Η αύξηση της λειψυδρίας σε όλη την Ευρώπη αποτελεί μια παράμετρο που δεν έχουν προλάβει να υπολογίσουν σε όλες της τις διαστάσεις της τα ευρωπαϊκά κράτη κατά τη λήψη μέτρων τουλάχιστον όπως αυτά περιγράφονται στα τελευταία Σχέδια Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας (ΣΔΚΠ) και τα Σχέδια Διαχείρισης Λεκάνης Απορροής Ποταμού (ΣΔΛΑΠ) που υποβλήθηκαν στην Κομισιόν. Και αυτό γιατί τα σχέδια (τα τρίτα κατά σειρά ΣΔΛΑΠ και τα δεύτερα ΣΔΚΠ) που υποβλήθηκαν για την περίοδο 2022-2027 βασίστηκαν σε δεδομένα που συλλέχθηκαν μεταξύ του 2016 και του 2021. Κατά συνέπεια, η έκθεση που δημοσίευσε πρόσφατα η Κομισιόν αναφορικά με την εφαρμογή των δύο οδηγιών, για τα ύδατα και τις πλημμύρες, περιέχει μεν μια αποτύπωση των μέτρων που έχουν λάβει τα ευρωπαϊκά κράτη αλλά η έλλειψη επικαιροποιημένων δεδομένων όπως αυτά μετασχηματίζονται λόγω των ραγδαίων εξελίξεων που επιφέρει η κλιματική κρίση, δεν επιτρέπει την χάραξη στρατηγικής και τη λήψη μέτρων που να ανταποκρίνονται πλήρως στις πραγματικές ανάγκες.
«Τα σχέδια αυτά βασίζονται σε δεδομένα παρακολούθησης που συλλέχθηκαν μεταξύ του 2016 και του 2021. Αυτό σημαίνει ότι η έκθεση, παρόλο που δημοσιεύεται μετά την Πράσινη Συμφωνία, απεικονίζει σε μεγάλο βαθμό την κατάσταση που επικρατούσε πριν απ’ αυτή. Δεν αποτυπώνει τα αναμενόμενα οφέλη των πρωτοποριακών πρωτοβουλιών που καθορίστηκαν στην Πράσινη Συμφωνία», αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση ενώ σημειώνει ότι οι υδάτινοι πόροι της ΕΕ εξακολουθούν να υφίστανται σοβαρές πιέσεις λόγω διαρθρωτικής κακοδιαχείρισης, μη βιώσιμης χρήσης της γης, υδρομορφολογικών αλλαγών, ρύπανσης, κλιματικής αλλαγής, αυξημένης ζήτησης για νερό και αστικοποίησης. «Όπως περιγράφεται στην ευρωπαϊκή εκτίμηση κλιματικών κινδύνων , η κλιματική αλλαγή επιτείνει αυτές τις πιέσεις και αυξάνει τους κινδύνους που σχετίζονται με το νερό με τη μορφή συχνότερων, παρατεταμένων ξηρασιών και ακραίων βροχοπτώσεων που απειλούν την επισιτιστική ασφάλεια, τη δημόσια υγεία, τα οικοσυστήματα, τις υποδομές και την οικονομία της Ευρώπης. Μόλις τους τελευταίους μήνες η Ευρώπη βίωσε, για ακόμα μια φορά, τις σημαντικές επιπτώσεις ακραίων συμβάντων που σχετίζονται με το νερό, τα οποία προκάλεσαν τραγικές απώλειες ανθρώπινων ζωών και ζημίες ύψους πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ. Το 2024 σημειώθηκαν παρατεταμένες ξηρασίες σε αρκετές μεσογειακές χώρες, πλήττοντας ιδιαίτερα την κεντρική και νότια Ιταλία, τη βορειοδυτική Ισπανία και την Ελλάδα, και ακολούθησαν σοβαρές πλημμύρες που έπληξαν το μεγαλύτερο μέρος της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης και, αργότερα, επίσης την Ιταλία και την Ισπανία», αναφέρει σχετικά.
