Οι επενδυτές το τελευταίο διάστημα ποντάρουν σε μειώσεις επιτοκίων από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες προς το τέλος του 2023, αλλά ο επίμονος πληθωρισμός, η πολύ ισχυρή αγορά εργασίας και η απρόσμενα ανθεκτική παγκόσμια οικονομία κάνουν πολλούς ειδικούς να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους.
Τα ισχυρότερα του αναμενομένου στοιχεία για την αγορά εργασίας στις ΗΠΑ και το ΑΕΠ φέρνουν τη Fed μπροστά στον κίνδυνο χαλάρωσης της νομισματικής της πολιτικής, νωρίτερα από ό,τι υπολόγιζε. Παράλληλα, οι αντοχές της οικονομίας και η σταθερά σφιχτή αγορά εργασίας θα μπορούσαν να επιτείνουν τις ανοδικές πιέσεις στους μισθούς και στον πληθωρισμό, με κίνδυνο η τάση αυτή να γίνεται ολοένα και πιο μόνιμη.
Ο βασικός δείκτης τιμών καταναλωτή στις ΗΠΑ έχει υποχωρήσει σημαντικά από τα επίπεδα ρεκόρ άνω του 9% τον Ιούνιο 2022, υποχωρώντας στο 4,9% τον Απρίλιο, παρότι παραμένει κατά πολύ πάνω από το στόχο 2% της Fed. Από την άλλη, ο δομικός πληθωρισμός, που εξαιρεί τις ευμετάβλητες τιμές τροφίμων και ενέργειας, ενισχύθηκε 5,5% σε ετήσια βάση τον Απρίλιο.
Όμως, καθώς η Fed προχώρησε αυτό το μήνα στη 10η αύξηση των επιτοκίων της από το Μάρτιο του 2022, ανεβάζοντας το επιτόκιο στο 5% έως 5,25%, ο πρόεδρος Τζερόμ Πάουελ άφησε να εννοηθεί ότι μπορεί να ακολουθήσει μία παύση των επιτοκιακών αυξήσεων στη συνεδρίαση του Ιουνίου.
Τα πρακτικά της FOMC ωστόσο έδειξαν πως υπάρχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των διαμορφωτών νομισματικής πολιτικής ως προς την πορεία των επιτοκίων με αντικρούομενες απόψεις για τις προοπτικές της αμερικανικής οικονομίας.
Επιβράδυνση στην Ευρώπη
Αντίστοιχο είναι το δίλημμα που αντιμετωπίζει και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία επιβράδυνε τον ρυθμό αύξησης των επιτοκίων της από τις 50 στις 25 μονάδες βάσης στην πρόσφατη συνεδρίασή της, ανεβάζοντας το βασικό επιτόκιο καταθέσεων στο 3,25%, στο υψηλότερο επίπεδο από το Νοέμβριο του 2008.
Ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη αυξήθηκε τον Απρίλιο στο 7% σε ετήσια βάση, παρότι ο δομικός πληθωρισμός υποχώρησε για πρώτη φορά τους τελευταίους μήνες, αναζωπυρώνοντας τις συζητήσεις για τον ρυθμό αύξησης των επιτοκίων που θα πρέπει να ακολουθήσει η ΕΚΤ.
Η οικονομία της Ευρωζώνης αυξήθηκε κατά 0,1% στο πρώτο τρίμηνο, χαμηλότερα απ΄ ό,τι προσδοκούσε η αγορά, όμως ο διοικητής της Bundesbank, Χοακίμ Νάγκελ, δήλωσε την προηγούμενη εβδομάδα ότι θα χρειαστούν περαιτέρω αυξήσεις, ακόμη και εάν αυτό οδηγήσει την οικονομία σε ύφεση.
Η Τράπεζα της Αγγλίας
Ακόμη μεγαλύτερη είναι η πρόκληση που αντιμετωπίζει η Βρετανία συγκριτικά με ΗΠΑ και Ευρωζώνη, παρότι ο πληθωρισμός υποχώρησε περισσότερο από το αναμενόμενο τον Απρίλιο.
Ο ΔΚΤ αποκλιμακώθηκε από το 10,1% του Μαρτίου στο 8,7% τον Απρίλιο σε ετήσια βάση, υψηλότερα ωστόσο από τις προβλέψεις των αναλυτών. Ο δομικός πληθωρισμός αυξήθηκε στο 6,8% από το 6,2% του Μαρτίου και αυτό αποτελεί τη μεγαλύτερη ανησυχία των διαμορφωτών πολιτικής της Τράπεζας της Αγγλίας.
«Η κρίση στην αλυσίδα τροφοδοσίας, οι υψηλές πληθωριστικές προσδοκίες και η αύξηση των περιθωρίων κέρδους των επιχειρήσεων αναμένεται να εμποδίσουν την ομαλοποίηση των τιμών τόσο γρήγορα όσο υποδεικνύουν τα διάφορα μοντέλα», όπως ανέφερε οικονομολόγος της Deutsche Bank. Aυτό σημαίνει ότι η νομισματική πολιτική θα αργήσει να σταθεροποιηθεί και θα παραμείνει σφιχτή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.