Ποσό πλέον των 5,7 δισ. ευρώ αναμένεται να εισρεύσει στα δημόσια ταμεία από αποκρατικοποιήσεις μέσω του ΤΑΙΠΕΔ σύμφωνα με τον Προϋπολογισμό του 2024 που κατατέθηκε σήμερα στη Βουλή από τον ΥΠΕΘΟ, Κωστή Χατζηδάκη και από τον υφυπουργό, Θάνο Πετραλιά.
Συγκεκριμένα, η ανάλυση των εσόδων αποκρατικοποιήσεων που περιλαμβάνεται στην εισηγητική έκθεση προβλέπει 5,771 δισ. ευρώ που διακρίνονται ως εξής:
- ποσό 4,653 δισ. ευρώ αφορά σε συμβάσεις παραχώρησης που περιλαμβάνεται στις κατηγορίες «Πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών» και «Λοιπά τρέχοντα έσοδα» (μη χρηματοοικονομικές συναλλαγές),
- ποσό 23 εκατ. ευρώ αφορά σε πωλήσεις παγίων που περιλαμβάνεται στην κατηγορία «Πωλήσεις παγίων περιουσιακών στοιχείων» (μη χρηματοοικονομικές συναλλαγές) και
- ποσό 1,095 δισ. ευρώ αφορά σε πωλήσεις μετοχών διαφόρων εταιρειών με μέτοχο το Δημόσιο ή/και το ΤΑΙΠΕΔ και περιλαμβάνεται στην κατηγορία 45 «Συμμετοχικοί τίτλοι και μερίδια επενδυτικών κεφαλαίων» (χρηματοοικονομικές συναλλαγές).
Όπως γίνεται διακριτό στον παρακάτω πίνακα, τη «μερίδα του λέοντος» των εσόδων για το 2024 προβλέπονται από την Εγνατία Οδό στο 1,35 δισ. ευρώ, αλλά και από την Αττική Οδό (3,270 δισ. ευρώ).
Όπως αναφέρεται στην έκθεση του προϋπολογισμού ο κύριος στόχος του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων είναι η προσέλκυση σημαντικών διεθνών και εσωτερικών ροών κεφαλαίου, ενισχύοντας την αξία της δημόσιας περιουσίας και διασφαλίζοντας την αξιοποίησή της, μέσα από διαγωνιστικές διαδικασίες υψηλών προδιαγραφών και διαφάνειας.
Στόχος των επενδύσεων είναι:
α) η συνεισφορά τους στον οικονομικό εξορθολογισμό και στη δημιουργία αξίας στην ελληνική οικονομία και
β) η τροφοδότηση της βιώσιμης και διαρκούς οικονομικής ανάπτυξης της χώρας.
Το «άνοιγμα» τομέων της αγοράς που πραγματοποιείται μέσω του προγράμματος συμβάλλει, μεταξύ άλλων, στη δημιουργία νέων και ποιοτικών θέσεων εργασίας, στην αύξηση των επενδύσεων, στη βελτίωση της εξωστρέφειας και ανταγωνιστικότητας βασικών τομέων της ελληνικής οικονομίας, ενώ η συνολικότερη προώθηση του προγράμματος δημιουργεί το κατάλληλο περιβάλλον εδραίωσης και ενίσχυσης της αξιοπιστίας της χώρας στο εξωτερικό. Η αξιοποίηση επιλεγμένων περιουσιακών στοιχείων από τον ιδιωτικό τομέα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη για την ελληνική οικονομία, που περιλαμβάνουν:
- την άμεση μείωση του δημόσιου χρέους,
- τη μείωση - εξάλειψη των οικονομικών υποχρεώσεων και της οποιασδήποτε μορφής κρατικής χρηματοδότησης καθώς και τη συνεπακόλουθη μείωση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού,
- το «άνοιγμα» των αγορών και την ενίσχυση του ανταγωνισμού,
- την εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας,
- την αναδιοργάνωση, εκσυγχρονισμό και αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του ΕΔ, που θα ενισχύσουν την οικονομική δραστηριότητα της χώρας και ιδιαίτερα της περιφέρειας, οδηγώντας στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, νέα φορολογικά έσοδα και καλύτερες υπηρεσίες προς τους πολίτες,
- την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία καινοτόμων έργων, τα οποία θα συμβάλλουν περαιτέρω στην ανάκαμψη και στη βιώσιμη, μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας καθώς και στην αναβάθμιση κρίσιμων κλάδων, όπως οι υποδομές, οι μεταφορές, η ενέργεια και ο τουρισμός,
- την εισαγωγή νέων και επενδυτικά ελκυστικών μηχανισμών ανάπτυξης του τουριστικού προϊόντος (Ειδικό Σχέδιο Χωρικής Ανάπτυξης Δημοσίου Ακινήτου/ΕΣΧΑΔΑ, Ειδικό Σχέδιο Χωρικής Ανάπτυξης Στρατηγικών Επενδύσεων/ΕΣΧΑΣΕ κ.λπ.) και
- τη συνδρομή στη διαμόρφωση ενός σύγχρονου, σταθερού, αποτελεσματικού και λειτουργικού ρυθμιστικού και