Πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της δυναμικότητας των δικτύων, ώστε να μπορέσουν να εξασφαλίσουν σύνδεση νέες μονάδες ΑΠΕ, δρομολογεί το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Μία από αυτές τις πρωτοβουλίες αφορά φωτοβολταϊκά τα οποία έχουν ήδη κατακυρώσει ηλεκτρικό «χώρο» στο δίκτυο, τα οποία θα κινητροδοτηθούν ώστε να προσθέσουν μπαταρία.
Με τον συνδυασμό με μία μονάδα αποθήκευσης «πίσω από τον μετρητή» (behind the meter), ένα φωτοβολταϊκό καταλαμβάνει μικρότερο ηλεκτρικό «χώρο» από την εγκατεστημένη ισχύ του. Σύμφωνα με ειδικούς του κλάδου, αν ένα φωτοβολταϊκό ισχύος 2 MW συνδυαστεί με μία μπαταρία διάρκειας 1 ώρας, τότε αντί για 2 MW, δεσμεύει το 50% του ηλεκτρικού «χώρου», δηλαδή 1 MW.
Στόχος είναι να δοθούν κίνητρα στην προσθήκη μπαταριών σε ένα χαρτοφυλάκιο ισχύος 2.000 MW, το οποίο έχει όρους σύνδεσης. Έτσι, τα έργα αυτά θα «καταλάβουν» δυναμικότητα στο δίκτυο 1.000 MW (το μισό όσης προβλεπόταν), εξοικονομώντας ηλεκτρικό «χώρο» άλλων 1.000 MW για να συνδεθούν νέα έργα.
Αποζημίωση και για την μπαταρία
Το κίνητρο θα παρασχεθεί μέσω της λειτουργικής ενίσχυσης που θα «κλειδώσουν» αυτά τα έργα, δηλαδή της εγγυημένης τιμής πώλησης της παραγόμενης ηλεκτροπαραγωγής τους. Τα φωτοβολταϊκά θα κατακυρώσουν «ταρίφα» μέσω διαγωνισμών, όπου θα μπορούν να συμμετάσχουν μόνο μονάδες με όρους σύνδεσης, οι οποίες πρόκειται να προσθέσουν μπαταρίες. Επομένως, στις προσφορές που θα υποβάλουν οι παραγωγοί, και στις ταρίφες των έργων που θα προκριθούν, θα ενσωματώνεται και το κόστος της μπαταρίας, εκτός από αυτό του φωτοβολταϊκού.
Για τη συμμετοχή σε αυτούς τους διαγωνισμούς, η «δεξαμενή» των υποψήφιων μονάδων είναι «απλά» φωτοβολταϊκά τα οποία έχουν ήδη δεσμεύσει «χώρο» στο δίκτυο. Η «δεξαμενή» αυτή ανέρχεται αυτή τη στιγμή σε συνολική ισχύ 11.700 MW περίπου.
Κι αυτό γιατί σύμφωνα με τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ στο Πρόγραμμα Ανάπτυξης 2024 – 2033 (του Ιουνίου 2023), φωτοβολταϊκά ισχύος 10.590 MW έχουν όρους σύνδεσης στο σύστημα μεταφοράς και 1.141 MW στο δίκτυο διανομής. Επομένως, όλα αυτά τα έργα βρίσκονται υπό ανάπτυξη, έχοντας εξασφαλίσει δυναμικότητα για να ηλεκτρισθούν, όταν ολοκληρωθεί η κατασκευή τους.
Τα έργα των 2.000 MW που θα προκριθούν από τις δημοπρασίες θα έχουν συγκεκριμένες, και πολύ «σφιχτές», προθεσμίες για να υλοποιηθούν. Ο λόγος είναι πως, πέρα από την αύξηση της «πράσινης» συμμετοχής στο ενεργειακό μίγμα, η υλοποίησή τους θα επιτρέψει την απελευθέρωση σημαντικού ηλεκτρικού «χώρου», ώστε να λάβει όρους σύνδεσης και ο επόμενος «γύρος» επενδύσεων στις ΑΠΕ.
Με την ίδια λογική, καθώς τα έργα αυτά βρίσκονται σε διάφορα στάδια ανάπτυξης, οι διαγωνισμοί θα γίνουν κατά «κύματα», ώστε σε κάθε έναν από αυτούς να συμμετέχουν τα πιο ώριμα σε υλοποίηση φωτοβολταϊκά.
Εξαντλήθηκε το περιθώριο για νέες ΑΠΕ
Όπως έχει γράψει ήδη το Insider.gr, αυτή τη στιγμή τα περιθώρια για όρους σύνδεσης έως το 2030 σε καινούρια έργα είναι ανύπαρκτα στην πράξη. Το γεγονός αυτό σημαίνει πως είτε θα πρέπει να εξευρεθεί ηλεκτρικός «χώρος», είτε οι Διαχειριστές θα χρειαστεί να δίνουν όρους σύνδεσης σε καινούριες μονάδες ΑΠΕ, οι οποίοι θα ενεργοποιούνται μετά το τέλος της 10ετίας.
Αυτό θα συνεπαγόταν ότι ο κλάδος θα έμπαινε στον πάγο για τουλάχιστον μία 7ετία. Μάλιστα, η συνθήκη αυτή έρχεται σε μία συγκυρία όπου, οι επόμενοι σταθμοί «στην ουρά» για όρους σύνδεσης είναι ΑΠΕ που προορίζονται για την κάλυψη των αναγκών σε ρεύμα της εγχώριας βιομηχανίας – μέσω «πράσινων» PPAs. Κάτι που σημαίνει ότι, αν δεν βρεθεί λύση, θα χρειαζόταν να παραπεμφθεί για μετά το 2030 το «πράσινο» ρεύμα για τη βιομηχανία.
Σύμφωνα με το Πρόγραμμα Ανάπτυξης του ΑΔΜΗΕ, το χαρτοφυλάκιο ΑΠΕ που βρίσκεται ήδη σε λειτουργία, ή έχει κατακυρώσει ηλεκτρικό «χώρο», αθροίζει συνολική ισχύ 25.707 ΜW. Μάλιστα, το νούμερο αυτό αυξάνεται στα 27.707 MW, αν προστεθούν και τα 2.000 MW που προορίζονται για υπεράκτια αιολικά μέχρι το 2030. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με το draft του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), το οποίο δόθηκε προς άτυπη διαβούλευση το καλοκαίρι σε φορείς της αγοράς), μέχρι το 2030 προβλέπεται να έχουν αναπτυχθεί έργα συνολικής ισχύος 25,400 ΜW όλων των «πράσινων» τεχνολογιών (μαζί με τα offshore).
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι στόχοι του ΕΣΕΚ αποτελούν βασικό «δείκτη» της χωρητικότητας που θα πρέπει να έχει το εγχώριο ηλεκτρικό σύστημα, ώστε να εξασφαλίζεται η επαρκής λειτουργία των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής και επομένως η βιωσιμότητά τους. Στην πράξη, αυτό σημαίνει πως δεν έχει νόημα οι δύο Διαχειριστές να αναθεωρήσουν προς τα πάνω τις επενδύσεις τους, ώστε π.χ. ο ηλεκτρικός «χώρος» το 2030 να αυξηθεί ακόμη παραπάνω (π.χ. στα 35 ή στα 40 GW), αφού αυτό θα σήμαινε πως θα υπήρχε περίσσεια ηλεκτρικής ενέργειας, που θα έμενε αναξιοποίητη, με συνέπεια οι επενδύσεις των παραγωγών να μην μπορούν να αποσβεστούν.