Σημαντική βελτίωση του ελληνικού μεταποιητικού τομέα και συγκεκριμένα την ισχυρότερη που έχει καταγραφεί από τον Απρίλιο του 2000 υπέδειξαν τα στοιχεία του PMI Αυγούστου, καθώς οι εντονότερες αυξήσεις στην παραγωγή και στις νέες παραγγελίες στήριξαν τη συνολική ανάπτυξη. Παράλληλα, η ζήτηση από νέους και υφιστάμενους πελάτες ενισχύθηκε, καθώς οι εταιρείες επιτάχυναν τις δραστηριότητες αγορών και προσλήψεων.
Παρόλα αυτά, οι σημαντικές καθυστερήσεις από την πλευρά των προμηθευτών ώθησαν και πάλι υψηλότερα την επιβάρυνση κόστους, καθώς οι τιμές εισροών σημείωσαν αισθητή άνοδο. Οι επιχειρήσεις ήταν σε θέση να μετακυλίσουν μέρος του υψηλότερου κόστους στους πελάτες, μετά τη δριμεία αύξηση των χρεώσεων. Εν τω μεταξύ, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη κατέγραψε άνοδο με βάση την αισιοδοξία για περαιτέρω αύξηση στις εισροές νέων παραγγελιών.
Ο κύριος δείκτης PMI έκλεισε στις 59,3 μονάδες τον Αύγουστο, τιμή υψηλότερη από τις 57,4 μονάδες του Ιουλίου, υποδεικνύοντας αισθητή άνοδο των λειτουργικών συνθηκών στον ελληνικό μεταποιητικό τομέα. Ο ρυθμός αύξησης ήταν ο ταχύτερος σε διάστημα μεγαλύτερο των 21 ετών και σε γενικές γραμμές ισχυρός.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της τελευταίας έρευνας, η Siân Jones, οικονομολόγος στην IHS Markit, είπε: «Τα στοιχεία του Αυγούστου υπέδειξαν άλλη μία βελτίωση της υγείας του μεταποιητικού τομέα στην Ελλάδα, καθώς η επανεκκίνηση συνεχίζεται στην ευρύτερη οικονομία. Η ισχυρότερη ζήτηση των πελατών υποστήριξε την ταχύτερη αύξηση της παραγωγής και των νέων παραγγελιών σε διάστημα μεγαλύτερο των 21 ετών, δεδομένου ότι παράλληλα βελτιώθηκαν και οι συνθήκες εξαγωγών.
Παρότι οι πληθωριστικές πιέσεις αμβλύνθηκαν από τα υψηλά επίπεδα που παρατηρήθηκαν τον Ιούνιο, παρέμειναν σε ιστορικά υψηλό βαθμό λόγω των φαινομενικά αδιάκοπων ελλείψεων και των καθυστερήσεων στην παράδοση πρώτων υλών από την πλευρά των προμηθευτών. Με βάση τις τρέχουσες προβλέψεις μας, αναμένεται ότι οι αισθητές αυξήσεις στις τιμές των παραγωγών θα διοχετευθούν στις συνολικές τιμές καταναλωτή όσο το 2021 προχωρά.
Όσον αφορά τα θετικά στοιχεία της έρευνας, ο ρυθμός δημιουργίας θέσεων εργασίας επιταχύνθηκε, καθώς οι επιχειρήσεις επιδίωξαν να διατηρήσουν τον έλεγχο των εισερχόμενων νέων παραγγελιών δεδομένης της μείωσης των αποθεμάτων ετοίμων προϊόντων».