Στα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών για την εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού το 2022 αναφέρεται η Eurobank, στην έκθεση της με τίτλο «7 ημέρες οικονομία», με την τράπεζα να υποστηρίζει πως τα στοιχεία «συνηγορούν σε σημαντική βελτίωση του δημοσιονομικού αποτελέσματος της ελληνικής οικονομίας για το 2022 και τα επόμενα χρόνια, ωστόσο με το έλλειμμα του εξωτερικού ισοζυγίου να παραμένει υψηλό».
Αναλυτικά, οι αναλυτές της Eurobank αναφέρουν πως «σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία εκτέλεσης κρατικού προϋπολογισμού (ΚΠ) σε τροποποιημένη ταμειακή βάση μηνός Δεκεμβρίου 2022, στο 12-μηνο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2022 τα καθαρά έσοδα ΚΠ ανήλθαν στα €59,598 δισεκ. παρουσιάζοντας υστέρηση έναντι του στόχου κατά €0,225 δισεκ. (0,4%). Σε ό,τι αφορά τις επί μέρους συνιστώσες που συνθέτουν τα καθαρά έσοδα ΚΠ, οι μεγαλύτερες αποκλίσεις έναντι των στόχων, υπερβάσεις και υστερήσεις, σημειώθηκαν στους φόρους, στις μεταβιβάσεις, στα λοιπά τρέχοντα έσοδα και στις επιστροφές φόρων. Τα έσοδα από φόρους ανήλθαν στα €55,316 δισεκ., υπερβαίνοντας τον στόχο κατά €0,180 δισεκ. (0,3%). Σε σύγκριση με το 12-μηνο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2021 ήταν υψηλότερα κατά 14,9%, δηλαδή κατά ένα ποσοστό πολύ κοντά στις τρέχουσες εκτιμήσεις της αγοράς για τον ονομαστικό ρυθμό μεγέθυνσης του 2022. Σε αυτό το αποτέλεσμα συνετέλεσε και η ενίσχυση των ηλεκτρονικών συναλλαγών. Επιπρόσθετα, όπως αναφέρεται στο δελτίο τύπου του Υπουργείου Οικονομικών (ΥΠΟΙΚ), η πραγματική αύξηση των φορολογικών εσόδων ήταν μεγαλύτερη από την καταγραφείσα, καθότι η πληρωμή των τελών κυκλοφορίας έλαβε παράταση μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου 2023. Τα έσοδα των μεταβιβάσεων διαμορφώθηκαν στα €6,354 δισεκ. παρουσιάζοντας υστέρηση έναντι του στόχου κατά €0,550 δισεκ. (8,0%), ενώ τα λοιπά τρέχοντα έσοδα ανήλθαν στα €3,177 δισεκ. καταγράφοντας υπέρβαση έναντι του στόχου κατά €0,221 δισεκ. (7,5%). Τέλος, οι επιστροφές φόρων διαμορφώθηκαν στα €6,153 δισεκ., υψηλότερα σε σχέση με τον στόχο κατά €0,159 δισεκ. (2,7%).
Στην πλευρά της χρέωσης των λογαριασμών, οι δαπάνες ΚΠ ανήλθαν στα €71,278 δισεκ. στο 12-μηνο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2022 σημειώνοντας υποεκτέλεση σε σύγκριση με τον στόχο κατά €1,975 δισεκ. (2,7%), ενώ σε σχέση με το 12-μηνο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2021 ήταν υψηλότερες κατά 1,528 δισεκ. (2,2%). Οι κατηγορίες δαπανών με τις μεγαλύτερες υποεκτελέσεις σε σχέση με τους στόχους ήταν οι πιστώσεις υπό κατανομή (πλην Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, ΠΔΑ, και Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ΤΑΑ) με €1,671 δισεκ. (100%), οι δαπάνες ΠΔΕ με €0,618 δισεκ. (7,0%) και οι αγορές αγαθών και υπηρεσιών με €0,284 δισεκ. (11,7%). Αντίθετα οι κατηγορίες δαπανών με τις μεγαλύτερες υπερβάσεις έναντι των στόχων ήταν οι μεταβιβάσεις με €0,591 δισεκ. (1,7%) και οι τόκοι με €0,115 δισεκ. (2,3%).
