Η αρένα του παγκόσμιου εμπορίου αξίας άνω των 30 τρισ. δολαρίων είναι πλέον έτοιμη να δεχθεί τους τρεις μεγάλους «μονομάχους», οι οποίοι αναδιαμορφώνουν τις εμπορικές τους σχέσεις μέσα στο νέο πλαίσιο της γεωπολιτικής. Το εμπορικό «τρίγωνο» ΗΠΑ, Κίνας και Ευρωπαϊκής Ένωσης αναδιαμορφώνεται με τις ΗΠΑ να ζητούν πλέον ξεκάθαρα συμπαράσταση από την ΕΕ ασκώντας πιέσεις στις Βρυξέλλες να ακολουθήσουν την ίδια με αυτές αυστηρή γραμμή απέναντι στο Πεκίνο, το οποίο ετοιμάζεται να απαντήσει απέναντι στις δύο πλευρές.
Μάλιστα, στη συνάντηση των υπουργών Οικονομικών του G7 στην Ιταλία, οι ΗΠΑ προχώρησαν ένα βήμα παραπέρα, ζητώντας να δημιουργηθεί ενιαίο μέτωπο των κορυφαίων επτά ανεπτυγμένων οικονομιών του πλανήτη κατά της Κίνας, που σημαίνει διεύρυνση του εμπορικού πολέμου, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο τις «κόκκινες γραμμές» στο παγκόσμιο εμπόριο και την αποσπασματικότητα της παγκόσμιας οικονομίας.
Ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ -Κίνας προϋπήρχε, περνώντας από διάφορες φάσεις ανάλογα με τις πολιτικές και διπλωματικές σχέσεις των δύο πλευρών. Το καινούργιο στον πόλεμο αυτό είναι ο άξονας της ΕΕ που οι ΗΠΑ θέλουν να ευθυγραμμίσουν με τον δικό τους. Την ώρα που ΗΠΑ και Κίνα διαχειρίζονται επιδοτήσεις και δασμούς που στρεβλώνουν την αγορά, η Ευρώπη βρίσκεται εγκλωβισμένη ανάμεσα στη διατήρηση του αυτοαποκαλούμενου ρόλου της ως υπερασπιστή των πολυμερών κανόνων και στο φόβο της απώλειας εκατομμυρίων θέσεων εργασίας και δεκάδων δισεκατομμυρίων επενδύσεων.
«Ο Τραμπ άφησε το τζίνι του προστατευτισμού να βγει από το μπουκάλι και κανένας δεν τόλμησε να το ξαναβάλει», είπε ο Σάιμον Έβενετ, ιδρυτής του St. Gallen Endowment for Prosperity Through Trade, ομάδα με έδρα την Ελβετία που παρακολουθεί τις εμπορικές πολιτικές. Ο πρώην πρόδρος Ντόναλντ Τραμπ που διεκδικεί ξανά το Λευκό Οίκο στις εκλογές του Νοεμβρίου, έριξε τις πρώτες βολές με δασμούς στην Κίνα πριν από επτά χρόνια και στη συνέχεια ο Τζο Μπάιντεν εισήγαγε την Αμερική στη νέα εποχή της βιομηχανικής πολιτικής με τις τεράστιες επιχορηγήσεις και φοροελαφρύνσεις για την προώθηση της πράσινης τεχνολογίας, του κλάδου που διαδραματίζει πλέον καίριο ρόλο στις μεγάλες αλλαγές που διέρχεται ο πλανήτης.
Το τρίτο στάδιο χαρακτηρίζεται από τον τελευταίο γύρο δασμών του Μπάιντεν στις κινεζικές εισαγωγές και βασίζεται στα δύο πρώτα: χρήση δασμών για την υπεράσπιση των αμερικανικών συμφερόντων, με τις επιδοτήσεις τώρα στο επίκεντρο της πολιτικής. Οι τρεις λοιπόν κυρίαρχες οικονομίες του πλανήτη εισέρχονται σε μια νέα, μαχητική φάση, καθώς οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο εμπορικά όπλα που δανείζονται από το «βιβλίο» της Κίνας, εξέλιξη που απειλεί να βαθύνει τα διεθνή ρήγματα και να αμφισβητήσει δεκαετίες ορθοδοξίας στην ελεύθερη αγορά, αφήνοντας στην Ευρώπη το βάρος λήψης μεγάλων αποφάσεων, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το Bloomberg.
Προς νέα εμπορικά μέτωπα
Από τη στιγμή που οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν νέες αυξήσεις στους τελωνειακούς δασμούς στα κινεζικά εισαγόμενα αγαθά την προηγούμενη εβδομάδα, το Πεκίνο διαμήνυσε ότι είναι έτοιμο να απαντήσει με δικούς του δασμούς της τάξης του 25% σε αυτοκίνητα που εισάγει από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη - μία απειλή που απευθύνεται και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Και αυτό συνέπεσε με το γεγονός ότι οι Βρυξέλλες αναμένεται να ολοκληρώσουν σύντομα την έρευνα για τις κινεζικές επιδοτήσεις στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα που εισάγονται από την Κίνα με τους ευρωπαϊκούς δασμούς να προβλέπεται ότι θα είναι πολύ πιο χαμηλοί από τους αμερικανικούς και θα έχουν διαφορετική προσέγγιση στο πλαίσιο των κανόνων του ΠΟΕ.
