Ακόμη πιο βαθιά στο «τούνελ» της ακρίβειας εισέρχεται η ελληνική οικονομία με την έλευση του φθινοπώρου, με την πληθωριστική κρίση ολοένα και να εντείνεται. Το κύμα ανατιμήσεων δεν λέει να καταλαγιάσει ενώ πλέον το πέπλο των αυξήσεων έχει απλωθεί για τα καλά στο σύνολο σχεδόν των ειδών διατροφής.
Όπως επιβεβαιώνουν παράγοντες της αγοράς, οι νέοι τιμοκατάλογοι των προμηθευτών για τον μήνα Σεπτέμβριο έφτασαν αυξημένοι στα σούπερ μάρκετ, με τις πληροφορίες να κάνουν λόγο για ανατιμήσεις σε τουλάχιστον 40 κατηγορίες προϊόντων και με τα ποσοστά των αυξήσεων να κυμαίνονται μεσοσταθμικά μεταξύ 10% και 15%.
Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάζει το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς, οι αυξήσεις που προκύπτουν στα ράφια των καταστημάτων τον Σεπτέμβριο αφορούν στις ανατιμήσεις που καταγράφηκαν τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο στην παραγωγή, καθώς «μετά από τόσους μήνες ενεργειακής κρίσης, τα περιθώρια απορρόφησης των αυξημένων τιμών εκμηδενίστηκαν, αφού η ρευστότητα και τα οικονομικά μεγέθη των επιχειρήσεων μειώνονται συνεχώς». «Ο Σεπτέμβριος είναι παραδοσιακά ο μήνας που πολλές αυξήσεις στο κλάδο των τροφίμων περνούν από το ‘χωράφι στο ράφι’ και από εκεί στο τραπέζι μας», σχολίαζε πρόσφατα ο πρόεδρος του ΕΒΕΠ, Βασίλης Κορκίδης.
Μπροστά σε αυτό το κλίμα αβεβαιότητας οι καταναλωτές αφήνουν πίσω τους την ξεγνοιασιά των ολιγοήμερων διακοπών τους και επιστρέφουν στη σκληρή πραγματικότητα του φθινοπώρου και της ακρίβειας, προσπαθώντας να βρουν τρόπους να τα βγάλουν πέρα χωρίς να τινάξουν στον αέρα τους οικογενειακούς τους προϋπολογισμούς ενόψει ενός πολύ απαιτητικού χειμώνα…
Όπως προκύπτει από πηγές της αγοράς, οι αυξήσεις στα προϊόντα για τον τρέχοντα μήνα υπολογίζονται ως εξής: γαλακτοκομικά 12%, μαργαρίνες 20%, αλλαντικά 10%, κονσέρβες 15%, γλυκίσματα 20%, παγωτά 5%, καλλυντικά 25%, προϊόντα περιποίησης και φροντίδας 18%, απορρυπαντικά 15%.
Η εικόνα στα οπωροκηπευτικά
Άκρως κατατοπιστικά είναι τα τελευταία στατιστικά δελτία τιμών του Οργανισμού Κεντρικών Αγορών και Αλιείας (ΟΚΑΑ), ημερομηνίας 1ης Σεπτεμβρίου, που αποτυπώνουν τις αυξημένες τιμές στις οποίες πωλούνται τα οπωρολαχανικά. Οι τιμές που ακολουθούν αφορούν στη χονδρική πώληση, οπότε δεν αποκλείεται να «τσιμπήσουν» ακόμη περισσότερο μέχρι τα προϊόντα να φτάσουν στους τελικούς καταναλωτές.
Ειδικότερα, τα κολοκύθια πωλούνται έναντι 1,50 ευρώ (επικρατούσα τιμή), από 1,20 ευρώ την προηγούμενη εβδομάδα, ενώ για τις μπάμιες η τιμή αγγίζει τα 3,40 ευρώ, από 3 ευρώ πριν επτά μέρες και έναντι 2,50 ευρώ πριν από έναν χρόνο!
Με 0,68 ευρώ αγοράζει πλέον κάποιος τις πατάτες (εγχώριας παραγωγής) έναντι 0,60 ευρώ την προηγούμενη εβδομάδα και 0,35 ευρώ πέρυσι, ενώ για τις πιπεριές (κόκκινες μακριές) η τιμή αγγίζει πλέον τα 1,50 ευρώ από 1,40 ευρώ πριν επτά μέρες και έναντι 0,80 ευρώ πριν από 12 μήνες.
Παρακολουθώντας κανείς την πορεία διαμόρφωσης των ανωτέρω τιμών αντιλαμβάνεται ότι οι αυξήσεις είναι αισθητές όχι μόνο σε σχέση με πέρυσι αλλά κλιμακώνονται επικίνδυνα από τη μια εβδομάδα στην άλλη.
Η απόγνωση των καταναλωτών και οι παραδοχές για τον «εφιάλτη» της ακρίβειας
Μπροστά σε αυτό το περιβάλλον έντονων πληθωριστικών πιέσεων που ροκανίζει επικίνδυνα το διαθέσιμο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών, η Γενική Ομοσπονδία Καταναλωτών Ελλάδας κάνει λόγο για «φτωχοποίηση των καταναλωτών», οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι με «αυξήσεις και μόνο αυξήσεις και με το κόστος ζωής να έχει εκτοξευθεί στο διάστημα, σε άλλους γαλαξίες!».