Ποιες δραστηριότητες απορροφούν τις μεγαλύτερες ποσότητες νερού
Η λειψυδρία θεωρείται διογκούμενο πρόβλημα στα περισσότερα κράτη μέλη και η υπεραπόληψη αναφέρεται ως υπεύθυνη για τη μη επίτευξη καλής ποσοτικής ή οικολογικής κατάστασης σε σημαντικό μέρος των υδατικών συστημάτων .
Από τα στοιχεία που συλλέχθηκαν, εντοπίζονται σημαντικές διαφορές στη χρήση ύδατος μεταξύ των διαφόρων περιφερειών της ΕΕ. Το 2019 , σε επίπεδο ΕΕ, το μεγαλύτερο ποσοστό επί της συνολικής ετήσιας απόληψης υδάτων καταλάμβανε η απόληψη υδάτων για σκοπούς ψύξης στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας (32 %), και ακολουθούσαν η απόληψη για τη γεωργία (28 %), τη δημόσια ύδρευση (20 %), τον μεταποιητικό τομέα (13 %) και την ψύξη στον μεταποιητικό τομέα (5 %), ενώ τα ορυχεία, τα λατομεία και ο οικοδομικός τομέας αντιστοιχούσαν, έκαστο, μόλις στο 1 % της συνολικής απόληψης. Ωστόσο, η γεωργία, συμπεριλαμβανομένων των κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων, αντιπροσωπεύει τη μεγαλύτερη καθαρή κατανάλωση με ποσοστό 59% επί της κατανάλωσης υδάτων στην ΕΕ το 2019 , καθώς το μεγαλύτερο μέρος των αντλούμενων υδάτων είτε καταναλώνεται από καλλιέργειες και εκτρεφόμενα ζώα είτε εξατμίζεται, αντί να επιστρέφεται στην ίδια πηγή από την οποία αντλήθηκε.
Άλλοι κύριοι τομείς κατανάλωσης νερού είναι η ψύξη για τον μεταποιητικό τομέα και την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας (17 %), τα νοικοκυριά και οι υπηρεσίες (13 %), και τα ορυχεία, τα λατομεία, οι κατασκευές και ο μεταποιητικός τομέας (11 %). Από την ανάλυση του ΕΟΠ προκύπτει ότι, μεταξύ του 2000 και του 2019, σημειώθηκε μείωση της απόληψης υδάτων κατά 17,6 %, κάτι που αντικατοπτρίζει τα μέτρα πολιτικής που εφαρμόστηκαν στο πλαίσιο της ΟΠΥ.
Το πρόβλημα των ελεγκτικών μηχανισμών και των εγκρίσεων
Όπως ανέφερε το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ) το 2021 , τα κράτη μέλη έχουν σημειώσει πρόοδο όσον αφορά τη δημιουργία συστημάτων προηγούμενης έγκρισης για την απόληψη υδάτων, συστημάτων για τον εντοπισμό περιπτώσεων παράνομης χρήσης υδάτων και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μηχανισμών τιμολόγησης με δυνατότητα παροχής κινήτρων για την αποδοτική χρήση του νερού. Ωστόσο, το γεγονός ότι τα περισσότερα κράτη μέλη εξαιρούν τις μικρές απολήψεις από τις επιθεωρήσεις ή την καταχώριση αποτελεί πρόβλημα. Αυτό μπορεί να επιφέρει τις σωρευτικές επιπτώσεις πολλών, συνεχιζόμενων μικρών απολήψεων υδάτων σε μια ολόκληρη λεκάνη απορροής ποταμού, επηρεάζοντας αρνητικά την κατάσταση των υδατικών συστημάτων, ιδίως σε κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ήδη προβλήματα λειψυδρίας.
