Μετά από ένα δύσκολο οδοιπορικό, ο νέος πτωχευτικός νόμος ξεκινά σε συνθήκες νομοθετικής σταθερότητας και ευοίωνο περιβάλλον. Έχουμε αφήσει πίσω τα δύσκολα με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Ωστόσο, το ιδιωτικό χρέος παραμένει υψηλό και πρέπει να γίνει διαχειρίσιμο. Τότε θα κριθεί και η επιτυχία του νέου πτωχευτικού νόμου.
Τα παραπάνω ανέφερε η Γενική Γραμματέας της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Χαρούλα Απαλαγάκη, μιλώντας χθες στο 3 ο NPL Summit. Η κα Απαλαγάκη τόνισε ότι ο νέος νόμος για τη ρύθμιση οφειλών με παροχή 2 ης ευκαιρίας πρέπει να εφαρμοστεί ενιαία από Δημόσιο, τράπεζες και δικαστήρια μόνο για όσους ανυπαίτια έχουν περιέλθει σε αδυναμία εξυπηρέτησης των οφειλών τους, και όχι καταχρηστικά από όσους επιδιώκουν να αποφύγουν την πληρωμή των χρεών τους. «Αν ο νέος νόμος αρχίσει να επιμολύνεται, τα αποτελέσματα δεν θα είναι καλά», τόνισε η Γενική Γραμματέας της ΕΕΤ, προσθέτοντας ότι γενικά όποια μέτρα παίρνονται, πρέπει να έχουν επωφελή αντίκτυπο για την Οικονομία.
Όπως είπε η κα Απαλαγάκη αναφερόμενη στη μείωση των κόκκινων δανείων που έχει επιτύχει το τραπεζικό σύστημα, η χώρα έχει ανακτήσει σημαντικό μερίδιο αναγνώρισης από τις ευρωπαϊκές Αρχές.
«Στην φαρέτρα της χώρας και των τραπεζών έχουμε τον “Ηρακλή”, ένα μέσο ολιστικής θεσμικής αντιμετώπισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και δεν χρειάζεται να πω πόσο περιμένουμε όλοι τον “Ηρακλή ΙΙ”. Το σχήμα και η προσπάθεια μείωσης των κόκκινων δανείων πέτυχε γιατί συνεργαστήκαμε όλοι: από την κυβέρνηση και το Υπουργείο Οικονομικών, μέχρι τις τράπεζες, τις εταιρείες διαχείρισης και τους δανειολήπτες. Είμαστε αλυσίδα στη διαχείριση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και όλοι οι κρίκοι της είναι αναγκαίοι», είπε η κα Απαλαγάκη.
Όπως πρόσθεσε, στην κρίση της πανδημίας, οι ελληνικές τράπεζες πρόσφεραν ανακούφιση σε 400.000 δανειολήπτες, νοικοκυριά και επιχειρήσεις, μεταθέτοντας τον χρόνο αποπληρωμής, ενήμερων κυρίως οφειλών, για δάνεια άνω των 25 δις. ευρώ. Το τραπεζικό σύστημα, σε κλίμα συναίνεσης με τους δανειολήπτες, έχει προσφέρει μακροπρόθεσμες λύσεις ρυθμίσεων οφειλών, απομακρύνοντας την επίλυσή τους από τις χρονοβόρες και κοστοβόρες διαδικασίες των δικαστηρίων.
Η Γ.Γ. της ΕΕΤ αναφέρθηκε, τέλος, στα προγράμματα κρατικής επιδότησης «Γέφυρα 1» και «Γέφυρα 2» που επίκειται και τα οποία δεν χρειάζονται μόνο οι δανειολήπτες, αλλά και οι τράπεζες.