ηγεμονία για να ασκήσουν τη μακρόχρονη δικαιοδοσία τους και να καταστείλουν άλλες χώρες» για να συμπληρώσει ότι επίσης «παραβιάζουν τη λεγόμενη εθνική ασφάλεια ώστε να παρεμποδίσουν τις κανονικές συναλλαγές και να παρακινήσουν ορισμένες χώρες να επιτεθούν στην Κίνα». Ο ξεκάθαρος «υπαινιγμός» του Τζιετσί στον Μπλίνκεν, για την εμπλοκή των ΗΠΑ στην απαγόρευση των συναλλαγών κινέζικών εταιρειών στις ΗΠΑ αλλά για την εμπλοκή των ΗΠΑ στο αντί-κινέζικο κίνημα του Χόνγκ-Κόνγκ, δεν σήκωσε κάποια παρερμηνεία.
Σα να μην έφταναν όσα έγιναν μπροστά στις κάμερες, πίσω από αυτές οι ΗΠΑ είχαν προλάβει να εκδώσουν μια απόφαση για έναρξη ανάκλησης κινεζικών αδειών τηλεπικοινωνιών, να καλέσουν πολλές κινεζικές εταιρείες τεχνολογίας πληροφοριών για θέματα εθνικής ασφάλειας και να επικαιροποιήοσυν τις κυρώσεις στην Κίνα λόγω της πολύ ευάλωτης δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ. Η Κίνα, απάντησε με τη σύλληψη ενός Καναδού πολίτη για κατηγορίες κατασκοπείας, την Παρασκευή και με μια επερχόμενη δίκη ενός δεύτερου τη Δευτέρα.
Μετά τα «καρφιά», η συζήτηση
Η Ουάσινγκτον στους τρεις, συνολικά, γύρους συνομιλιών την Πέμπτη και την Παρασκευή, δήλωσε προθυμία να συνεργαστεί με την Κίνα για ζητήματα που είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ, όπως π.χ. η κοινή πολιτική για το κλίμα και η πανδημία του κορονοϊού. Παράληλλα, ο Μπλίνκεν αιτήθηκε προς την Κίνα να χρησιμοποιήσει την επιρροή της στη Βόρεια Κορέα για να την πείσει να εγκαταλείψει τα πυρηνικά της όπλα.
Είναι λοιπόν σαφές ότι οι σκληρές δηλώσεις και από τις δύο πλευρές πριν από τη συνάντηση είχαν δημιουργήσει τον κίνδυνο να μετατραπεί η συνάντηση σε εκπομπή μεσημεριανής ζώνης, αλλά εντέλει, μετά την ανταλλαγή κατηγοριών και απαιτήσεων, η συζήτηση και για τις δύο πλευρές είχε αναγνωριστικό χαρακτήρα και δοκίμαζε όρια.
Τα όρια αυτά δεν είναι σίγουρο ακόμα ποια είναι, όμως η Κίνα φαίνεται να εξετάζει σε βάθος χρόνου να αντεπιτεθεί στην εμπορική πολιτική των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή της Ασίας και αναμένεται να πιέσουν τον Μπάιντεν να διαφοροποιηθεί από τις επιλογές του Τραμπ και να γράψει τη δική του σελίδα στη σχέση των δύο χωρών. Η αδυναμία του Μπάιντεν να εστιάσει σε δύο τεράστιες χώρες (Ρωσία, Κϊνα) ταυτόχρονα και η συνέχιση της πολιτικής του Τραμπ με άλλα μέσα επισύρει την έναρξη ενός «Ψυχρού Πολέμου» αρχικά στο εμπόριο. Η Κίνα απαντά σε αυτό με μεγαλοθυμία, ότι «η συνεργασία είναι αμοιβαία επωφελής» και ότι οι δύο χώρες μπορούν να ανταποκριθούν στο αίτημα του κόσμου για συνεργασία δύο υπερδυνάμεων, πετώντας το μπαλάκι στην αμερικάνικη διοίκηση για τις εξελίξεις.
Φωτογραφίες: Getty / Ideal images