«Ναρκοπέδιο» θυμίζει η παγκόσμια αγορά των σιτηρών, υπό το βάρος των αναταραχών που έχει προκαλέσει η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία – των δύο χωρών που αποτελούν τον σιτοβολώνα της Ευρώπης. Καθώς συμπληρώνονται 70 ημέρες εχθροπραξιών στα ουκρανικά εδάφη, οι διεθνείς τιμές των σιτηρών εξακολουθούν να παραμένουν στα ύψη, ενώ δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις των αναλυτών και για τους επόμενους μήνες.
Στη σκιά της αυξημένης αβεβαιότητας και εν μέσω σημαντικών αυξήσεων στις τιμές των πρώτων υλών τους, οι εγχώριες αλευροβιομηχανίες όχι μόνο παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις, αλλά και «χτίζουν» άμυνες, ώστε να διαχειριστούν την τρέχουσα κατάσταση. Ο κλάδος παραμένει σε εγρήγορση, «ζυγίζοντας» όλα τα δεδομένα και σχεδιάζοντας προσεκτικά τα επόμενα βήματά του.
Μύλοι Λούλη: Εντοπίσαμε έγκαιρα εναλλακτικές λύσεις εφοδιασμού σιτηρών
Όπως σημειώνεται στην ετήσια οικονομική έκθεση της εταιρείας Μύλοι Λούλη για τη χρήση 2021 και σε ό,τι αφορά την εμπόλεμη κατάσταση στην Ουκρανία, ο όμιλος δεν έχει ιδιαίτερη έκθεση στις ουκρανικές και ρωσικές αγορές. Συγκεκριμένα δεν υφίσταται: α) καμία σημαντική επιχειρησιακή διακοπή λόγω διακοπής της εφοδιαστικής αλυσίδας, κλείσιμο/αναστολή λειτουργιών/κατασκευαστικών ή εμπορικών εγκαταστάσεων, ταξιδιωτικούς περιορισμούς, β) κατάσχεση/ απαλλοτρίωση περιουσιακών στοιχείων από κρατικές αρχές, γ) μη διαθεσιμότητα προσωπικού, δ) περιορισμοί στα ταμειακά υπόλοιπα, ε) απομειώσεις χρηματοοικονομικών και μη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων (λαμβάνοντας υπόψη γεγονότα και νέες πληροφορίες που προέκυψαν μετά την ημερομηνία αναφοράς), στ) σημαντικές μειώσεις στις πωλήσεις, τα κέρδη ή/και τις λειτουργικές ταμειακές ροές, καθώς ο όμιλος δεν διατηρεί σημαντικές δραστηριότητες στις πληττόμενες περιοχές από συγκρούσεις, ούτε έχουν επιβληθεί άλλα μέτρα που επηρεάζουν τις δραστηριότητές της.
Όσον αφορά στις αγορές σιτηρών από τις εμπλεκόμενες χώρες και ειδικότερα από τη Ρωσία, κατά το προηγούμενο έτος αυτές αποτελούσαν το 17% της αξίας των συνολικών σιτηρών που άλεσε ο όμιλος. Κατόπιν της παύσης εξαγωγών σίτου από τις εν λόγω χώρες, οι Μύλοι Λούλη εντόπισαν έγκαιρα εναλλακτικές λύσεις εφοδιασμού από τις υπόλοιπες χώρες παραγωγής σίτου στην Ευρώπη.
Όπως επισημαίνεται ακόμη «στην παρούσα χρονική στιγμή δεν είναι εφικτή η εκτίμηση της ενδεχόμενης επίπτωσης επί του κύκλου εργασιών, των αποτελεσμάτων και της οικονομικής θέσης του ομίλου, καθότι η διοίκηση δεν είναι ακόμη σε θέση για να προβλέψει τα μεσοπρόθεσμα αποτελέσματα της τρέχουσας εμπλοκής. Επιπλέον η διοίκηση παρακολουθεί διαρκώς τις εξελίξεις και την επίδραση από τις αυξανόμενες τιμές των πρώτων υλών και το αυξημένο κόστος της ενέργειας, προκειμένου να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την ομαλή συνέχιση της δραστηριότητας του ομίλου».
