Το νερό αποτελεί βασική εισροή για τη γεωργική παραγωγή καθιστώντας την σημαντικό παράγοντα στην εξίσωση του νερού, καθώς είναι υπεύθυνη για το 70% περίπου των απολήψεων του γλυκού νερού. Η λειψυδρία σημαίνει λιγότερο νερό για τη γεωργική παραγωγή και κατ' επέκταση λιγότερα διαθέσιμα τρόφιμα, κάτι το οποίο - με τη σειρά του - απειλεί την επισιτιστική ασφάλεια. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός θα φτάσει περίπου τα 9 δισεκατομμύρια το 2050, είναι σαφές ότι η λειψυδρία αποτελεί την επόμενη μεγάλη πρόκληση, καθώς θα πρέπει να καλλιεργηθούν περισσότερα τρόφιμα με περιορισμένους υδάτινους πόρους.
Ωστόσο, τα συστήματα διαχείρισης και αποθήκευσης νερού εγείρουν ερωτήματα ειδικά σε χώρες της Νότιας Ευρώπης, ενώ ήδη τα αγροτικά κινήματα σε ολόκληρο των ευρωπαϊκό Νότο (με πρωταγωνίστρια την Γαλλία) προσπαθούν να αφυπνίσουν κυβερνήσεις και πολίτες.
Στην ομιλία της πριν από την επανεκλογή της ως επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις 18 Ιουλίου, η Ursula von der Leyen ζήτησε την εφαρμογή μιας «στρατηγικής βιώσιμης διαχείρισης των υδάτων» για να διασφαλιστεί ότι οι αγρότες είναι «καλύτερα προετοιμασμένοι» για την κλιματική αλλαγή.
Εν μέσω της λειψυδρίας, των παρατεταμένων ξηρασιών και των ακανόνιστων βροχοπτώσεων, στο Στρατηγικό του Πρόγραμμα 2024-2029, το Συμβούλιο της ΕΕ δεσμεύτηκε να ενισχύσει την ανθεκτικότητα στο νερό και να «επενδύσει σε μεγάλης κλίμακας διασυνοριακές υποδομές, συμπεριλαμβανομένων των υδάτινων υποδομών».
Παρ' όλα αυτά, αυτό το είδος ανάπτυξης μπορεί να δημιουργεί εντάσεις. Την ημέρα της ομιλίας της von der Leyen στο Στρασβούργο, αρκετές χιλιάδες πολίτες διαδήλωσαν στο Marais Poitevin, στη δυτική Γαλλία, κατά της κατασκευής «μεγα-λεκανών», υπαίθριων δεξαμενών νερού που επιτρέπουν στους αγρότες να εξασφαλίσουν πρόσβαση στους υδάτινους πόρους.
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτής της υποδομής, πέρα από τη δέσμευση και αποθήκευση όμβριων υδάτων, είναι η ικανότητά της να αντλεί νερό από το έδαφος σε περίπτωση ανεπαρκούς βροχόπτωσης. Όσοι αντιτίθενται στην συγκεκριμένη μέθοδο υποστηρίζουν ότι αυτό αναστατώνει ολόκληρη την περιοχή του υγροτόπου και συμβάλλει στην αποξήρανση του.
Σε μια Ευρώπη που θερμαίνεται ταχύτερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο λόγω της κλιματικής αλλαγής, οι μεσογειακές χώρες βιώνουν το φαινόμενο ακόμη πιο έντονα και οι στρατηγικές διαχείρισης των υδάτων αποτελούν πλέον προτεραιότητα.
Ενώ η Ιταλία συλλέγει περισσότερο από το 10% των όμβριων υδάτων της και η Ισπανία έως και το 20%, η Γαλλία συλλέγει μόνο το 1,7%.
Στην Ισπανία, το νερό αποθηκεύεται κυρίως σε τεράστιες πισίνες γλυκού νερού ενώ οι ιταλικές συνδικαλιστικές οργανώσεις αγροτών Coldiretti και CIA-Agricoltori Italiani έχουν προτείνει τη δημιουργία λεκανών νερού που δεν θα αντλούν νερό από το έδαφος, αλλά θα λειτουργούν αποκλειστικά με την ανάκτηση του νερού της βροχής και την εκτροπή του νερού από τα ποτάμια «κατά τις πιο βροχερές περιόδους», όπως αναφέρουν. Αυτά θα καλυφθούν επίσης με πλωτά φωτοβολταϊκά πάνελ για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Ένα άλλο ευρέως διαδεδομένο σύστημα σε λοφώδεις περιοχές στην Ευρώπη είναι η χρήση ειδικών δεξαμενών για την άντληση όμβριων υδάτων.
Οι αγρότες εξοικειώνονται με τα ψηφιακά εργαλεία και εξοικονομούν πόρους
Η γαλλική κυβέρνηση είχε παρουσιάσει το 2023 ένα σχέδιο εξοικονόμησης νερού συνολικού προϋπολογισμού 180 εκατομμυρίων ευρώ για μείωση της χρήσης κατά 10% έως το 2030 και αύξηση της επαναχρησιμοποίησης των λυμάτων από 1% σε 10%. Μέρος του σχεδίου είναι να διορθωθούν οι διαρροές που σπαταλούν το 20% των προμηθειών κάθε χρόνο.
Στην Ιταλία, οι αγρότες στρέφονται σε παλιές και νέες τεχνικές για να εξοικονομήσουν την παραγωγή βασικών προϊόντων όπως το ελαιόλαδο και το prosecco.
Τα προηγούμενα δύο χρόνια, η χώρα υπέστη τη χειρότερη ξηρασία των τελευταίων 70 ετών. Αυτό οδήγησε πολλούς αγρότες σε ψηφιακές λύσεις όπως είναι η δορυφορική λήψη εικόνων για να παρακολουθούν πού είναι πιο ξηρή η γη τους και να προσαρμόζουν την άρδευση ανά πάσα στιγμή ακόμη και από το smartphone τους και να αποφεύγουν τυχόν σπατάλη.
Οι οινοποιοί χρησιμοποιούν αισθητήρες για να παρακολουθούν τον αέρα και το έδαφος kai να μετρήσουν τη θερμοκρασία και την εξάτμιση. Αυτό βοηθά τους αμπελώνες να αντέξουν την ξηρασία.
Είναι ενδεικτικό ότι στην Ιταλία, το μερίδιο της γης που καλλιεργήθηκε με ψηφιακά εργαλεία αυξήθηκε στο 8% το 2022, από 6% το προηγούμενο έτος, ενώ οι δαπάνες για τεχνολογία από αγρότες και κυβερνήσεις αυξήθηκαν σε 2,1 δισεκατομμύρια ευρώ από μόλις 100 εκατομμύρια ευρώ το 2017, σύμφωνα με το Smart Agrifood Observatory του Πολυτεχνείο του Μιλάνου και το Πανεπιστήμιο της Μπρέσια.