Χρονική διάρκεια 12 μηνών προβλέπεται να έχει η διπλή παρέμβαση στην εγχώρια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, που δρομολογεί το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και για την οποία άναψε πριν από δύο 24ωρα το καταρχήν «πράσινο φως» η Γενική Διεύθυνση Ενέργειας της Κομισιόν. Επομένως, η υφιστάμενη λειτουργία της χονδρεμπορικής αγοράς θα αποκατασταθεί τον Ιούλιο του 2023, αν επιτευχθεί ο στόχος για επιβολή του έμμεσου πλαφόν από τις αρχές του μεθεπόμενου μήνα.
Με δεδομένο ότι το έμμεσο πλαφόν θα περιορίσει δραστικά τις λιανικές τιμές ρεύματος, η 12μηνη εφαρμογή του συνεπάγεται ότι οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις θα είναι θωρακισμένοι από υπερβολικές αυξήσεις τόσο κατά το φετινό καλοκαίρι, όσο και τον επόμενο χειμώνα. Κάτι που σημαίνει ότι θα δημιουργηθεί ένα «δίχτυ προστασίας» που θα αποτρέψει την εκτίναξη των λογαριασμών στις δύο επόμενες περιόδους αυξημένων καταναλώσεων ρεύματος.
Παράλληλα, η περίοδος εφαρμογής της παρέμβασης συμπίπτει με το χρονικό «παράθυρο» στο οποίο εκτιμάται ότι οι χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας θα παραμείνουν στα σημερινά, πολύ υψηλά επίπεδα, λόγω των μεγάλων ανατιμήσεων στο φυσικό αέριο. Όπως έγραφε η Κομισιόν στην τελευταία «εργαλειοθήκη» με προτεινόμενα εθνικά «αντίμετρα» για την ενεργειακή κρίση, οι προβλέψεις των «παικτών» της αγοράς δείχνουν ότι οι τιμές του αερίου θα παραμείνουν στο σημερινό ύψος, δηλαδή στα 100 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, μέχρι το τέλος του επόμενου χειμώνα, ώστε να αποκλιμακωθούν στη συνέχεια σε κάποιο βαθμό.
Στην (μάλλον απίθανη) περίπτωση που στο μεταξύ υπάρξει κάποια θετική ανατροπή, και οι τιμές του αερίου αποκλιμακωθούν αισθητά, όπως είναι φυσικό το έμμεσο πλαφόν θα αποσυρθεί νωρίτερα από το προβλεπόμενο.
Τα έσοδα για το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης
Όπως έγραψε χθες το Insider.gr, βασική «αποστολή» της διπλής παρέμβασης είναι η ανάκτηση των υπερεσόδων των ηλεκτροπαραγωγών, δηλαδή των πρόσκαιρων αυξημένων αμοιβών που έχουν οι μονάδες από τη συμμετοχή τους στην αγορά, στη συγκυρία της ενεργειακής κρίσης. Τα ποσά αυτά θα πηγαίνουν στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης (ΤΕΜ), ώστε να ενισχύσουν τα κεφάλαια που διαθέτει το Ταμείο για τη χρηματοδότηση των επιδοτήσεων στους λογαριασμούς ηλεκτρισμού.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών της αγοράς, αυτά τα υπερέσοδα αναμένεται να αγγίξουν τα 1,502 δισ. ευρώ για όλη τη χρονική περίοδο εφαρμογής της παρέμβασης. Οι εκτιμήσεις αυτές βασίζονται στο γεγονός ότι η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) υπολόγισε τις αυξημένες αμοιβές των ηλεκτροπαραγωγών σε 900 περίπου εκατομμύρια για ένα 6μηνο (δηλαδή από τον Οκτώβριο 2021 έως τον Μάρτιο 2022), στο πλαίσιο της φορολόγησής τους από την πολιτεία.
Υπολογισμένα τα πλαφόν για την εκκίνηση του μέτρου
Όσον αφορά την επιβολή του πλαφόν, προβλέπεται ο καθορισμός ενός μέγιστου ορίου αμοιβής ανά τεχνολογία ηλεκτροπαραγωγής (μονάδες αερίου, λιγνιτικοί σταθμοί, υδροηλεκτρικά, ΑΠΕ χωρίς κρατική ενίσχυση). Τα όρια αυτά θα τεθούν σε τέτοια ύψη ώστε να καλύπτεται το λειτουργικό κόστος κάθε μονάδας, αποκομίζοντας και ένα μικρό εύλογο κέρδος.
Επίσης, τα πλαφόν θα επαναπροσδιορίζονται σε καθημερινή βάση, ώστε να ανταποκρίνονται στα λειτουργικά κόστη κάθε τεχνολογίας, τα οποία μεταβάλλονται. Έτσι, για παράδειγμα, το λειτουργικό κόστος των λειτουργικών μονάδων εξαρτάται από την τρέχουσα τιμή των δικαιωμάτων ρύπων, ενώ των σταθμών αερίου τόσο από τα δικαιώματα ρύπων όσο και από την τιμή του φυσικού αερίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες του Insider.gr, ήδη έχουν προσδιοριστεί τα πλαφόν ανά τεχνολογία που θα ισχύσουν από την έναρξη εφαρμογής του μέτρου. Ο υπολογισμός έχει γίνει από τεχνικό κλιμάκιο του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Για την επικαιροποίηση των πλαφόν, κάθε ημέρα, έχει δημιουργηθεί ένας αλγόριθμος που υπολογίζει αυτόματα τις σχετικές τιμές, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις απαραίτητες παραμέτρους.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, τη διαχείριση αυτού του μηχανισμού αυτοματοποιημένης αναπροσαρμογής των ορίων θα έχει το Χρηματιστήριο Ενέργειας. Έτσι, σε καθημερινή βάση, από τα έσοδα που έχει μία μονάδα συμμετέχοντας στη χονδρεμπορική αγορά, το Χρηματιστήριο θα καθορίζει με ποιο ποσό αυτή θα αμειφθεί και ποιο θα καταλήξει στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης.