Ποτέ δεν υπήρξα οπαδός της θεωρίας συνομωσιών. Σαν έμπορος και σας μηχανικός πάντα ήθελα να βλέπω στοιχεία. Τα στοιχεία, λοιπόν, είναι αμείλικτα. Αρνητικό ισοζύγιο στις εγγραφές-διαγραφές στο ΓΕ.ΜΗ και στις προσλήψεις-αποχωρήσεις με λιγότερες θέσεις πλήρους απασχόλησης, μεγάλη πτώση της κατανάλωσης το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου, όπου η εκπτωτική περίοδος έκλεισε με μείωση 20% σε σύγκριση με το 2016, ποσοστό που δυστυχώς μας επιστρέφει στα επίπεδα του -21%, της χειμερινής εκπτωτικής περιόδου 2012-13. Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος υποχώρησε σημαντικά στις 92,9 από τις 95,1 μονάδες, φτάνοντας στο επίπεδο όπου βρέθηκε τον Νοέμβριο του περασμένου έτους, ενώ ο όγκος πωλήσεων στα τρόφιμα μειώθηκε κατά 9,8%. Ο κύκλος και ο όγκος εργασιών στο ελληνικό εμπόριο, από την αρχή του έτους, κινείται πτωτικά σε πολλούς υποκλάδους, όπως καταστήματα τροφίμων, ποτών και καπνού 10-11%, σε πολυκαταστήματα 8-9%, σε καταστήματα ηλεκτρικών, επίπλων και οικιακού εξοπλισμού 5-6%, σε καταστήματα καλλυντικών και φαρμακευτικών 3-4%. Το πρώτο τρίμηνο της χρονιάς έχει πλέον οριστικά χαθεί και ενδέχεται να χαθεί και οικονομικά όλη η χρονιά.
Η καθυστέρηση στο κλείσιμο της αξιολόγησης έχει δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα και έχει εγκλωβίσει την ελληνική επιχειρηματικότητα σε μια αγορά, όπου ο τζίρος μειώνεται συνεχώς μαζί με τη ρευστότητα και τις καταθέσεις, τη στιγμή που αυξάνονται τα κόκκινα δάνεια, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές και τα λουκέτα. Είναι αλυσιδωτή η αντίδραση. Η μείωση σε μισθούς και συντάξεις σε συνδυασμό με την υπερφορολόγηση προκαλούν μείωση στην κατανάλωση και αυτή με τη σειρά της μείωση στον τζίρο. Αυτή η διαρκής ύφεση επιφέρει διαρκή δυσπραγία, διαρκές αρνητικό κλίμα στην αγορά και διαρκή τάση για "λουκέτα". H ύπαρξη των capital controls, η έλλειψη πόρων χρηματοδότησης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, η ακολουθούμενη συνταγή και από την παρούσα κυβέρνηση των υπερβολικών φορολογικών επιβολών και των πολιτικών λιτότητας και η γραφειοκρατία στη Δημόσια Διοίκηση είναι όροι που συντελούν, αδιαμφισβήτητα, στην παγίωση της υφιστάμενης κατάστασης, δημιουργώντας παράλληλα ένα αίσθημα "κόπωσης" στην αγορά. Το αίσθημα αυτό αποκτά άλλες διαστάσεις, όταν οι επιχειρηματίες των ΜμΕ που έχουν στηρίξει την εγχώρια οικονομία κατά τη διάρκεια όλης αυτής της εθνικής περιπέτειας, παρουσιάζονται από συγκεκριμένους καρχαρίες της αγοράς- οι οποίοι μάλιστα βρίσκονται με οφειλές στις τράπεζες ύψους 29 δις ευρώ σε κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια και με οφειλές στην εφορία ύψους 74 δις ευρώ- ως οι αντιπαραγωγικές δυνάμεις της χώρας που φοροδιαφεύγουν και κρατούν δέσμια τη χώρα σ' ένα καθεστώς υπανάπτυξης. Πάνω σε αυτό το αφήγημα που υφαίνεται από συγκεκριμένο χώρο τα τελευταία χρόνια χτίστηκε και εξακολουθεί να χτίζεται η απελευθέρωση της αγοράς.
Τίθεται, λοιπόν, το ερώτημα, εάν τελικά πίσω από αυτή την κατάσταση της παράλυσης της αγοράς, της καθυστέρησης της αξιολόγησης, του αφηγήματος ότι στη χώρα κυριάρχησαν μόνο οι ρεμούλες, η σπατάλη, η φοροδιαφυγή και η διαφθορά, κρύβεται η στρατηγική προθύμων, που βλέπουν ως ευκαιρία το ότι η χώρα βρίσκεται σε κρίση, για να προωθήσουν ίδια συμφέροντα. Διότι, το αφήγημα του Νότου, ως η ευρωπεριφέρεια που ταλανίζεται από την κρίση, έχει ξεπεραστεί πλέον. Η Κύπρος έχει μπει σε τροχιά ανάπτυξης, η Πορτογαλία το ίδιο και αρχίζει και η Ιταλία να εγκαταλείπει τη στασιμότητα. Πέραν, δηλαδή, της πλευράς ότι η οικονομική κρίση που βιώνει η χώρα είναι προϊόν σε μεγάλο βαθμό του πολιτικού μας συστήματος, της ένδειας σε εθνική στρατηγική και της κυριαρχίας τυχοδιωκτικών πολιτικών, μήπως υπάρχει και κάποια άλλη πλευρά; Μια πλευρά που υπαγορεύει να δούμε από την αρχή το πως έγινε η πρόσφατη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, πως μεθοδεύεται να γίνει η διευθέτηση των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων και βεβαίως πως γίνονται και με ποιους όρους οι διαπραγματεύσεις για τις αποκρατικοποιήσεις. Θα πρέπει να δούμε τέλος πως στήριξε την χώρα μας η αποκαλούμενη «οικονομική της ελίτ»; Έβαλε πλάτη στα δύσκολα ή παρέμεινε άπραγη περιμένοντας την επόμενη κρατική χρηματοδότηση;
Επιμέλεια: Στέλλα Κεμανετζή