Μολονότι επισημαίνεται ότι αρκετά κράτη μέλη έχουν θεσπίσει μηχανισμούς τιμολόγησης του νερού που παρέχουν κίνητρα για την αποδοτική χρήση του νερού άρδευσης, το ΕΕΣ έκρινε επίσης ότι είναι προβληματική η πρακτική της εφαρμογής σημαντικά χαμηλότερων τιμών νερού στη γεωργία απ' ό,τι σε άλλους τομείς της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένων των παρεκκλίσεων για την άρδευση.
Τα μέτρα που λαμβάνουν οι ευρωπαϊκές χώρες για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας
Σύμφωνα με την έκθεση, αρκετά κράτη μέλη αντιμετωπίζουν τη λειψυδρία εστιάζοντας τ στην αύξηση της προσφοράς. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν τη διάνοιξη νέων φρεάτων, την κατασκευή νέων φραγμάτων και ταμιευτήρων, την επέκταση των αρδευτικών υποδομών για τη γεωργία και την κατασκευή υποδομών μεταφοράς νερού και μονάδων αφαλάτωσης μεγάλης κλίμακας. Ωστόσο, όπως υπογραμμίζει η έκθεση της Κομισιόν, στα ΣΔΛΑΠ παρέχονται πολύ περιορισμένες πληροφορίες σχετικά με τα εν λόγω μέτρα, μεταξύ άλλων όσον αφορά την περιβαλλοντική και οικονομική βιωσιμότητά τους και την εξέταση μακροπρόθεσμων κλιματικών σεναρίων.
Τα μέτρα που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη λειψυδρία
Καθώς οι προκλήσεις της ξηρασίας και της λειψυδρίας καθίστανται όλο και πιο πιεστικές σ’ ολόκληρη την ΕΕ, οι ποσοτικές πτυχές της διαχείρισης των υδάτων είναι πιθανό να καταστούν σημαντικότερες στο πλαίσιο των διεθνών ΠΛΑΠ. Με ορισμένες εξαιρέσεις, όπως η σύμβαση Albufeira μεταξύ Ισπανίας και Πορτογαλίας, η συνεργασία στις διεθνείς ΠΛΑΠ για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας και της ξηρασίας είναι, μέχρι στιγμής, περιορισμένη και θα πρέπει να ενθαρρυνθεί περαιτέρω.
Υπό το πρίσμα της λειψυδρίας που παρατηρείται σ’ ολόκληρη την ΕΕ, τα κράτη μέλη θα πρέπει:
α. να βελτιώσουν τα μέτρα ενίσχυσης της ανθεκτικότητας στην κλιματική αλλαγή στα προγράμματα μέτρων και, κατά περίπτωση, να αναπτύξουν κατάλληλα μέτρα ή σχέδια για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας·
β. να καταρτίσουν προδραστικά ή να βελτιώσουν, να επικαιροποιούν τακτικά και να παρακολουθούν με ακρίβεια το ισοζύγιο νερού για όλες τις λεκάνες απορροής ποταμού, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις εισροές και απολήψεις νερού, τις φυσικές απώλειες και τις ανάγκες των οικοσυστημάτων που εξαρτώνται από το νερό· αυτό περιλαμβάνει την αύξηση της άμεσης παρακολούθησης και μέτρησης όλων των χρήσεων ύδατος, τη συνεχή επικαιροποίηση των μητρώων απολήψεων υδάτων και την επιθεώρηση των μη εγκεκριμένων και παράνομων απολήψεων·
γ. να λάβουν αποτελεσματικά μέτρα για την προώθηση της επαναχρησιμοποίησης, της αποδοτικής χρήσης και της κυκλικότητας των υδάτων, μεγιστοποιώντας παράλληλα τη χρήση λύσεων που βασίζονται στη φύση για πιο βιώσιμη αποθήκευση νερού στα διάφορα εδάφη και οικοσυστήματα·
δ. κατά τον σχεδιασμό νέων φραγμάτων και ταμιευτήρων, να αξιολογούν προσεκτικά τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις τους, μεταξύ άλλων σε σχέση με τους στόχους της ΟΠΥ, και να διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω δράσεις αποτελούν μέρος της ολοκληρωμένης διαχείρισης των υδάτων και συνεκτικών στρατηγικών ανθεκτικότητας των υδάτων, οι οποίες περιλαμβάνουν τη δέουσα συνεκτίμηση μακροπρόθεσμων σεναρίων για το κλίμα.
