Oλοένα περισσότερο γίνεται ορατή η απειλή του στασιμοπληθωρισμού φέρνοντας μνήμες από την δεκαετία του 1970 και «πονοκέφαλο» στους επικεφαλής της παγκόσμιας οικονομίας.
Με την οικονομία της Κίνας να επιβραδύνεται ραγδαία και με τις εντεινόμενες προσπάθειες της Fed να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό εγείροντας ανησυχίες για μια «σκληρή προσγείωση», οι προειδοποιήσεις για τους επακόλουθους κινδύνους εντείνονται.
Οι υπουργοί Οικονομικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες των G7, που συναντώνται σήμερα στη Γερμανία, εκφράζουν απόλυτη ανησυχία ότι ο στασιμοπληθωρισμός δεν μπορεί πλέον να αποτραπεί.
«Ο πόλεμος στην Ουκρανία είχε πρόσθετες επιπτώσεις στην οικονομία», είπε στους δημοσιογράφους την Πέμπτη ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, σύμφωνα με το Bloomberg.
«Αυτό σημαίνει ώθηση στον πληθωρισμό, σε συνδυασμό με απώλεια της δυναμικής ανάκαμψης μετά την πανδημία. Γι' αυτό θα πρέπει να συζητήσουμε τι μπορούμε να κάνουμε για να αποφύγουμε τα σενάρια στασιμοπληθωρισμού».
Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ο παράγοντας που αλλάζει το παιχνίδι για τις δυνάμεις της Δύσης, αναγκάζοντάς τες να επανεξετάσουν τις σχέσεις δεκαετιών με τη Ρωσία όχι μόνο σε ό,τι αφορά την ασφάλεια αλλά και σε ό,τι αφορά την ενέργεια, τα τρόφιμα και τις παγκόσμιες εφοδιαστικές συμμαχίες από τα μικροτσίπ έως τις σπάνιες γαίες.
Την Τετάρτη είχαν προηγηθεί σχόλια από την Αμερικανίδα ομόλογό του, την υπουργό Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν ότι «οι υψηλότερες τιμές των τροφίμων και της ενέργειας έχουν στασιμοπληθωριστικά αποτελέσματα, συγκεκριμένα μειώνουν την παραγωγή και τις δαπάνες και αυξάνουν τον πληθωρισμό σε όλο τον κόσμο».
Ο τριπλός συνδυασμός του αυξανόμενου πληθωρισμού, της επιβράδυνσης της ανάπτυξης και της αύξησης της ανεργίας είναι το χειρότερο σενάριο για τους κεντρικούς τραπεζίτες και τις πολιτικές ηγεσίες, οι οποίοι θα πρέπει να επιλέξουν ποια «ασθένεια» θα καταπολεμήσουν.
Έχοντας περάσει όλο το 2021 στοιχηματίζοντας ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει, οι αξιωματούχοι των κεντρικών τραπεζών δηλώνουν τώρα ότι οι τιμές είναι το πρωταρχικό τους μέλημα, ακόμη κι αν αυτή η μάχη περιορίζει τη ζήτηση και τις προσλήψεις.
Ενώ οι προοπτικές για παγκόσμια ύφεση παραμένουν χαμηλές, για φέτος τουλάχιστον, ο ρυθμός των γεγονότων «αιχμαλωτίζει» τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και τους επενδυτές, καθώς οι χρηματοπιστωτικές αγορές υποχωρούν και οι προβλέψεις για την ανάπτυξη συνεχίζουν να αναθεωρούνται χαμηλότερα.
Στις ΗΠΑ, ο πρόεδρος της Fed Τζερόμ Πάουελ δήλωσε ότι θα συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια έως ότου υπάρξουν «σαφείς και πειστικές» αποδείξεις ότι ο πληθωρισμός υποχωρεί. Εν τω μεταξύ, η αύξηση των τιμών στην Βρετανία έφτασε σε υψηλό 40 ετών και ο διοικητής της BoE, Άντριου Μπέιλι, προειδοποίησε ότι η αύξηση του κόστους των τροφίμων θα μπορούσε να έχει συνέπειες «Αποκάλυψης» για τον κόσμο.
Οι αγορές έχουν επίσης θορυβηθεί. Ο S&P 500 υποχώρησε 4% την Τετάρτη, καταγράφοντας την μεγαλύτερη ημερήσια απώλειά του από το 2020. Η πτώση του κατά 17% για το το έτος μέχρι σήμερα είναι η χειρότερη αρχή χρονιάς τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1940.
Το μεγαλύτερο σοκ έρχεται από την Κίνα, όπου οι αναλυτές συνεχίζουν να υποβαθμίζουν τις προοπτικές της. Η Standard Chartered, η Goldman Sachs και η Citigroup μείωσαν όλες τις προβλέψεις τους αυτή την εβδομάδα, όπως και η Bloomberg Economics που τώρα προβλέπει ανάπτυξη μόλις 2% για το έτος, από 3,6%.
Ωστόσο, η Κριστίν Λαγκάρντ, επέμεινε σε συνέντευξή της νωρίτερα τον Μάιο πως «ο στασιμοπληθωρισμός δεν είναι το βασικό μας σενάριο» και ότι «η σημερινή κατάσταση δεν μπορεί να συγκριθεί με εκείνη της δεκαετίας του 1970».
Αντίθετα, άλλοι πιστεύουν ότι είναι ήδη πολύ αργά για να αποτραπεί αυτό το αποτέλεσμα, όπως ο πρόεδρος της Gramercy Fund Management, Μοχάμεντ Ελ Εριάν, ο οποίος μιλώντας την Τετάρτη στο Bloomberg, είπε πως «αυτό που είναι αναπόφευκτο είναι ο στασιμοπληθωρισμός», συμπληρώνοντας πως «είδαμε την ανάπτυξη να μειώνεται και βλέπουμε τον πληθωρισμό να παραμένει υψηλός».