Κρίσιμο θεωρεί το 2017 για την ελληνική οικονομία ο πρόεδρος της Alpha Bank, Βασίλης Ράπανος, ο οποίος σημείωσε, ωστόσο, ότι εάν τα πράγματα εξελιχθούν ομαλά, τότε μπορεί να αποδειχθεί σε έτος-ορόσημο για την οικονομία και το τραπεζικό σύστημα.
Μιλώντας στη Γενική Συνέλευση των μετόχων της τράπεζας, ο κ. Ράπανος σημείωσε ότι η χώρα καλείται να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα που διαμορφώνουν οι συνεχείς επιβαρύνσεις στο ασφαλιστικό και το φορολογικό σύστημα, οι οποίες υποσκάπτουν την προοπτική της και ευθύνονται για την αιμορραγία καταθέσεων από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, καθώς νοικοκυριά και επιχειρήσεις υποχρεώνονται να «ροκανίζουν» τις καταθέσεις προκειμένου να αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους.
Χαρακτήρισε «ανθεκτική ασπίδα προστασίας» για την οικονομία και τη χώρα την παραμονή στο ευρώ, ενώ τόνισε ότι θα πρέπει να προχωρήσουν τα επενδυτικά σχέδια και οι μεταρρυθμίσεις. Αντίστοιχα, οι εταίροι πρέπει να προχωρήσουν σε ρεαλιστικές παρεμβάσεις για το χρέος και τα πρωτογενή πλεονάσματα, ούτως ώστε να εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία. Παράλληλα, σύμφωνα με τον κ. Ράπανο, η πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων είναι αυτή που θα φέρει τη χώρα πίσω στο δρόμο της ανάπτυξης και θα βοηθήσει να μειωθεί η ανεργία.
Ο πρόεδρος της Alpha Bank, τέλος, σημείωσε πως η τράπεζα πρωτοπορεί σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των κόκκινων δανείων και τα αποτελέσματα από αυτή τη διαχείριση είναι τελικά αυτά που θα συμβάλλουν στην ανάκαμψη της οικονομίας, επιτρέποντας και πάλι στο τραπεζικό σύστημα να προσφέρει ρευστότητα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank, Δημήτρης Ματζούνης, ο οποίος έκανε εκτενή αναφορά στη στρατηγική της τράπεζας για τη διαχείριση των NPLs.
Όπως είπε, ήδη η Alpha Bank έχει μεταφέρει κόκκινα δάνεια - κυρίως στεγαστικά - αξίας 500 εκατ. ευρώ στη Cepal, ενώ το ποσό αυτό θα ανέλθει στα 4 δισ. ευρώ έως το τέλος του 2018. Αντίστοιχη συνεργασία, με βάση το θεσμικό πλαίσιο, υπάρχει και με την KKR για επιχειρηματικά δάνεια, με τον κ. Ματζούνη να σημειώνει ότι υπάρχει ικανοποίηση, διότι οι αλλαγές αυτές θα βοηθήσουν την τράπεζα να απελευθερώσει δυνάμεις και να παίξει κομβικό ρόλο στο μέλλον σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση της αγοράς. Εκτίμησε μάλιστα ότι έως το τέλος του 2019 τα νέα δάνεια θα φτάσουν τα 4 δισ. ευρώ.