«Αναμένουμε ότι η κερδοφορία των ευρωπαϊκών τραπεζών θα παραμείνει σε ισχυρά επίπεδα το 2024, αν και ελαφρώς χαμηλότερα από φέτος, λόγω της πίεσης στα περιθώρια, της υποτονικής αύξησης των δανειών, των υψηλότερων εξόδων και του πιστωτικού κόστους» όπως εκτιμά η DBRS.
Παράλληλα, η ρευστότητα των τραπεζών αναμένεται να παραμείνει σταθερή και συμπαγής, παρά την πίεση από την ανατιμολόγηση των καταθέσεων, καθώς η ζήτηση δανείων είναι υποτονική εν μέσω υψηλότερων επιτοκίων και αδύναμων οικονομιών. Οι δείκτες κεφαλαίου συνεχίζουν να επωφελούνται από τη δημιουργία ισχυρής κερδοφορίας, η οποία αντισταθμίζει σε μεγάλο βαθμό την πίεση για αύξηση των διανομών μερισμάτων και την επαναγορά ιδίων.
«Οι τράπεζες επωφελήθηκαν από τα ισχυρά αποτελέσματα τα τελευταία τρίμηνα, αλλά αναμένουμε ότι η ποιότητα του ενεργητικού θα επιδεινωθεί σταδιακά λόγω των υψηλότερων επιτοκίων και της συνεχιζόμενης αδυναμίας στις περισσότερες ευρωπαϊκές οικονομίες, με τον αντίκτυπο να γίνεται πιο ορατός στα δανειακά επιχειρηματικά χαρτοφυλάκια των τραπεζών», δήλωσε η Sonja Förster Vice President, Global Financial Institutions της DBRS Morningstar.
Οι τράπεζες των χωρών από τα αριστερά του πίνακα, εμφανίζουν τα υψηλότερα επιτοκιακά περιθώρια και συνήθως έχουν ορισμένα ή όλα τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
- Δραστηριοποιούνται σε αγορές με υψηλό ποσοστό δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο και έχουν ήδη ανατιμήσει μεγάλο μέρος, αν όχι ολόκληρο, του δανειακού τους χαρτοφυλακίου.
- Δεν έχουν περάσει το μεγάλο μέρος των αυξήσεων των επιτοκίων στους καταθέτες.
- Οι προθεσμιακές καταθέσεις ως ποσοστό των συνολικών τείνουν να είναι χαμηλές.
Ως προς τη Γαλλία, στο άκρο δεξιά του πίνακα, η DBRS αναφέρει πως χαρακτηρίζεται από τη λιανική αγορά που ρυθμίζει την τιμολόγηση των καταθέσεων καθώς και των δανείων, οδηγώντας σε μείωση του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου. Με εξαίρεση τις χώρες με δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, όπως η Πορτογαλία ή η Ελλάδα, στις περισσότερες χώρες τα δάνεια εξακολουθούν να ανατιμώνται, γεγονός που αναμένεται να υποστηρίξει το NIM το 2024, όπως εκτιμά ο οίκος αξιολόγησης.
Επιπλέον, από τις 20 Σεπτεμβρίου 2023, η ΕΚΤ αποφάσισε να μηδενίσει το επιτόκιο αποδοχής των ελάχιστων αποθεματικών από το 4% που έχει φτάσει το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων. Δεδομένου ενός μέσου ελάχιστου αποθεματικού για την περίοδο που λήγει στα τέλη Οκτωβρίου 2023 ύψους 165 δισ. ευρώ, η μείωση των επιτοκίων θα μειώσει τα τραπεζικά κέρδη κατά 6,6 δισ. ευρώ ετησίως. «Έχουν γίνει επίσης συζητήσεις για αύξηση του κατώτατου ορίου ελάχιστων αποθεματικών (Minimum Reserves Requirements - MRR) για τις ευρωπαϊκές τράπεζες. από το τρέχον 1% των καθορισμένων υποχρεώσεων. Ωστόσο, δεδομένου ότι η περιοριστική νομισματική πολιτική αποδεικνύεται αποτελεσματική και των αρνητικών επιπτώσεων στη ρευστότητα των τραπεζών που θα είχε ένα τέτοιο μέτρο, θεωρούμε απίθανη μια αύξηση το 2024», όπως εκτιμά η DBRS.