Στοιχεία που κινούνται προς τη θετική κατεύθυνση, και τα οποία θα προαγάγουν τη διαφάνεια προς όφελος των καταναλωτών, βλέπουν εταιρείες προμήθειας στα μέτρα που έθεσε σε διαβούλευση η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Αποβλήτων και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ), για τη λειτουργία της λιανικής αγοράς ρεύματος από την 1η Οκτωβρίου, όταν θα επανενεργοποιηθούν οι ρήτρες αναπροσαρμογής στα κυμαινόμενα τιμολόγια νοικοκυριών και μικρών επιχειρήσεων.
Ενδεικτική περίπτωση αποτελεί η συνέχιση της ανακοίνωσης των τιμών ή μεθοδολογιών των τιμολογίων σε μηνιαία βάση, η οποία σημειώνουν πως θα επιτρέψει στους καταναλωτές να έχουν καλύτερη εικόνα για τα προϊόντα που διατίθενται πλέον στην αγορά. Την ίδια στιγμή, προμηθευτές ρεύματος κρίνουν ότι είναι αναγκαίο να διευκρινιστούν κρίσιμες παράμετροι για τη διαδικασία μετάβασης από τα υφιστάμενα τιμολόγια, καθώς το κείμενο της διαβούλευσης αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο να προκληθεί αλαλούμ στην αγορά.
Κι αυτό γιατί, όπως υποστηρίζουν, σύμφωνα με τις διατυπώσεις της Ρυθμιστικής Αρχής, διαφαίνεται ο κίνδυνος να υποχρεωθούν να υπογράψουν νέες συμβάσεις με το σύνολο του πελατολογίου τους. Κάτι που, όπως υποστηρίζουν, συνεπάγεται έναν απίστευτο «γραφειοκρατικό Γολγοθά», ο οποίος μάλιστα δεν θα έχει αποτέλεσμα.
Παράλληλα, επισημαίνουν πως το νέο πλαίσιο καθιστά ακόμη πιο επιτακτικό να υπάρξει ανάχωμα στον ενεργειακό τουρισμό, αν και το θέμα αυτό εκφεύγει από τις αρμοδιότητες της ΡΑΑΕΥ (πρώην ΡΑΕ).
Στροφή σε άλλες «φόρμουλες» κυμαινόμενης χρέωσης
Από τις τέσσερις κατηγορίες τιμολογίων, το πρόβλημα εντοπίζεται στα κυμαινόμενα προϊόντα και πιο συγκεκριμένα στα προϊόντα όπου η τιμή θα ανακοινώνεται μετά τον μήνα εφαρμογής (3ος τύπος). Τυπικά, σε αυτή την κατηγορία ανήκουν και τα «παλιά» τιμολόγια με τις ρήτρες αναπροσαρμογής, οι οποίες θα μπορούν να «ξεπαγώσουν» από την 1η Οκτωβρίου.
Ωστόσο, καθώς οι ρήτρες έχουν δαιμονοποιηθεί στη συνείδηση του καταναλωτικού κοινού, εκτιμάται πως θα είναι ελάχιστοι οι προμηθευτές που απλώς θα επανενεργοποιήσουν τον ίδιο μηχανισμό προσαύξησης των χρεώσεων.
Αντίθετα οι περισσότερες εταιρείες, το πελατολόγιο των οποίων είναι συμβεβλημένο σε τέτοια «παλιά» τιμολόγια με ρήτρες, θα αλλάξει τη φόρμουλα καθορισμού της κυμαινόμενης χρέωσης. Μάλιστα, η φόρμουλα που εκτιμάται πως θα χρησιμοποιηθεί κατά κανόνα είναι ο υπολογισμός της συνολικής πλέον χρέωσης ανά μήνα με βάση τη χονδρεμπορική τιμή του ίδιου μήνα (Μεσοσταθμική Τιμή Αγοράς), προσθέτοντας κάποιο εύλογο περιθώριο κέρδους (προϊόντα cost-plus).
Ανέφικτο νέες συμβάσεις με όλο το πελατολόγιο
Σε αυτή την περίπτωση, όμως, με βάση όσα αναφέρει η Ρυθμιστική Αρχή για τη διαδικασία μετάβασης, δεν είναι απολύτως ξεκάθαρο αν η τροποποίηση των «παλιών» προϊόντων σε τιμολόγια cost-plus (έναντι των ρητρών αναπροσαρμογής) θα σημαίνει ένταξη σε νέο πρόγραμμα τιμολόγησης. Αν όντως θεωρείται διαφορετικό πρόγραμμα, τότε με βάση όσα προβλέπει η ΡΑΕ, οι εταιρείες αυτές θα πρέπει να συνάψουν νέες συμβάσεις με όλους τους πελάτες τους, και μάλιστα άμεσα.
