Ανοδικά κινήθηκαν οι πωλήσεις δ’ τριμήνου για τον όμιλο ειδών πολυτελείας της LVMH κατά 10%, λόγω της ανθεκτικής ζήτησης, μεταξύ άλλων και στην Κίνα, για τα ενδύματα μόδας.
Οι πωλήσεις σε μάρκες όπως Louis Vuitton, Dior και Tiffany, έφτασαν τα 24 δισ. ευρώ το τελευταίο τρίμηνο του 2023, αν αφαιρεθούν οι συναλλαγματικές διακυμάνσεις και οι εξαγορές, μέγεθος που ξεπερνά οριακά τις προσδοκίες των αναλυτών για ανάπτυξη 9%, σύμφωνα με πρόβλεψη της HSBC. Οι πωλήσεις είχαν αυξηθεί κατά 9% το γ' τρίμηνο και κατά 17% τόσο το α' όσο και το β' τρίμηνο του έτους.
Οι πιο ισχυροί κατασκευαστές ειδών πολυτελείας, όπως η LVMH και η ιδιοκτήτρια της Cartier, Richemont, έχουν δείξει τη μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στην κάμψη των καταναλωτικών δαπανών. Ανταγωνιστές, που πωλούν προϊόντα σε χαμηλότερες τιμές, όπως η βρετανική Burberry, τα έχουν «βρει σκούρα».
«Τα προϊόντα υψηλότερης ποιότητας είναι εκείνα που έχουν τη μεγαλύτερη ζήτηση στον κόσμο», είπε σε αναλυτές ο CEO της LVMH Bernard Arnault, επικαλούμενος προϊόντα υψηλής ραπτικής όπως τα Christian Dior και προσθέτοντας ότι είναι ευχαριστημένος με τον ρυθμό ανάπτυξης του ομίλου, ενώ δηλώνει «πολύ σίγουρος» για το 2024.
Τα προϊόντα της LVMH περιλαμβάνουν την μικρή τσάντα Lady Dior, η οποία πωλείται στο διαδίκτυο στα 11.500 δολάρια και τη σαμπάνια Dom Perignon P3 Plenitude Brut Rose, η οποία πωλείται στα 5.377 δολάρια.
Η κατανάλωση των προϊόντων Louis Vuitton από εύπορους Κινέζους στην Ευρώπη έφτασαν το 70% του επιπέδου του 2019, πριν από την πανδημία, δήλωσε ο οικονομικός διευθυντής Jean-Jacques Guiony.
«Έχουμε σημαντική αύξηση στους Κινέζους πελάτες, η οποία συνεχίζεται αμείωτη», πρόσθεσε.
Η LVMH, όμιλος ετερογενών δραστηριοτήτων που περιλαμβάνει οινοπνευματώδη ποτά, κοσμήματα, καλλυντικά και είδη μόδας, θεωρείται ως βαρόμετρο για την ευρύτερη βιομηχανία ειδών πολυτελείας.
Αναλυτές της Barclays προβλέπουν ανάπτυξη σε ολόκληρη τον κλάδο κατά 5% φέτος, από 9% πέρυσι και από διψήφια ανάπτυξη τα προηγούμενα δύο χρόνια.
Οι πωλήσεις στον βραχίονα μόδας και δερμάτινων ειδών της LVMH, το οποίο περιλαμβάνει τις μεγαλύτερες ετικέτες Vuitton και Dior, αυξήθηκαν κατά 9% κατά τη διάρκεια του τριμήνου, λίγο χαμηλότερα από τις προσδοκίες για ανάπτυξη 10%.
Η διοίκηση προτείνει την διανομή μερίσματος 13 ευρώ ανά μετοχή, έναντι 12 ευρώ ένα χρόνο πριν. Προέβλεψε συνεχή ανάπτυξη το επόμενο έτος παρά το αβέβαιο μακροοικονομικό και γεωπολιτικό πλαίσιο.