Η τελευταία «επίθεση» της Ουάσιγκτον κατά των κινεζικών ηλεκτρικών οχημάτων, ημιαγωγών, μπαταριών, κρίσιμων ορυκτών και άλλων προϊόντων λαμβάνει χώρα την ώρα που η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ και άλλοι Αμερικανοί αξιωματούχοι ζητούν από την ΕΕ να συμμετάσχει στις δικές τους προσπάθειες στη μάχη κατά της κινεζικής βιομηχανικής πολιτικής, που έχει ως αποτέλεσμα να πλημμυρίζει τον κόσμο με φθηνά κινεζικά αγαθά. «Η βιομηχανική πολιτική της Κίνας μπορεί να φαίνεται απομακρυσμένη, καθώς βρίσκεται πολύ μακριά μας, αλλά αν δεν ανταποκριθούμε στρατηγικά και με ενιαίο τρόπο, η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων τόσο στις χώρες μας όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο θα μπορούσε να τεθεί σε κίνδυνο», ανέφερε σε πρόσφατη ομιλία της στην Φρανκφούρτη.
Ο αντίκτυπος από τους νέους αμερικανικούς δασμούς στην κινεζική οικονομία των 18,5 τρισ. δολαρίων θα είναι μέτριος, σύμφωνα με το Bloomberg Economics, το οποίο βλέπει μεγαλύτερο κίνδυνο από μία ευρύτερη διαμάχη που θα στόχευε την κινεζική καινοτομία και την πρόταση Τραμπ για επιβολή δασμών 60% σε όλες τις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων.
Το θέμα ωστόσο τώρα δεν είναι μόνο οι σημερινοί δασμοί, καθώς, όπως φαίνεται, το δόγμα Πρώτα η Αμερική και απεξάρτηση από την Κίνα μπαίνει σε πρώτο πλάνο ανεξαρτήτως του ποιος θα κυβερνά στο Λευκό Οίκο. Στην Ευρώπη, εκδηλώνονται έντονες ανησυχίες ότι οι όποιες οικονομικές ενέργειες που υπερβαίνουν τους περιορισμούς για στρατιωτικούς σκοπούς θα μπορούσαν να βλάψουν την ανταγωνιστικότητα της Γηραιάς Ηπείρου. Και βεβαίως αυτό που ανησυχεί ιδιαίτερα τόσο την Ευρώπη όσο και τις ΗΠΑ είναι η ανισορροπία μεταξύ του ΑΕΠ της Κίνας και της μεταποιητικής παραγωγής της.
Σχεδόν το 70% των παγκόσμιων εξαγωγών αξίας 14,1 τρισ. δολαρίων προέρχονται από χώρες που δίδουν τεράστιες επιδοτήσεις στις βιομηχανίες τους, ποσοστό κατά πολύ υψηλότερο από περίπου 50% πριν από μια δεκαετία, σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα της Evenett στο Global Trade Alert, η οποία παρακολουθεί τις πολιτικές που στρεβλώνουν την αγορά.
Με τους δασμούς και τις επιδοτήσεις να συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό, πολλά θα εξαρτηθούν από το πόσο σοβαρά θα είναι τα αντίποινα. Για παράδειγμα, οι Αμερικανοί αγρότες θα είναι από τους πιο ευάλωτους εάν οι Κινέζοι εισαγωγείς αρχίσουν να στέλνουν τις παραγγελίες τους αλλού, σύμφωνα με την Κρίστι ΜακΝτάνιελ, ειδική στο διεθνές εμπόριο στο Mercatus Center και πρώην οικονομολόγο στον Λευκό Οίκο. Βλέπει υπό αυτές τις συνθήκες τους κανόνες του παγκόσμιου εμπορίου να αλλάζουν με τρόπο που δεν έχει επιστροφή.
Νέα εργαλεία της ΕΕ
Οι κίνδυνοι κατάρρευσης της πολυμέρειας μπορεί να είναι οι υψηλότεροι για την ΕΕ. Το μεταπολεμικό οικονομικό μοντέλο της ένωσης βασίστηκε σε ένα σύστημα με κανόνες που ενθάρρυνε τις ανοιχτές αγορές και τον ανταγωνισμό. Τώρα όμως οι αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες που εξακολουθούν να υποστηρίζουν την τήρηση των κανόνων του ΠΟΕ αρχίζουν να αισθάνονται απομονωμένοι.