Να σημειωθεί εδώ πως οι πωλήσεις για τη χρήση του 2021 ανήλθαν για τον όμιλο στα 134,91 εκατ. ευρώ, από 111,06 εκατ. ευρώ το 2020, αυξημένες κατά 21,17%.
Το κόστος πωληθέντων στον όμιλο για το 2021 διαμορφώθηκε στα 115,39 εκατ. ευρώ από 89,81 εκατ. ευρώ το 2020, αυξημένο κατά 28,48%, ενώ, αντίστοιχα στην εταιρεία το κόστος πωληθέντων ανήλθε στα 102,64 εκατ. ευρώ, από 78,89 εκατ. ευρώ την προηγούμενη χρήση, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 30,11%. Η εν λόγω αύξηση στο κόστος πωληθέντων οφείλεται στη συνέχιση της εξάπλωσης της πανδημίας, στις συνεχείς αυξήσεις σε βασικές κατηγορίες πρώτων υλών στην εγχώρια και διεθνή αγορά, στη σημαντική αύξηση του μεταφορικού κόστους και κυρίως των ναύλων για μεταφορές με εμπορευματοκιβώτια, καθώς και στην αύξηση του ενεργειακού κόστους.
Τα καθαρά κέρδη του ομίλου διαμορφώθηκαν στα 1,19 εκατ. ευρώ από 0,70 εκατ. ευρώ το 2020 και ως ποσοστό επί των πωλήσεων από 0,63% το 2020 σε 0,88% το 2021. Αντίστοιχα, τα καθαρά κέρδη για την εταιρεία διαμορφώθηκαν σε 1,30 εκατ. ευρώ από 1,76 εκατ. ευρώ το 2020, ενώ ως ποσοστό επί των πωλήσεων από 1,79% το 2020 σε 1,09% το 2021.
Μύλοι Κεπενού: Είμαστε εκτεθειμένοι στον κίνδυνο διακυμάνσεων των τιμών στις πρώτες ύλες λόγω του πολέμου
Όπως υπογραμμίζει στην ετήσια οικονομική της έκθεση για το 2021 και αναφερόμενη στα σιτηρά, η εταιρεία Μύλοι Κεπενού δηλώνει «εκτεθειμένη στον κίνδυνο διακυμάνσεων των τιμών των βασικών πρώτων υλών που χρησιμοποιεί για την παραγωγή των προϊόντων της. Ο κίνδυνος αξιολογείται ως ιδιαίτερα αυξημένος λόγω και της εμπόλεμης κατάστασης στην Ουκρανία». Η εταιρεία παρακολουθεί σε συνεχή βάση την εξέλιξη των τιμών των πρώτων υλών και έχοντας πολύ καλή σχέση με τους προμηθευτές της, προσπαθεί να προσαρμόζει εγκαίρως την πολιτική της.
Το ποσοστό της αξίας των αγορών της σε πρώτες ύλες (σιτηρά) για τη χρήση 2021 από τις εμπλεκόμενες στον πόλεμο χώρες ανήλθε σε 33% της συνολικής αξίας αγορών σιτηρών. Μετά την παύση των εισαγωγών από τις εν λόγω χώρες, η Μύλοι Κεπενού διασφάλισε εναλλακτικές πηγές προμήθειας των απαιτούμενων πρώτων υλών από άλλες χώρες παραγωγής σιτηρών.
Όπως διευκρινίζει «σχετικά με την ένταση στην Ουκρανία και τη Ρωσία, η εταιρεία θα αξιολογήσει τυχόν περαιτέρω επιπτώσεις στις τιμές αγοράς πρώτων υλών, στο κόστος ενέργειας και στη ροή προμηθειών, ώστε να λάβει έγκαιρα τα κατάλληλα μέτρα για την απρόσκοπτη λειτουργία της».
