Οι εκλογές και οι… Βρυξέλλες μεταφέρουν για τον Σεπτέμβριο την ουσιαστική διαπραγμάτευση με την ΕΕ για τον προϋπολογισμό του 2024 και γενικότερα για τον νέο πολυετή προϋπολογισμό. Ναι μεν θα σταλεί έως το τέλος του Απριλίου στις Βρυξέλλες (με βάση τη σχετική υποχρέωση που πηγάζει από την κοινοτική νομοθεσία), αλλά είναι εκ των προτέρων δεδομένο ότι θα αλλάξει τον… Σεπτέμβριο.
Η πρώτη αιτία της διπλής αυτής συγγραφής των στόχων για την περίοδο 2023-2026 είναι προφανής: οι εκλογές και η ανάγκη να προσαρμοστεί με βάση το πρόγραμμα της νέας κυβέρνησης. Η δεύτερη αιτία συνδέεται με τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ, οι αποφάσεις για τους οποίους χρονοκαθυστερούν, με επόμενο σταθμό τη Σύνοδο Κορυφής που λαμβάνει χώρα σήμερα και αύριο.
Ο πολυετής προϋπολογισμός με βάση τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ (Ευρωπαϊκό Εξάμηνο), πρέπει να στέλνεται πρώτα στις Βρυξέλλες έως το τέλος Απριλίου (ως Πρόγραμμα Σταθερότητας), και ακολούθως στη Βουλή (συνήθως τον Μάιο κάτι που βεβαίως πολλές φορές δεν συμβαίνει πχ τα προηγούμενα χρόνια λόγω της κρίσης).
Το βασικό σενάριο Απριλίου
Το πρόγραμμα σταθερότητας έχει εδώ και καιρό διευκρινιστεί ότι θα σταλεί βασισμένο σε ένα σενάριο που θα υπολογίζει όσα τώρα ισχύουν για την ασκούμενη πολιτική. Βεβαίως θα περιλαμβάνει τα νεότερα στοιχεία για την οικονομία.
Όπως ανακοίνωσε ο ΥΠΟΙΚ Χρήστος Σταϊκούρας αναμένεται πλέον υψηλότερη ανάπτυξη (2,3% φέτος αντί για 1,8%), αλλά και ελαφρά χαμηλότερος πληθωρισμός (κοντά στο 4,5%, αντί για 5% περίπου φέτος). Σε αυτό η κυβέρνηση θα περιγράφει πως θα επιστρέψει σε πρωτογενή πλεονάσματα (της τάξης του 2% του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια) περιλαμβάνοντας δεσμευτικούς στόχους δαπανών για την προσεχή τριετία (2024, 2025, 2026).
Στα χαρτιά, μετά την αποστολή του στις Βρυξέλλες ακολουθεί η κατάθεσή του στη βουλή ως «Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα» το οποίο μάλιστα εκτείνεται έως το 2027 με βάση την εγκύκλιο που εδώ κι καιρό έχει σταλεί στους αρμόδιους φορείς οι οποίοι και έχουν στείλει τις απαντήσεις τους στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Το αν θα γίνει η επόμενη κίνηση (αν θα κατατεθεί στη Βουλή), εξαρτάται από πολλά και κυρίως από το πότε η Βουλή θα μπορεί να υποδεχτεί όχι μόνο αυτό αλλά και τα υπόλοιπα νομοσχέδια λόγω του εκλογικού κύκλου. Πάντως, για αυτήν την κίνηση δεν υπάρχει θεσμική υποχρέωση και πολλές φορές στο παρελθόν για διάφορους λόγους (για παράδειγμα λόγω των κρίσεων) κατάθεση δεν έγινε.
Η 2η πράξη
Σε κάθε περίπτωση φέτος, καθώς θα μεσολαβήσουν οι εκλογές αλλά και οι θερινές διακοπές και στην ΕΕ, ο κρίσιμος χρόνος μεταφέρεται για τον Σεπτέμβριο. Τότε, σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Οικονομικών η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να διαπραγματευθεί με τις Βρυξέλλες το περιεχόμενο της πολιτικής της επόμενης τετραετίας και το πώς αυτή θα συνδέεται με τους στόχους περί πλεονασμάτων, περί ορίων δαπανών και περί απομείωσης του χρέους.
Εδώ, εισέρχεται ο άλλος παράγοντας: του τι θα ισχύει τελικά για τους δημοσιονομικούς κανόνες ανά την ΕΕ. Προς το παρόν η συμφωνία για το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο μετακυλίεται χρονικά. Επίσης στο τραπέζι είναι το σενάριο μεταβατικότητας του έτους 2024.
Το δεδομένο είναι ότι δεν θα υπάρχει ρήτρα διαφυγής, άρα θα υπάρχει επιστροφή σε κανόνες και συστάσεις που θα υποχρεώνουν (ειδικά κράτη με υψηλό χρέος όπως η Ελλάδα η οποία επιθυμεί συν τοις άλλοις να επιστρέψει φέτος σε επενδυτική βαθμίδα), να προσέχουν πολύ καλά την εικόνα τους στο εξωτερικό.
Η διαπραγμάτευση για την εποπτεία
Πάντως, μια πρώτη εικόνα των προθέσεων των θεσμών για το δημοσιονομικό δρόμο που θα ακολουθήσει η Ελλάδα το επόμενο διάστημα αναμένεται να αποτυπωθεί στις τριήμερες εξ αποστάσεως επαφές «κορυφής» που θα έχει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης με τους εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ESM στο πλαίσιο της δεύτερης μεταπρογραμματικής αξιολόγησης. Θα λάβει χώρα στο τέλος Μαρτίου, και το πόρισμα αναμένεται να εκδοθεί τον Μάιο. Θα οδεύσει στο Eurogroup του Ιουνίου μαζί με τις συστάσεις για το νέο Πρόγραμμα Σταθερότητας.