Οι προσδοκίες της αγοράς για γρήγορες μειώσεις των επιτοκίων είναι λίγο πρόωρες επειδή η μάχη ενάντια στον πληθωρισμό δεν έχει ακόμη τελειώσει, δήλωσε η Γκίτα Γκόπιναθ, αξιωματούχος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Μιλώντας στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός, η πρώτη αναπληρώτρια διευθύνουσα σύμβουλος του Ταμείου τόνισε ότι ακόμη και μετά από απότομες αυξήσεις στο κόστος δανεισμού τα τελευταία δύο χρόνια, η δουλειά εξακολουθεί να μην έχει ολοκληρωθεί καθώς οι αγορές εργασίας παραμένουν σφιχτές και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
«Οι αγορές αναμένουν από τις κεντρικές τράπεζες να μειώσουν τα επιτόκια αρκετά επιθετικά – νομίζω ότι είναι λίγο πρόωρο να καταλήξουμε σε αυτό το συμπέρασμα», εξήγησε. «Θα πρέπει να περιμένουμε τα επιτόκια να μειωθούν κάποια στιγμή φέτος, αλλά με βάση τα δεδομένα που βλέπουμε αυτή τη στιγμή, αναμένουμε ότι αυτό θα είναι πιο πιθανό στο δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους».
Οι παρατηρήσεις της συμβαδίζουν με εκείνες των κεντρικών τραπεζιτών που απώθησαν τις προσδοκίες των επενδυτών για επιθετικές περικοπές στο κόστος δανεισμού.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε χθες και ο πρόεδρος της Bundesbank και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, Γιοακίμ Νάγκελ. Ο Γερμανός τραπεζίτης επέμεινε ότι το θέμα είναι πρόωρο προς το παρόν για να ξεκινήσει μία τέτοια συζήτηση.
Και αυτό γιατί υπάρχουν επιφυλάξεις: ο Νάγκελ επεσήμανε τους μισθούς ως «το μεγάλο άγνωστο», ενώ ο Αυστριακός Ρόμπερτ Χόλτσμαν, προειδοποίησε ότι οι περικοπές δεν είναι καθόλου εγγυημένες το 2024 λόγω γεωπολιτικών κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των εντάσεων στη Μέση Ανατολή.
Χωρίς μεγάλες διαφοροποιήσεις και ο επικεφαλής της γαλλικής κεντρικής τράπεζας Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό, ο οποίος δήλωσε πως είναι αδύνατον να προδικάσουμε σε ποια περίοδο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα αποφασίσει να μειώσει τα επιτόκια φέτος. «Είπα ότι θα έπρεπε να είναι φέτος, εκτός από μεγάλες εκπλήξεις. Αλλά... δεν καθοδηγούμαστε από το ημερολόγιο, βασιζόμαστε στα δεδομένα», είπε κατά τη διάρκεια πάνελ στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός της Ελβετίας. Για την πορεία του πληθωρισμού, πρόσθεσε: «Είναι πολύ νωρίς για να ανακηρύξουμε τη νίκη… η δουλειά δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί».
Στον αντίποδα, ιδιαίτερα ικανοποιημένος από τα αποτελέσματα της εκστρατείας κατά του πληθωρισμού φάνηκε ο Πορτογάλος κεντρικός τραπεζίτης, Μάριο Σεντένο. «Στοχεύουμε τον μεσοπρόθεσμο πληθωρισμό, δεν στοχεύουμε τον πληθωρισμό του Φεβρουαρίου και η τροχιά είναι πολύ θετική αυτή τη στιγμή», δήλωσε ο Σεντένο στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός της Ελβετίας. «Δεν λέω ότι η υπέρβαση είναι μια πιθανότητα, αλλά δεν χρειάζεται να κάνουμε περισσότερα από τα αναγκαία για να φέρουμε τον πληθωρισμό μεσοπρόθεσμα στο 2%. Από τα τέλη του 2022, όλες οι προβλέψεις μας για το 2025 δείχνουν μια πολύ καλά εδραιωμένη πρόβλεψη για τον πληθωρισμό μεσοπρόθεσμα».
Γκόπιναθ: Αντέχουν οι οικονομίες
Η Γκόπιναθ παρατήρησε ότι οι οικονομίες αντέχουν μπροστά σε δύσκολες συνθήκες, καθιστώντας λιγότερο πιθανές τις πιθανότητες μιας βαθιάς ύφεσης.
«Έχουμε νοικοκυριά και εταιρείες με ισχυρότερους ισολογισμούς και έχουμε δει αποτελέσματα, αλλά έχουμε δει επίσης ανθεκτικότητα. Οι αγορές εργασίας επιβραδύνονται αλλά με πολύ πιο σταδιακό ρυθμό», πρόσθεσε. «Αισθανόμαστε σαν ένα σενάριο ήπιας προσγείωσης – οι πιθανότητες έχουν αυξηθεί αρκετά επειδή ο πληθωρισμός μειώθηκε χωρίς να χρειαζόμαστε τόσο μεγάλες απώλειες όσον αφορά την οικονομική δραστηριότητα».
Μακροπρόθεσμα, η Γκόπιναθ υπογράμμισε ότι τα επιτόκια θα είναι κατά μέσο όρο υψηλότερα από ό,τι στην περίοδο μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση, όταν οι κεντρικές τράπεζες προσπαθούσαν να τονώσουν τον πληθωρισμό.