Οι καθαρές πωλήσεις της για το 2021 ανήλθαν σε 45,93 εκατ. ευρώ, αυξημένες 31,08% έναντι του 2020. Τα μικτά κέρδη διαμορφώθηκαν στα 9,50 εκατ. ευρώ (ποσοστό 20,69% επί των πωλήσεων), ενώ στην προηγούμενη χρήση είχαν ανέλθει σε 9,62 εκατ. (ποσοστό 27,45%), σημειώθηκε δηλαδή μείωση στα απόλυτα ποσά κατά 1,19%. Τα καθαρά κέρδη προ φόρων ανήλθαν σε 857.594,17 ευρώ, έναντι 1.787.486,04 ευρώ της προηγούμενης χρήσης, ενώ τα καθαρά κέρδη μετά από φόρους διαμορφώθηκαν σε 663.493,17 ευρώ το 2021, έναντι 1.297.821,44 ευρώ της προηγούμενης χρήσης.
Για την τρέχουσα χρονιά η Μύλοι Κεπενού προβλέπει πως o κύκλος εργασιών αναμένεται να διαμορφωθεί σε υψηλοτέρα επίπεδα συγκριτικά με το 2021, ωστόσο τα αποτελέσματα του 2022 θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από συγκεκριμένους παράγοντες αβεβαιότητας, όπως η εξέλιξη της εμπόλεμης κατάστασης στην Ουκρανία, των διεθνών τιμών πρώτων υλών, της ενεργειακής κρίσης και της πορείας της πανδημίας.
Κυλινδρόμυλοι Κ. Σαραντόπουλος: Ο πόλεμος θα φέρει διαταραχές στον εφοδιασμό των χωρών με σιτάρι
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με την ετήσια οικονομική έκθεση της Κυλινδρόμυλοι Κ. Σαραντόπουλος «συνεπεία των περιορισμών που επιβλήθηκαν λόγω της πανδημίας υπήρξε κατάρρευση του τουρισμού και κλείσιμο της εστίασης για τους πέντε πρώτους μήνες του 2021», ενώ παράλληλα «κατά τη σιτική περίοδο 2021-2022 υπήρξαν έντονα αυξητικές τάσεις διεθνώς στις τιμές των σιτηρών, όπως και των λοιπών πρώτων υλών, καθώς και της ενέργειας». Τα γεγονότα αυτά συμπίεσαν σημαντικά το περιθώριο του μικτού κέρδους της εταιρείας.
Πέραν των ανωτέρω, το ξέσπασμα της ρωσο-ουκρανικής κρίσης «πυροδότησε μια σειρά από αλυσιδωτές αντιδράσεις, τόσο στον ενεργειακό τομέα, όσο και στον τομέα των τροφίμων και ειδικότερα των σιτηρών».
Ο όμιλος το 2021 και νωρίτερα το 2020 προέβη σε αγορές σίτου προέλευσης Ρωσίας και Ουκρανίας, μέσω τρίτων προμηθευτών. Οι αγορές αυτές για τη χρήση 2021 αντιπροσωπεύουν περίπου το 32% της αξίας των συνολικών αγορών σίτου του ομίλου, ενώ για τη χρήση 2020 το 29,5% αντίστοιχα. Επίσης άλλο ένα 18% το προμηθεύτηκε από τη γειτονική των ανωτέρω χωρών Μολδαβία.
Η πολεμική σύγκρουση των δύο χωρών, κατά την εκτίμηση της διοίκησης της εταιρείας, θα επιφέρει διαταραχές στον εφοδιασμό των ευρωπαϊκών -και όχι μόνο-χωρών με σιτάρι αυτής της προέλευσης, γεγονός που με τη σειρά του θα επηρεάσει το κόστος παραγωγής αλεύρου. Η Κυλινδρόμυλοι Κ. Σαραντόπουλος, παρακολουθώντας στενά τις σχετικές εξελίξεις και τα προβλήματα που αφορούν στην προμήθεια σίτου, έχει ήδη στραφεί στις άλλες αγορές σίτου, στις οποίες ούτως ή άλλως έχει πρόσβαση, με υψηλότερες τιμές και με γνώμονα την απρόσκοπτη τροφοδοσία της παραγωγικής της διαδικασίας.
