«Nάρκη» στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να βάλει η κρίση της γερμανικής οικονομίας. Η προειδοποίηση αυτή αποτυπώνεται σε ειδική έρευνα, την οποία διεξήγαγε το Ινστιτούτο της Γερμανικής Οικονομίας (IW), σε σχέση με τι συνεισφέρει κάθε χώρα-μέλος της ΕΕ στον κοινοτικό προϋπολογισμό και το τι εισπράττει.
Το σκεπτικό αυτής της προειδοποίησης των Γερμανών οικονομολόγων είναι το εξής: Το ποσό της συνεισφοράς κάθε ευρωπαϊκής χώρας στον κοινοτικό προϋπολογισμό καθορίζεται από το μέγεθος του ΑΕΠ της και, δεδομένου ότι η Γερμανία έχει το μεγαλύτερο ΑΕΠ έχει τη μεγαλύτερη συνεισφορά. Ωστόσο, η μείωση των ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης στη Γερμανία μπορεί να μειώσει τη συνεισφορά, την ίδια ώρα που η Ε.Ε. σχεδιάζει μία νέα, προς ανατολάς επέκτασή της.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση αυτή, η σημερινή αδύναμη οικονομική κατάσταση στη Γερμανία θα μπορούσε να συμβάλει σε περαιτέρω μείωση της καθαρής συνεισφοράς στον κοινοτικό προϋπολογισμό της Γερμανίας το 2023. Ενδεικτικά, όσον αφορά τη μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ, η Γερμανία βρίσκεται κάτω από το μέσο όρο των χωρών της G7 όσον αφορά τη μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ, όπως ανέφερε πρόσφατα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).
Φέτος, το πραγματικό ΑΕΠ στη Γερμανία αναμένεται να μειωθεί κατά 0,5%. Ως εκ τούτου, θα υπάρξει μετατόπιση του βάρους σε ισχυρότερα αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπως η Ισπανία.
Η ενδεχόμενη προσχώρηση νέων κρατών-μελών στην ΕΕ είναι πιθανό όχι μόνο να αλλάξει τις καθαρές θέσεις, αλλά και να προκαλέσει συζήτηση σχετικά με οικονομική βιωσιμότητα μιας διεύρυνσης, όπως συνέβη ήδη με την πρώτη την πρώτη διεύρυνση προς ανατολάς το 2004.
Το χάσμα ευημερίας είναι σημαντικό, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΔΝΤ. Αν πάρουμε ως μέτρο σύγκρισης τη Βουλγαρία, τη φτωχότερη χώρα της ΕΕ, η Ουκρανία το 2021 έφτασε μόλις στο 53% του ΑΕΠ της Βουλγαρίας. H Μολδαβία έφτανε στο 56% και η Αλβανία στο 59%. Το Κοσσυφοπέδιο μάλιστα έφτανε μόλις στο 49% του βουλγαρικού επίπεδο του ΑΕΠ της Βουλγαρίας. Συνεπώς, ζητούνται εναλλακτικές λύσεις αντί της άμεσης πλήρους ένταξης, ώστε να αμβλυνθούν οι οικονομικές συνέπειες για τον προϋπολογισμό της ΕΕ.
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, η καθαρή θέση της Γερμανίας το 2022 μειώθηκε ελαφρώς σε σχέση με το προηγούμενο έτος, από 21,4 δισ. ευρώ σε 19,7 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, εξακολουθεί να είναι σημαντικά υψηλότερη σε σχέση με την περίοδο πριν από το Brexit. Κατά μέσο όρο, από το 2014 έως το 2020, το τελευταίο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο, ήταν 13,5 δισ. ευρώ. ευρώ. Συνεπώς, η Γερμανία εξακολουθεί να είναι η χώρα με την μεγαλύτερη καθαρή συνεισφορά στον κοινοτικό προϋπολογισμό, μπροστά από τη Γαλλία, η οποία κατέβαλε πέρυσι 10 δισ. ευρώ περισσότερα από όσα εισέπραξε σε αποπληρωμές. Στην τρίτη θέση βρίσκεται η Ιταλία με με καθαρή συνεισφορά ύψους 3,9 δισ. ευρώ.
