Σε μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας έχει επικρατήσει η αντίληψη ότι η ιδιωτική υγεία είναι ακριβότερη έναντι της δημόσιας υγείας. Μία μικρή έρευνα στο συγκεκριμένο θέμα αρκεί για να διαπιστώσουμε ότι αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Σήμερα λειτουργούν στην Ελλάδα ιδιωτικά νοσηλευτικά ιδρύματα που διαθέτουν καταξιωμένο ιατρικό προσωπικό και παρέχουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες με συνολικό κόστος πολύ μικρότερο από εκείνο των δημοσίων νοσοκομείων για τις αντίστοιχες υπηρεσίες. Όμως, δυστυχώς, οι ασθενείς δεν επωφελούνται, διότι όσοι καταφεύγουν στα ιδιωτικά νοσηλευτικά ιδρύματα αναγκάζονται να καλύψουν από την τσέπη τους διάφορα έξοδα, τα οποία στα δημόσια νοσοκομεία δεν τα πληρώνουν μεν οι ίδιοι, αλλά τα πληρώνει, και μάλιστα πολύ επαυξημένα, ο φορολογούμενος.
Η πραγματικότητα είναι ότι η παροχή υπηρεσιών υγείας στα δημόσια νοσοκομεία είναι συχνά χαμηλότερου επιπέδου και κοστίζει πολύ περισσότερο απ’ ό,τι στα ιδιωτικά. Περίπλοκες επεμβάσεις στα δημόσια νοσοκομεία, με χρήση παλαιών τεχνικών, κοστολογούνται 5 ή 6 ή ακόμα και 10 φορές περισσότερο έναντι αντίστοιχων επεμβάσεων σε ιδιωτικούς φορείς, με χρήση σύγχρονων μηχανημάτων, που μειώνουν σημαντικά τη διάρκεια των επεμβάσεων και τα μετεγχειρητικά προβλήματα. Ακόμη και μια απλή ακτινογραφία σε δημόσιο νοσοκομείο κοστολογείται ακόμα και 4 φορές περισσότερο απ’ ό,τι σε έναν ιδιωτικό φορέα. Τέλος, η αγορά των ιατρικών προϊόντων από τα δημόσια νοσοκομεία κοστολογείται σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και 10 φορές περισσότερο απ’ ό,τι από τους ιδιωτικούς φορείς.
Επιπλέον, τα δημόσια νοσοκομεία έχουν στη διάθεσή τους το ΕΚΑΒ, το οποίο διαμετακομίζει «δωρεάν» απευθείας σε αυτά όλους τους ασθενείς που χρειάζονται άμεση ιατρική βοήθεια. Όταν όμως λέμε «δωρεάν», εννοούμε με χρέωση του δημοσίου ταμείου. Ενώ τα ιδιωτικά νοσοκομεία υποχρεώνονται, με ίδιες δαπάνες, να διαθέτουν και να λειτουργούν δικά τους ασθενοφόρα.
Τέλος, τα δημόσια νοσοκομεία επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό και με τους μισθούς του προσωπικού, καθώς και με όλα τα λειτουργικά έξοδα. Ενώ στον ιδιωτικό τομέα όλα αυτά καλύπτονται, αντιστοίχως, μόνο από τις χρεώσεις των ιατρικών υπηρεσιών.
Από τα παραπάνω καταδεικνύεται όχι ότι η ιδιωτική υγεία είναι φθηνή, αλλά αντιστρόφως ότι η δημόσια υγεία είναι υπερβολικά ακριβή.
Την υπερκοστολογημένη «δωρεάν» παροχή υπηρεσιών στα δημόσια νοσοκομεία την επωμιζόμαστε όλοι. Βαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό και συνεπώς όλους τους πολίτες και, κατ’ επέκταση, τους ίδιους τους ασθενείς. Τις χρεώσεις των ιατρικών υπηρεσιών στον ιδιωτικό τομέα όχι μόνο δεν τις επωμίζεται το κοινωνικό σύνολο, αλλά αντιθέτως αυτές συμβάλλουν ως φορολογούμενα ποσά στην αύξηση των δημοσίων εσόδων.
Οφείλουμε όλοι να αναρωτηθούμε γιατί η δημόσια υγεία εξακολουθεί να έχει τόσο υψηλό κόστος. Ας έχουμε πάντα συνείδηση ότι πρόκειται για διαχείριση του δημοσίου χρήματος.
Δεδομένου ότι τα δημόσια νοσοκομεία δέχονται πολύ περισσότερους ασθενείς σε σχέση με τα ιδιωτικά, αν εφαρμόζονταν οι κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, μια τέτοια μαζική παροχή ιατρικών υπηρεσιών θα έπρεπε να συνεπάγεται πολύ χαμηλότερο κόστος. Στην πράξη όμως, η μέχρι σήμερα μη εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού στην υγεία όχι μόνο δεν μειώνει το κόστος στα δημόσια νοσοκομεία, αλλά διαιωνίζει την υπερκοστολόγηση των υπηρεσιών σε αυτά.
Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης προτείνω η κοστολόγηση να γίνεται ενιαία από το κράτος, τόσο για το δημόσιο όσο και για τον ιδιωτικό τομέα, ανά παρεχόμενη ιατρική υπηρεσία. Και να επιλέγει ο ασθενής σε ποιο δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα θα χρησιμοποιήσει το αντίστοιχο ποσό. Με αυτόν τον τρόπο, εκτιμώ ότι οι πολίτες θα απολαμβάνουν πολύ καλύτερες ιατρικές υπηρεσίες σε πολύ χαμηλότερο κόστος. Ενώ πολλαπλάσιο θα είναι το όφελος και για τον κρατικό προϋπολογισμό από τη μείωση των δημοσίων δαπανών για την υγεία στα δημόσια νοσοκομεία και την προβλεπόμενη φορολόγηση των ιατρικών υπηρεσιών στους ιδιωτικούς φορείς.