Να σημειωθεί εδώ ότι για το 2021 ο κύκλος εργασιών της εταιρείας ανήλθε σε 16.228,00 χιλ. ευρώ από 20.407,93 ευρώ το 2020 σημειώνοντας μείωση 20,48%, ενώ ο κύκλος εργασιών σε επίπεδο ομίλου υποχώρησε σε 16.204,26 χιλ. ευρώ από 20.410,70 χιλ. ευρώ το 2020, σημειώνοντας μείωση 20,61%. Το κόστος πωληθέντων για την εταιρεία ανήλθε σε 15.871,54 χιλ. ευρώ από 18.747,26 χιλ. ευρώ, το 2020, ενώ για τον όμιλο σε 15.896,05 χιλ. ευρώ από 18.662,83 χιλ. ευρώ πέρυσι. Οι ζημίες προ φόρων, χρηματοδοτικών, επενδυτικών αποτελεσμάτων και αποσβέσεων ανήλθαν για την εταιρεία στο ποσό των 750,74 χιλ. ευρώ, έναντι κερδών ύψους 279,87 χιλ. ευρώ το 2020 για τον όμιλο δε, διαμορφώθηκαν σε ζημίες 896,82 χιλ. ευρώ από κέρδη 75,71 χιλ. ευρώ το 2020. Το καθαρό αποτέλεσμα μετά από φόρους για την εταιρεία ήταν κέρδος ύψους 167,85 χιλ. ευρώ, ενώ για τον όμιλο (μετά την αφαίρεση των δικαιωμάτων μειοψηφίας) ήταν κέρδος1.313,29 χιλ. ευρώ.
Θα συνεχιστεί η άνοδος των τιμών στα σιτηρά
Δυσοίωνες είναι, την ίδια ώρα, οι προβλέψεις για την πορεία των τιμών στα σιτηρά. Όπως τονίζεται σε πρόσφατη ανάλυση της Τράπεζας Πειραιώς, η αναταραχή που δημιούργησε ο πόλεμος στην Ουκρανία στην αγορά των αγροτικών προϊόντων, διατήρησε τις τιμές τους σε υψηλά επίπεδα, εντείνοντας τη δυναμική του πληθωρισμού. Η συνέχιση της ανόδου των τιμών τους θα εξαρτηθεί από τη διάρκεια των πολεμικών συγκρούσεων, αλλά και από τα δεδομένα που θα διαμορφωθούν την επόμενη του πολέμου, με τις ενδείξεις αποκλιμάκωσης των τιμών να μην είναι ορατές προς το παρόν.
Οι παγκόσμιες προοπτικές για την αγορά σιταριού την περίοδο 2021-2022 αφορούν σε υψηλότερες προμήθειες, αυξημένη κατανάλωση, μειωμένο εμπόριο και αποθέματα. Πιο συγκεκριμένα, η παγκόσμια παραγωγή αναμένεται ενισχυμένη κατά 0,3 εκατ. τόνους σε 778,8 εκατ. τόνους, προερχόμενη από αύξηση της παραγωγής για την Αργεντινή (+0,5 εκατ. τόνους σε 21 εκατ. τόνους) και για το Πακιστάν (+0,5 εκατ. τόνους σε 27,5 εκατ. τόνους). Η παγκόσμια κατανάλωση προβλέπεται να ενισχυθεί (+2,7 εκατ. τόνους), κυρίως λόγω της αύξησης ζήτησης για τρόφιμα, σπόρους και βιομηχανική χρήση για την Ινδία (+4,4 εκατ. τόνους σε 100,9 εκατ. τόνους). Καθώς, όμως, οι πολεμικές εχθροπραξίες συνεχίζονται και οι τιμές του σιταριού παραμένουν υψηλές, το παγκόσμιο εμπόριο αναμένεται να κινηθεί χαμηλότερα, με τις εξαγωγές να προβλέπονται μειωμένες κατά 3,1 εκατ. τόνους σε 201,7 εκατ. τόνους (από 203,1 εκατ. τόνους), προερχόμενες από μειωμένες εξαγωγές για Ε.Ε. (-3,5 εκατ. τόνους) και Ουκρανία (-1,0 εκατ. τόνους). Ωστόσο, παρά τις κυρώσεις και τον επιβαλλόμενο εξαγωγικό φόρο, η Ρωσία συνέχισε να εξάγει σιτάρι, τείνοντας να φτάσει τους 33 εκατ. τόνους. Τα παγκόσμια αποθέματα προβλέπεται να μειωθούν κατά 3,1 εκατ. τόνους σε 278,4 εκατ. τόνους, σε χαμηλό 5ετίας. Με βάση τα παραπάνω, καθώς και τις συνθήκες καλλιέργειας χειμερινού σιταριού στις ΗΠΑ (ψυχρότερος καιρός βάσει εποχής), με τη φύτευση να περιορίζεται, οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι ανοδικές πιέσεις δύναται να συνεχιστούν στην τιμή του σιταριού…