Ο μεγαλύτερος καθαρός αποδέκτης, όπως και το προηγούμενο έτος, είναι η Πολωνία με 11,9 δισ. ευρώ (2021: 12,9 δισ. ευρώ). Πολύ πιο πίσω βρίσκονται η Ρουμανία και η Ουγγαρία με 5,6 και 4,4 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές αλλαγές στους καθαρούς αποδέκτες. Ανά κάτοικο και ως ποσοστό του ΑΕΠ, τα κράτη της Βαλτικής, μεταξύ άλλων, μπορούν να επωφεληθούν από τις οικονομικές σχέσεις με τον προϋπολογισμό της ΕΕ.
Η ανάλυση της συνολικής καθαρής θέσης σε επιμέρους ισοζύγια δείχνει ποια κράτη μέλη επωφελούνται περισσότερο από τη γεωργική πολιτική και την πολιτική συνοχής.
Σύμφωνα με αυτόν τον υπολογισμό, ο μεγαλύτερος καθαρός δικαιούχος του κοινοτικού προϋπολογισμού για τη γεωργία είναι η Ελλάδα με 1,07% του ΑΕΠ. Άλλοι σημαντικοί καθαροί αποδέκτες του γεωργικού προϋπολογισμού της ΕΕ είναι η Βουλγαρία και η Λιθουανία. Η Λετονία και η Ουγγαρία είναι ο τέταρτος και ο πέμπτος μεγαλύτερος καθαρός αποδέκτης από τον γεωργικό προϋπολογισμό.
Ο μεγαλύτερος καθαρός αποδέκτης των δαπανών συνοχής είναι η Ουγγαρία με 1,92% του ΑΕΕ. Στη δεύτερη θέση η Σλοβακία βρίσκεται στη δεύτερη θέση με 1,88% του ΑΕΠ. Η Λετονία είναι και πάλι μεταξύ των 5 πρώτων καθαρών αποδεκτών, με 1,69% του ΑΕΠ, ακολουθούμενη από την Εσθονία (1,65%) και τη Λιθουανία (1,53%).
Φαίνεται πως τα νεότερα ανατολικά κράτη μέλη της ΕΕ είναι οι κύριοι αποδέκτες των δαπανών για τη συνοχή, δεδομένου ότι ο στόχος της πολιτικής συνοχής είναι συνεπώς η στήριξη των πιο μειονεκτικών περιφερειών της ΕΕ. Η εξέταση επεκτείνεται ώστε να συμπεριληφθούν οι χρηματοδοτικές ροές στο πλαίσιο της ΕΕ επόμενης γενιάς, διότι αυτό είναι ένας σημαντικός δευτερογενής προϋπολογισμός, ο οποίος χρηματοδοτείται επίσης μέσω μιας πρωτοφανούς διάστασης δανεισμού από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο μεγαλύτερος καθαρός αποδέκτης από το Ταμείου NextGererationEU το 2022 είναι η Κροατία με 1,84% του ΑΕΠ, ακολουθούμενη από τη Βουλγαρία με 1,57% του AEΠ, ακολουθούμενη από τη Βουλγαρία με 1,57% του ΑΕΠ. Άλλοι μεγάλοι καθαροί αποδέκτες του Ταμείου NextGererationEU το 2022 είναι η Ελλάδα (0,85%), η Ιταλία (0,78%) και η Ισπανία (0,76%). Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις πέντε χώρες με τη μεγαλύτερη καθαρή συνεισφορά. Τα μερίδιά τους με βάση το ΑΕΠ είναι πολύ κοντά μεταξύ τους. Στην πρώτη θέση βρίσκεται η Ιρλανδία με 0,38%, ακολουθούμενη από τη Γερμανία, τη Δανία και τις Κάτω Χώρες (η καθεμία με 0,37%). Η Σουηδία είναι ο πέμπτος μεγαλύτερος καθαρός χρηματοδότησης του εν λόγω Ταμείου με 0,36%.