Η επόμενη 10ετία θα είναι υψηλού πληθωρισμού και επιτοκίων, με τα τελευταία να μειώνονται με βραδύτερο ρυθμό. Μεγάλο πρόβλημα της Ελλάδας είναι το δημογραφικό, αλλά και το ότι δεν επενδύει αρκετά. Το χρέος (δημόσιο και ιδιωτικό) που μεγαλώνει, θα επηρεάζει κυβερνητικές και νομισματικές πολιτικές και θα παραμένει ένα βάρος για τη χώρα μας, που θα προκαλεί σοβαρούς περιορισμούς στο μέλλον, ενώ δεν πρέπει να υπάρχει εφησυχασμός σε ό,τι αφορά το διαρθρωτικό έλλειμμα που είναι κάπου κοντά στο 3%. Αυτά επισήμανε ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, καθ. Γκίκας Α. Χαρδούβελης, μιλώντας στο 22ο ετήσιο συνέδριο του Συνδέσμου Επιστημόνων Χρηματοοικονομικής και Λογιστικής Ελλάδος (H.F.A.A.).
Στην ομιλία του με θέμα «Μπορεί η Ελλάδα να ξεπεράσει τις οικονομικές της προκλήσεις;», ο κ. Χαρδούβελης επισήμανε ότι «τα επιτόκια που είδαμε την προηγούμενη 10ετία ήταν μια παρένθεση, που νομίζω ότι κόλλησε στον τοίχο αυτούς που ασχολούνται με την μακροοικονομία». Πρόσθεσε δε, πως «η αγορά δείχνει ότι ανεβαίνει ό πληθωρισμός στο μέλλον από 1,5% στο 2,5% και πιστεύω ότι η επόμενη 10ετία θα είναι υψηλότερου πληθωρισμού, η περασμένη ήταν πολύ παράταιρη», επισήμανε.
Λέγοντας ότι το θέμα του πληθωρισμού επηρεάζει τα επιτόκια, ο ίδιος εκτίμησε ότι «στην επόμενη 10ετία, βλέπω ότι θα ζούμε και σε μια εποχή υψηλότερων επιτοκίων». Σημείωσε δε μάλιστα, πως ο πληθωρισμός θα μειώνεται μεν με βραδύ ρυθμό, αλλά τα επιτόκια με ακόμη βραδύτερο.
Βέβαια, όπως έσπευσε να εκτιμήσει, «θεωρώ ότι οι νομισματικές αρχές και κυβερνήσεις, έμαθαν από τα παθήματα του παρελθόντος και αισθάνομαι ασφαλής ότι οτιδήποτε συμβαίνει στην μακροοικονομία, θα μπορούν να τα μαζέψουν». Στο πλαίσιο αυτό, με την ιδιότητα και του προέδρου του Δ.Σ. της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας (ΕΤΕ), επισήμανε ότι στα τελευταία stress test των τραπεζών, η τράπεζα αναδείχθηκε η πέμπτη καλύτερη στις 130 ευρωπαϊκές αγορές και τόνισε ότι και τα άλλα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα βρέθηκαν στα κορυφαία 15. Έτσι, ο ίδιος τόνισε, «έχουμε εποπτεία ικανή σε ό,τι αφορά την πορεία των επιτοκίων και του πληθωρισμού» και αυτό συμβαίνει «ίσως και επειδή μπήκαν καθηγητές στις κεντρικές τράπεζες».
Αναφερόμενος στο χρέος της Ελλάδας, εξέφρασε τη βεβαιότητά του ότι θα συνεχίσει να αποτελεί ένα μείζον ζήτημα και στο μέλλον, επισημαίνοντας ότι «παραμένει ένα βάρος που θα κουβαλάμε και θα προκαλεί σοβαρούς περιορισμούς σε ό,τι πάμε να κάνουμε στο μέλλον». Επισήμανε πάντως, ότι ως ποσοστό του ΑΕΠ την περίοδο από το 2020 έως και το 2023, σημείωσε «τρομακτική βελτίωση» συγκριτικά και με άλλες χώρες, και η εξέλιξη αυτή συνέβη «όχι επειδή αυξήθηκε το ΑΕΠ, αλλά και λόγω της αύξησης του πληθωρισμού που τελικά ωφέλησε το δημόσιο χρέος».
Συσχετίζοντας το χρέος της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ με εκείνο της Ιταλίας, ο ίδιος τόνισε ότι στη χώρα μας έχει καθοδική πορεία και εκτίμησε πως θα συναντηθεί με εκείνο της γείτονος χώρας, κάπου κοντά στο 2025. «Η αγορά δεν βλέπει την Ιταλία να τα καταφέρνει, αντίθετα βλέπει ήδη την καταστροφή», επισήμανε.
Ο κ. Χαρδούβελης τόνισε στην τοποθέτησή του ότι η οικονομική κρίση θεράπευσε τη δημοσιονομική ανισορροπία και εν μέρει θέματα ανταγωνιστικότητας, αλλά «σε ό,τι αφορά μόνο το κόστος. Είδαμε επιχειρήσεις που βγήκαν έξω γιατί δεν μπορούσαν να πουλήσουν στην Ελλάδα, έχουμε όμως ακόμα διαρθρωτικό έλλειμμα κάπου στο 3%, δεν το έχουμε λύσει». Βέβαια, αναφερόμενος στα δημοσιονομικά της χώρας μας, ο κ. Χαρδούβελης υπογράμμισε ότι η χώρα μας έχει πλέον «αξιοπιστία», αλλά διερωτήθηκε: «Έχουμε λύσει τα πάντα και είμαστε έτοιμοι για ανάπτυξη 20ετίας όπου θα πιάσουμε τον παλιό καλό μας εαυτό και θα βρεθούμε και πάλι κοντά στη σύγκλιση με την ΕΕ;».
Ακόμα, όπως είπε, οι επενδύσεις δεν έχουν επανέλθει εκεί που ήταν πριν την οικονομική κρίση, που ήταν στο 22%, η παραγωγικότητα σε επίπεδο ποιότητας δεν είναι σε καλά επίπεδο, ο πληθυσμός στη χώρα μας μικραίνει και άρα «μικραίνει η οικονομική και πολιτική δύναμη».
«Το μεγάλο μας πρόβλημα εσωτερικά, είναι ότι δεν επενδύουμε αρκετά, μόνο καταναλώνουμε και αυτό αποτελεί έναν μεγάλο πονοκέφαλο», σημείωσε. Δεν πρέπει να επενδύσουμε μόνο στις κατασκευές «που είναι το εύκολο», όπως είπε χαρακτηριστικά, αλλά «σε αγαθά και προϊόντα που μπορούμε να πουλήσουμε», επισήμανε. Βέβαια, «το θέμα είναι ως χώρα, έχουμε την ικανότητα να παράξουμε αγαθά και υπηρεσίες περισσότερα από αυτά που ως καταναλωτές θέλουμε να καταναλώσουμε; Εδώ η απάντηση είναι μπορεί ναι και μπορεί και όχι», τόνισε. Εξήγησε πάντως, ότι για να αυξηθεί παραγωγικότητα «πρέπει να προσέξουμε την νεολαία μας, και να κοιτάξουμε το περιβάλλον», ενώ αναφερόμενος στα θέματα εταιρικής διακυβέρνησης, είπε ότι αυτή ήρθε στην Ελλάδα, επειδή μας το επέβαλαν οι ξένοι. «Εγώ τσακώθηκα μαζί τους, αλλά έκαναν και καλά», τόνισε.
Ο ίδιος χαρακτήρισε «αγχωτικό» αυτό που συμβαίνει με το διεθνές εμπόριο και τα εμπόδια που υψώνονται λόγω συνθηκών και συγκυριών διεθνώς και χαρακτήρισε «πολύ μεγάλο ζήτημα που χρήζει μεγάλης προσοχής» το δημογραφικό θέμα στην Ελλάδα.
Μεταξύ άλλων, ο ίδιος στην τοποθέτησή του επισήμανε ότι όποιος λειτουργεί στην Ελλάδα πρέπει να αισθάνεται ότι υπάρχει δικαιοσύνη και «όταν αυτή αργεί, τότε ουσιαστικά είναι ανύπαρκτη και τα κίνητρα των πολλών δικηγόρων είναι να την κάνουν να αργεί», τόνισε.
Σημειώνεται πως το συνέδριο διοργανώνεται από τα προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών του τμήματος Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής της Σχολής Επιστημών Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας στην Αθήνα και οι εργασίες του θα διαρκέσουν μέχρι και αύριο.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