Οι «αποκλεισμένοι» τόνοι σιτηρών στην Ουκρανία και οι κατασχέσεις από τη Ρωσία
Όπως αποκάλυψε την Παρασκευή, κορυφαίος αξιωματούχος του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO), σχεδόν 25 εκατ. τόνοι σιτηρών είναι αποκλεισμένοι στην Ουκρανία και δεν μπορούν να μεταφερθούν εκτός χώρας λόγω δυσκολιών στις υποδομές και των αποκλεισμένων λιμανιών της Μαύρης Θάλασσας, συμπεριλαμβανομένης της Μαριούπολης. Οι αποκλεισμοί θεωρούνται ένας από τους παράγοντες που ευθύνονται για τις υψηλές τιμές τροφίμων, καθώς η Ουκρανία ήταν η τέταρτη μεγαλύτερη χώρα στον κόσμο στην εξαγωγή αραβόσιτου την περίοδο 2020-2021 και η έκτη μεγαλύτερη στις εξαγωγές σίτου, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Συμβουλίου Σιτηρών.
«Είναι μια σχεδόν αλλόκοτη κατάσταση που βλέπουμε αυτή τη στιγμή στην Ουκρανία με σχεδόν 25 εκατ. τόνους σιτηρών, που θα μπορούσαν να εξαχθούν, αλλά δεν μπορούν να βγουν εκτός χώρας λόγω έλλειψης υποδομών και αποκλεισμών των λιμανιών», δήλωσε, σύμφωνα με τα διεθνή μέσα, ο Γιόσεφ Σμιντχούμπερ, αναπληρωτής επικεφαλής της διεύθυνσης Αγορών και Εμπορίου του FAO.
Ο Σμιντχούμπερ προειδοποίησε μάλιστα πως τα γεμάτα σιλό μπορεί να οδηγήσουν σε ελλείψεις σε αποθηκευτικούς χώρους κατά την επόμενη συγκομιδή τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. «Παρά τον πόλεμο οι συνθήκες συγκομιδής δεν φαίνονται τόσο τρομερές. Αυτό θα μπορούσε πραγματικά να σημαίνει ότι δεν υπάρχει επαρκής αποθηκευτική δυναμικότητα στην Ουκρανία, ιδίως εάν δεν ανοίξει διάδρομος σίτου για εξαγωγές από τη χώρα», εξήγησε, προσθέτοντας ότι οι αναφορές πως κάποιοι αποθηκευτικοί χώροι σιτηρών έχουν καταστραφεί στις συγκρούσεις στην Ουκρανία, προκαλούν επίσης ανησυχία.
Υπενθυμίζεται εδώ ότι την περασμένη Τετάρτη, η κυβέρνηση της Ουκρανίας κατηγόρησε τη Ρωσία πως αφαίρεσε 400.000 τόνους σιτηρών από περιοχές της που έχουν καταληφθεί από τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις από τις 24 Φεβρουαρίου. Πρόκειται χονδρικά για το ένα τρίτο των αποθεμάτων σιτηρών στη Χερσώνα, στη Ζαπορίζια, στο Ντανιέτσκ και στο Λουγκάνσκ, συνόψισε ο υπουργός Γεωργίας της Ουκρανίας, Τάρας Βισότσκι. Πριν ξεσπάσει η σύρραξη, στις περιοχές αυτές ήταν αποθηκευμένοι 1,3 εκατ. τόνοι σιτηρών για τον καθημερινό εφοδιασμό και για σπορά. «Δεν υπήρχαν στρατηγικά αποθέματα», δήλωσε ο υπουργός, προειδοποιώντας πως εάν οι διαθέσιμες ποσότητες μειωθούν περαιτέρω, υπάρχει κίνδυνος λιμού…