«Δεν υπάρχει τρόπος να μην υπάρχουν αυξήσεις στο ράφι του σούπερ μάρκετ. Όλα τα προϊόντα στα σούπερ μάρκετ, ακόμα και τα εγχωρίως παραγόμενα, έχουν μέσα εισαγόμενες πρώτες ύλες, δεν υπάρχει κάτι αποκλειστικά εγχώριο, οι οικονομίες μας είναι εξαρτημένες η μια από την άλλη», παραδέχθηκε πριν από μερικά 24ωρα ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνις Γεωργιάδης, μιλώντας στα Παραπολιτικά 90,1 και προειδοποιώντας πως ο χειμώνας που έρχεται «θα είναι σε πανευρωπαϊκό επίπεδο ένας πολύ δύσκολος χειμώνας».
Στο μεταξύ, όπως προκύπτει από τα πρώτα στοιχεία της Eurostat για την πορεία του εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή τα οποία ανακοινώθηκαν μέσα στην εβδομάδα, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα επιβραδύνεται για δεύτερο συνεχή μήνα τον Αύγουστο, σε αντίθεση με την Ευρωζώνη στην οποία καταγράφεται και τον Αύγουστο επιτάχυνση της ανόδου των τιμών. Ειδικότερα, για τον μήνα Αύγουστο ο δείκτης αυξήθηκε κατά 11,1% στην Ελλάδα από 11,3% τον Ιούλιο κι ενώ η αρχική πρόβλεψη της Eurostat ήταν για άνοδο κατά 11,5% τον Ιούλιο. Η ελληνική κυβέρνηση αναμένει τώρα τα τελικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα οποία θα ανακοινωθούν την ερχόμενη Παρασκευή 9 του μηνός.
Πληθαίνουν τα διεθνή «καμπανάκια»
Και μπορεί οι διεθνείς τιμές των τροφίμων να συνέχισαν την πτωτική τους πορεία για πέμπτο διαδοχικό μήνα, με εκείνες των φυτικών ελαίων να πέφτουν ακόμη και κάτω από το επίπεδο που ήταν τον Αύγουστο του 2021, ωστόσο μεγάλη ανησυχία προκαλούν τα «καμπανάκια» που κρούουν πανίσχυροι κολοσσοί που δραστηριοποιούνται στη βιομηχανία τροφίμων.
Όπως ανακοίνωσε την Παρασκευή ο Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών για τα Τρόφιμα και τη Γεωργία, ο δείκτης του FAO για τα τρόφιμα, που παρακολουθεί τη μηνιαία διακύμανση των διεθνών τιμών ενός καλαθιού βασικών ειδών διατροφής, μειώνεται συνεχώς από το ιστορικό υψηλό στο οποίο είχε φτάσει τον Μάρτιο μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Τον Αύγουστο σημείωσε νέα, πιο ελαφρά πτώση, κατά 1,9% σε έναν μήνα. Ο σχετικός δείκτης για τα φυτικά έλαια μειώθηκε κατά 3,3% τον Αύγουστο, «φτάνοντας σε ένα ελαφρώς χαμηλότερο επίπεδο εκείνου του Αυγούστου του 2021», ενώ οι τιμές του ηλιέλαιου, του φοινικέλαιου και του κραμβέλαιου υποχώρησαν και μόνο εκείνη του σογιέλαιου «αυξάνεται κάπως, λόγω των ανησυχιών για τον αντίκτυπο των δυσμενών μετεωρολογικών συνθηκών στην παραγωγή των Ηνωμένων Πολιτειών», υπογραμμίζει ο οργανισμός. Την ίδια στιγμή ο δείκτης του FAO για τα δημητριακά μειώθηκε κατά 1,4% σε έναν μήνα, υπό την επίδραση μιας «μείωσης κατά 5,1% των διεθνών τιμών του σιταριού που αντικατοπτρίζει τη βελτίωση των προοπτικών παραγωγής στη Βόρεια Αμερική και τη Ρωσία καθώς και την επανέναρξη των εξαγωγών από τα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας στην Ουκρανία».
«Οι τιμές θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν» προειδοποιούσαν ωστόσο πρόσφατα οι Financial Times, επικαλούμενοι τις προβλέψεις πανίσχυρων κολοσσών που δραστηριοποιούνται στους κλάδους τροφίμων και ποτών, όπως η Unilever, η Coca-Cola και η McDonald's. Στη σκιά του παγκόσμιου πληθωρισμού που τρέχει με… σπασμένα φρένα, μεγάλα brands απαντούν με νέες αυξήσεις τιμών στο ολοένα και αυξανόμενο κόστος. Η Unilever έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για ένα νέο τοπίο, με ένα άνευ προηγουμένου κόστος, ενώ ενδεικτικά οι τιμές για βασικά εμπορικά σήματα του κολοσσού – σαπούνια, μαγιονέζα, καθαριστικά προϊόντα – μέτρησαν αύξηση κατά μέσο όρο 11,2% το δεύτερο τρίμηνο του 2022 σε σχέση με πέρυσι. «Έρχονται κι άλλες αυξήσεις», προειδοποίησε η εταιρεία. Από την πλευρά της η McDonald's γνωστοποίησε ότι προτίθεται να προσθέσει στα γεύματά της περισσότερα εκπτωτικά μενού, καθώς το κύμα της ακρίβειας στρέφει ορισμένους καταναλωτές σε φθηνότερες εναλλακτικές.