Βάσει των παραπάνω αποτελεσμάτων για τα έσοδα και τις δαπάνες ΚΠ στο 12-μηνο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2022, το ισοζύγιο ΚΠ διαμορφώθηκε σε έλλειμμα €11,680 δισεκ., μικρότερο έναντι του στόχου κατά €1,720 δισεκ. (12,8%). Εξαιρώντας τους τόκους από την πλευρά των δαπανών, το πρωτογενές ισοζύγιο ΚΠ διαμορφώθηκε σε έλλειμμα €6,676 δισεκ., μικρότερο σε σύγκριση με τον στόχο κατά €1,830 δισεκ. (21,5%). Σε σχέση με το 12-μηνο Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου 2021, το έλλειμμα του ισοζυγίου ΚΠ ήταν χαμηλότερο κατά €3,192 δισεκ. (21,5%) και το αντίστοιχο πρωτογενές έλλειμμα ήταν μικρότερο κατά €3,651 δισεκ. (35,4%).
Αν και τα στοιχεία εκτέλεσης ΚΠ διαφέρουν μεθοδολογικά από τα δημοσιονομικά στοιχεία που δημοσιεύει η ΕΛΣΤΑΤ (τα μεν πρώτα είναι σε τροποποιημένη ταμειακή βάση τα δε δεύτερα σε δεδουλευμένη βάση, τα μεν πρώτα αφορούν ένα υποσύνολο της γενικής κυβέρνησης τα δε δεύτερα αφορούν το σύνολο της γενικής κυβέρνησης), τα προαναφερθέντα αποτελέσματα, παράλληλα με την υψηλή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ, αποτελούν μια ισχυρή ένδειξη για σημαντική αποκλιμάκωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2022. Το τελευταίο μέγεθος είναι προγραμματισμένο να δημοσιευτεί στις 24/4/2023 από την ΕΛΣΤΑΤ (1η κοινοποίηση δημοσιονομικών στοιχείων 2019-2022). Τρεις μέρες νωρίτερα είναι προγραμματισμένη η πρώτη αξιολόγηση από τον οίκο Standard & Poor’s για το 2023, ενός εκ των δύο οίκων αξιολόγησης που προσώρας βαθμολογούν την ελληνική οικονομία ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα (ο δεύτερος οίκος είναι η DBRS με πρώτη αξιολόγηση για το 2023 στις 10/3/2023).
Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για την ελληνική οικονομία, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης ως ποσοστό του ΑΕΠ από 7,5% το 2021 προβλέπεται να μειωθεί στο 4,3% το 2022, στο 2,6% το 2023 και στο 1,7% το 2024. Το πρωτογενές αποτέλεσμα αναμένεται να παραμείνει σε έλλειμμα το 2022 (1,6% του ΑΕΠ από 5,0% το 2021, βλέπε Σχήμα 2Α) και στη συνέχεια να περάσει σε πλεόνασμα 0,5% το 2023 και 1,5% το 2024. Σύμφωνα με τις ίδιες προβλέψεις, η άμβλυνση των δημοσιονομικών ανισορροπιών δεν συνοδεύεται από αποκλιμάκωση του ελλείμματος του εξωτερικού ισοζυγίου (τα γνωστά δίδυμα ελλείμματα), πρόβλεψη που συνεπάγεται αύξηση των ροών καθαρού δανεισμού (net lending) του ιδιωτικού τομέα. Όπως παρουσιάζεται στο Σχήμα 2Β, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών προβλέπεται να διευρυνθεί από 6,8% του ΑΕΠ το 2021 στο 7,1% το 2022, να κορυφωθεί στο 8,9% το 2023 και στη συνέχεια να μειωθεί οριακά στο 8,8% το 2024.