Με το βλέμμα στραμμένο στην αυριανή έκτακτη σύνοδο των υπουργών Ενέργειας, η οποία ανεξάρτητα από τις υπόλοιπες συμφωνίες είναι βέβαιο ότι θα δώσει «σήμα» σε όλα τα κράτη-μέλη για μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, η κυβέρνηση δρομολογεί από τον επόμενο μήνα την εφαρμογή του νέου μοντέλου επιδοτήσεων, βασικός «πυλώνας» του οποίου θα είναι η κάλυψη των νοικοκυριών από τις ανατιμήσεις με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποτελούν οικονομικό κίνητρο για τον εξορθολογισμό της κατανάλωσης ρεύματος.
Η φιλοσοφία του μοντέλου συμπυκνώνεται στο ότι η επιδότηση θα είναι πλέον κλιμακωτή, ώστε να περιορίζεται σταδιακά, όσο περισσότερες είναι οι κιλοβατώρες που «καίει» ένα νοικοκυριό. Επομένως, η μεγαλύτερη ενίσχυση θα καλύπτει την πρώτη κλίμακα κατανάλωσης, θα είναι μειωμένη για τη δεύτερη κλίμακα κ.ο.κ.
Όπως είναι φυσικό, το νέο «δίχτυ προστασίας» διαφοροποιείται από το υφιστάμενο μοντέλο επιδοτήσεων, το οποίο καλύπτει το σύνολο της κατανάλωσης. Κάτι που σημαίνει πως αυτή τη στιγμή, η απορρόφηση των ανατιμήσεων είναι ίδια, είτε ένα νοικοκυριό καταναλώνει 300 κιλοβατώρες τον μήνα, είτε 1.000.
Εκκρεμεί η οριστικοποίηση της φόρμουλας
Αξίζει να σημειωθεί πως οι Βρυξέλλες είχαν εκφράσει εξαρχής διαφωνίες για το υφιστάμενο μοντέλο, πιέζοντας την κυβέρνηση για την αναπροσαρμογή του. Το επιχείρημα της Κομισιόν είναι πως, αν δεν υπάρχει διαφοροποίηση στην κρατική ενίσχυση ανά ύψος κατανάλωσης, τότε στην πράξη το «δίχτυ προστασίας» από την ενεργειακή κρίση μετατρέπεται σε αντικίνητρο για την εξοικονόμηση ρεύματος.
Παρόλο που είναι δεδομένη η γενική κατεύθυνση του νέου μοντέλου, αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι προς ώρας δεν έχει «κλειδώσει» η φόρμουλα με την οποία οι επιδοτήσεις θα καταστούν πλέον κίνητρο για την προώθηση της εξοικονόμησης της ηλεκτρικής ενέργειας στα νοικοκυριά. Αυτό θα συμβεί αφότου δρομολογηθούν τα επείγοντα μέτρα που θα ληφθούν σε επίπεδο Ε.Ε. για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης.
Ο λόγος είναι πως οποιοδήποτε έκτακτη παρέμβαση προκριθεί για τις χονδρεμπορικές αγορές ηλεκτρισμού ή φυσικού αερίου, θα δημιουργήσει νέα δεδομένα για τα επίπεδα διαμόρφωσης των τιμών των δύο προϊόντων. Επομένως, οι ακριβείς παράμετροι εφαρμογής της κλιμακωτής επιδότησης θα μπορέσουν να οριστικοποιηθούν μετά τις αποφάσεις της Ε.Ε. για τα μέτρα που θα βάλουν τουλάχιστον «φρένο» στην περαιτέρω όξυνση της κρίσης.
Η λογική για την κλιμάκωση των επιδοτήσεων
Όπως είναι φυσικό, στην οριστικοποίηση της φόρμουλας, σημαντικό ρόλο θα παίξει και το σε ποιο όριο θα μπει κάθε κλίμακα. Ανεξάρτητα πάντως από τις εξελίξεις σε επίπεδο Ε.Ε., το πιο πιθανό σενάριο είναι ότι το νέο μοντέλο δεν θα ακολουθεί τη λογική που ίσχυε για τις επιδοτήσεις πριν από την επέκτασή τους για όλη την κατανάλωση – όταν και κάλυπταν μόνο τις πρώτες 300 κιλοβατώρες μηνιαίως, αφήνοντας την τυχόν επιπλέον κατανάλωση πλήρως «εκτεθειμένη» στις ανατιμήσεις.
Έτσι, όλα δείχνουν πως ακόμη και στα πιο ενεργοβόρα νοικοκυριά, αυτή τη φορά δεν θα υπάρχει τμήμα της κατανάλωσης που θα είναι πλήρως «εκτεθειμένο». Βέβαια, η ενίσχυση θα είναι σημαντικά μειωμένη για τις κιλοβατώρες που ξεπερνούν κατά πολύ την κατανάλωση του μέσου ελληνικού νοικοκυριού.
Κίνητρο το όφελος
Με την ίδια λογική θα καθορισθούν και τα όρια για τις κλίμακες, αξιοποιώντας ιστορικά στοιχεία για την κατανάλωση των οικιακών καταναλωτών ανά εποχή του έτους, ώστε κάθε μήνα να καλύπτονται με τη μέγιστη δυνατή επιδότηση τα νοικοκυριά με τυπική κατανάλωση για τα ελληνικά δεδομένα. Επίσης, η διαφοροποίηση των επιδοτήσεων σε κάθε μία από τις κλίμακες θα γίνει με γνώμονα να πριμοδοτηθεί η εξοικονόμηση και όχι να «τιμωρηθεί» η σπατάλη.
Με άλλα λόγια, στόχος θα είναι το κίνητρο για τον καταναλωτή να αποτελεί το όφελος από τον εξορθολογισμό των ποσοτήτων ρεύματος που χρησιμοποιεί (δηλαδή να είναι θετικό), και όχι ο φόβος για «ηλεκτροσόκ» στον λογαριασμό, αν «κάψει» υπέρμετρα πολλές κιλοβατώρες.
Εξάλλου, η εφαρμογή του νέου μοντέλου από τον Οκτώβριο γίνεται ακριβώς για να δοθεί επαρκής χρόνος στους καταναλωτές να αυτοεκπαιδευθούν στην εξοικονόμηση, αφού προς το παρόν οι ενεργειακές ανάγκες είναι μικρές. Επίσης, με δεδομένο ότι οι εκκαθαριστικοί λογαριασμοί (με τις πραγματικές καταναλώσεις) εκδίδονται ανά τέσσερις μήνες, τα νοικοκυριά θα μπορούν να αξιοποιήσουν τους 2 με 3 πρώτους μήνες που θα χρεωθούν με έναντι λογαριασμούς (και κατ' εκτίμηση καταναλώσεις), ώστε να δουν αν και με ποιον τρόπο μπορούν να εξοικονομήσουν ρεύμα.