Όπως υποστηρίζουν προμηθευτές, αυτό είναι πρακτικά ανέφικτο, πέρα από έναν απόλυτο «γραφειοκρατικό εφιάλτη» για τα τμήματα εξυπηρέτησης πελατών. Στελέχη των προμηθευτών επισημαίνουν πως η καλύτερη λύση θα ήταν να υπάρξει μία μεταβατική περίοδος, από την 1η Οκτωβρίου και τη λήξη των έκτακτων μέτρων, στην οποία κάθε προμηθευτής θα «περνούσε» τους υφιστάμενους πελάτες του σε ένα «τιμολόγιο βάσης» - ενημερώνοντάς τους βέβαια 60 ημέρες νωρίτερα, όπως προβλέπει ο Κώδικας Προμήθειας.
Όπως είναι φυσικό, οι καταναλωτές θα μπορούσαν ελεύθερα να αλλάξουν προϊόν οποιαδήποτε στιγμή, επιλέγοντας για παράδειγμα κάποιο άλλο τιμολόγιο του προμηθευτή τους, υπογράφοντας σε αυτή την περίπτωση νέα σύμβαση.
Πλήρης κινητικότητα στα κυμαινόμενα τιμολόγια
Άλλοι προμηθευτές επισημαίνουν πως το πλαίσιο είναι περιοριστικό για τα κυμαινόμενα τιμολόγια με ανακοίνωση χρέωσης την 1η του μήνα εφαρμογής της (2ος τύπος). Κι αυτό γιατί η διαφάνειά τους διασφαλίζεται με το γεγονός ότι οι τελικές τιμές θα δημοσιοποιούνται με την έναρξη της ισχύος τους, ώστε οι καταναλωτές να μπορούν να συγκρίνουν τις επιβαρύνσεις όλων των ανάλογων προϊόντων στην ελληνική αγορά.
Ένας ακόμη λόγος είναι πως, οποιαδήποτε στιγμή, ένας καταναλωτής θα μπορεί να «εγκαταλείψει» το τιμολόγιό του, αν τυχόν διαπιστώσει πως υπάρχει κάποιο άλλο ανάλογο προϊόν που είναι πιο συμφέρον. Επομένως, αφού δεν θα υπάρχουν οικονομικά «πέναλτι» πρόωρης αποχώρησης στα κυμαινόμενα τιμολόγια, ο καταναλωτής δεν μπορεί να θεωρηθεί σε καμία περίπτωση εγκλωβισμένος στη σύμβαση που έχει υπογράψει και την οποία ίσως δεν έχει κατανοήσει επαρκώς.
Άμεσα μέτρα για τον ενεργειακό τουρισμό
Την ίδια στιγμή, εταιρείες προμήθειας επισημαίνουν ότι η απουσία οικονομικού «πέναλτι» στους καταναλωτές, για την οικειοθελή καταγγελία της σύμβασης φέρνει ξανά στο προσκήνιο την ανάγκη να υπάρξει ανάχωμα στον «ενεργειακό τουρισμό». Όπως προσθέτουν, αν και το θέμα δεν αφορά τη ΡΑΑΕΥ (η οποία έχει στείλει σχετική εισήγηση στο ΥΠΕΝ), όσο συνεχίζει να μην υπάρχει κανένα «αντίδοτο» στη φυγή πελατών με χρέη σε νέο προμηθευτή (για να αποφύγουν τη διακοπή ηλεκτροδότησης), τόσο θα εξακολουθούν να αυξάνονται τα φέσια στην λιανική αγορά ρεύματος.
Μάλιστα, συμπληρώνουν ότι ενόψει του νέου πλαισίου λειτουργίας της λιανικής που θα «φέρουν» τα μέτρα της ΡΑΑΕΥ από την 1η Οκτωβρίου, είναι απολύτως αναγκαίο να αποφασισθεί από την επόμενη κυβέρνηση και να τεθεί σε εφαρμογή ένα αποτελεσματικό φίλτρο.
Υπενθυμίζεται ότι παράγοντες του κλάδου εκτιμούν ότι τα φέσια από τον «ενεργειακό τουρισμό» αγγίζουν τα 400-500 εκατ. ευρώ.