Για την επίτευξη των στόχων της ΟΠΥ και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των υδάτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να βελτιώσουν περαιτέρω τη διασυνοριακή συνεργασία, ιδίως όσον αφορά:
-την οριοθέτηση και τον χαρακτηρισμό των υδατικών συστημάτων, προγράμματα κοινής ή συντονισμένης παρακολούθησης και μεθοδολογίες αξιολόγησης της κατάστασης (π.χ. από κοινού συμφωνημένες συνθήκες αναφοράς για βιολογικά ποιοτικά στοιχεία και ποιοτικά περιβαλλοντικά πρότυπα για τους ρύπους)·
-ποσοτικές πτυχές της διαχείρισης των υδάτων μέσω σχετικών μηχανισμών και φορέων διεθνούς συνεργασίας.
Όσον αφορά την παρακολούθηση, την αξιολόγηση, τη διαχείριση δεδομένων και την υποβολή εκθέσεων, τα κράτη μέλη θα πρέπει:
-να διασφαλίζουν, σε συνεργασία με την Επιτροπή και τον ΕΟΠ, την έγκαιρη και πληρέστερη ηλεκτρονική υποβολή εκθέσεων για τους μελλοντικούς κύκλους, αξιοποιώντας καλύτερα τις ευκαιρίες που προσφέρουν η ψηφιοποίηση και η γεωσκόπηση για τη μείωση της διοικητικής επιβάρυνσης και τη βελτίωση της ακρίβειας·
-να βελτιώσουν περαιτέρω την ποιότητα και τη συγκρισιμότητα των δεδομένων μέσω της εναρμόνισης των μεθόδων συλλογής δεδομένων σ’ όλες τις ΠΛΑΠ όσον αφορά την παρακολούθηση, τις αξιολογήσεις, τις προβλέψεις κ.λπ., και να δημοσιοποιούν όλα τα δεδομένα μέσω της έγκαιρης δημοσίευσής τους σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας INSPIRE, της οδηγίας για τα ανοικτά δεδομένα και την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα και των συνόλων δεδομένων υψηλής αξίας του δημόσιου τομέα , μειώνοντας έτσι τον φόρτο υποβολής εκθέσεων·
-να ενισχύσουν περαιτέρω τα συστήματα παρακολούθησης για την αντιμετώπιση των κενών τόσο στη γεωγραφική κάλυψη όσο και στις παραμέτρους που αναλύονται, προκειμένου να αυξηθεί η εμπιστοσύνη στις αξιολογήσεις κατάστασης, να μειωθεί η εξάρτηση από την κρίση εμπειρογνωμόνων ή την ομαδοποίηση διαφόρων υδατικών συστημάτων, και να ολοκληρωθούν οι εργασίες για τον καθορισμό συνθηκών αναφοράς για όλους τους τύπους υδάτων·
-να αναπτύξουν μεθοδολογίες για έναν πιο εναρμονισμένο ορισμό του καλού οικολογικού δυναμικού με σκοπό την ταχεία βελτίωση της κατάστασης των ιδιαιτέρως τροποποιημένων υδατικών συστημάτων και των τεχνητών υδατικών συστημάτων.
Τέλος, προτείνεται να χρησιμοποιηθούν προδραστικά τις νέες πολιτικές και τα νέα νομικά μέσα που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας για να εντείνουν τις προσπάθειες εφαρμογής που ωφελούν την ΟΠΥ, εστιάζοντας στα παράλληλα οφέλη που προκύπτουν, μεταξύ άλλων, από την αναθεώρηση της οδηγίας για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων και της οδηγίας για τις βιομηχανικές εκπομπές και από το νέο νομοθέτημα για την αποκατάσταση της φύσης.