Με ρυθμούς 3.000 ακινήτων τον μήνα συνεχίστηκαν και το 2019 οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί ακινήτων, με τα αποτελέσματα ωστόσο να είναι απογοητευτικά για τις τράπεζες.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν αναρτηθεί στην πλατφόρμα eauction.gr, το προηγούμενο έτος αναρτήθηκαν 30.000 πλειστηριασμοί «κόκκινων» ακινήτων, ωστόσο, μόνο 1 στους 3 πλειστηριασμούς διενεργήθηκε. Οι 10.000 πλειστηριασμοί πήραν αναβολή, συνήθως μετά από αποκοπή με αίτημα την αύξηση του ελάχιστου τιμήματος και, σε λιγότερες περιπτώσεις, λόγω της καταβολής χρημάτων στο «παρά πέντε» από τους οφειλέτες για ρύθμιση με την τράπεζα.
Τονίζεται, επίσης, ότι από τους πλειστηριασμούς που ολοκληρώνονται το 80-85% των ακινήτων συνήθως καταλήγει στον ισολογισμό της ίδιας τράπεζας.
Μόνο τον Δεκέμβριο αναρτήθηκαν στην ηλεκτρονική πλατφόρμα 3.360 πλειστηριασμοί, από τους οποίους οι 1.161 βρίσκονται σε αναστολή. Για το 2020, έχουν αναρτηθεί πολύ λιγότερα ακίνητα μέχρι στιγμής, μόλις 1.437 για τον Ιανουάριο. Σημειώνεται ότι έως το τέλος Απριλίου θα βρίσκεται σε ισχύ η πλατφόρμα προστασίας της πρώτης κατοικίας, καθώς και η δικαστική οδός του Νόμου Κατσέλη, ενώ από την 1η Μαΐου σχεδιάζεται από την κυβέρνηση να λειτουργεί ο νέος πτωχευτικός κώδικας που θα συμπεριλάβει όλα τα ιδιωτικά χρέη κάτω από την «ομπρέλα» του.
Το τοπίο στις ρευστοποιήσεις ακινήτων αναμένεται να αλλάξει άρδην το 2020, καθώς νέες παράμετροι μπαίνουν στην εξίσωση. Η κυριότερη, μετά την αλλαγή στο πτωχευτικό δίκαιο, είναι η μεταβίβαση ολοένα περισσότερων ενυπόθηκων δανείων στους servicers, είτε μέσω της πώλησης «πακέτων» NPEs είτε μέσω των τιτλοποιήσεων-μαμούθ που ετοιμάζονται φέτος.
Από τη μία πλευρά, τράπεζες και κυβέρνηση έχουν βάλει στο στόχαστρο του «στρατηγικούς κακοπληρωτές» και ήδη ετοιμάζονται μέτρα για τον διαχωρισμό τους από εκείνους που βρίσκονται σε πραγματική οικονομική δυσχέρεια. Η άρση της «ασυλίας», λοιπόν, από τη μία και η αξιοποίηση της πλούσιας τεχνογνωσίας που διαθέτουν στην απαίτηση οφειλών κολοσσοί όπως η Intrum και η doValue, οι οποίες έχουν συνάψει deal με την Τράπεζα Πειραιώς και τη Eurobank αντίστοιχα, αναμένεται να επιταχύνουν τους ρυθμούς ρευστοποίησης των ακινήτων -ή, στην ευκταία περίπτωση, τους ρυθμούς αποπληρωμής των οφειλών από όσους μπορούν αλλά επιλέγουν να μην το κάνουν πάνω από μία δεκαετία τώρα.