Δύο Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δήλωσαν στο Bloomberg ότι οι ΗΠΑ έχουν εγκαταλείψει τις αρχές των εμπορικών κανόνων και διαδικασιών υπέρ μιας προσέγγισης που βασίζεται κυρίως στην οικονομική ασφάλεια - την προστασία της νέας τεχνολογίας τους και την ενίσχυση των εγχώριων αλυσίδων εφοδιασμού. Αυτή η προσέγγιση ουσιαστικά προσπαθεί να αποκόψει την Κίνα, είπαν οι αξιωματούχοι.
Η ΕΕ αναπτύσσει μια δική της στρατηγική οικονομικής ασφάλειας, η οποία επιδιώκει να εναρμονίσει τους ελέγχους τεχνολογιών που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για στρατιωτικούς σκοπούς, να ελέγξει ευαίσθητες επενδύσεις και να μετριάσει τους κινδύνους της εφοδιαστικής αλυσίδας. «Η ραγδαία αύξηση των εξαγωγών ηλεκτρικών αυτοκινήτων της Κίνας, μαζί με την ταχεία ναυπήγηση πλοίων που μεταφέρουν αυτοκίνητα, λειτούργησαν ως σήμα αφύπνισης για τους Ευρωπαίους», σύμφωνα με αναλυτές.
Ορισμένοι αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι η προσέγγιση της ΕΕ έναντι του Πεκίνου είναι αφελής, ενώ άλλοι λένε ότι δεν έχει άλλη επιλογή από το να υπερασπιστεί την τάξη που βασίζεται σε κανόνες, επειδή δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο μέγεθος των επενδύσεων και των επιδοτήσεων των ΗΠΑ και της Κίνας.
Οι εκκλήσεις για ριζική επανεξέταση γίνονται όλο και πιο δυνατές σε ολόκληρη την ΕΕ. Ο Μάριο Ντράγκι, ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ που συντάσσει μία έκθεση για το πώς να τονωθεί η ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, ζήτησε να θωρακιστεί η βιομηχανία της για να μην μείνει πολύ πίσω στον αγώνα για νέες τεχνολογίες. «Εμπιστευτήκαμε τους παγκόσμιους ισότιμους όρους ανταγωνισμού και τη διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες, περιμένοντας ότι και άλλοι θα έκαναν το ίδιο», είπε ο Ντράγκι σε ομιλία του νωρίτερα αυτό το έτος, που έδειχνε όχι μόνο τον κινεζικό αλλά και τον αμερικανικό προστατευτισμό.
Οι συζητήσεις στο G7
Οι ΗΠΑ προχώρησαν σήμερα ένα βήμα ακόμη πιο πέρα, επιδιώκοντας να δημιουργήσουν ένα ενιαίο μέτωπο κατά του Πεκίνου, καθώς οι υπουργοί Οικονομικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες της Ομάδας των Επτά πιο Ανεπτυγμένων Οικονομιών του Πλανήτη (G7) βρίσκονται στο παραλίμνιο θέρετρο της Ιταλίας Στρέσα και συζητούν για το εμπόριο.
Η Τζάνετ Γέλεν δεν ζήτησε απλώς από τους εταίρους των ΗΠΑ να αναλάβουν αντίστοιχα μέτρα, αλλά τους κάλεσε να σταθούν κοντά στην Ουάσιγκτον και να δημιουργήσουν ένα ενιαίο μέτωπο. Ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρούνο Λεμέρ τόνισε μεν ότι είναι σημαντικό να αποφευχθεί ο εμπορικός πόλεμος με το Πεκίνο, ωστόσο υπογράμμισε και την ανάγκη να προστατευθούν τα βιομηχανικά συμφέροντα της χώρας του αλλά και της Ευρώπης από τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές της Κίνας. Πιο μετριοπαθή στάση κράτησε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, ο οποίος είπε ότι στους εμπορικούς πολέμους όλοι χάνουν, δεν υπάρχουν νικητές.
Ωστόσο, ο Ιταλός συνάδελφός του Τζιανκάρλο Τζορτζέτι, που προεδρεύει του G7, διαμήνυσε ότι είναι θέμα χρόνου προτού η ΕΕ ακολουθήσει τις ΗΠΑ και επιβάλει δασμούς στην Κίνα. Με τον κίνδυνο ότι οι αμερικανικοί δασμοί θα αυξήσουν τις κινεζικές εξαγωγές προς την Ευρώπη, ο Τζορτζέτι τόνισε ότι είναι ζωτικής σημασίας η ενότητα του G7 έτσι ώστε να αποφευχθούν ανταγωνιστικές πρακτικές μεταξύ τους. Ο επικεφαλής του ΟΟΣΑ, Ματίας Κόρμαν, ανησυχεί για το μέγεθος των επιπτώσεων του εμπορικού πολέμου και γι΄ αυτό κάλεσε τους διαμορφωτές πολιτικής να βελτιώσουν τον τρόπο λειτουργεί η παγκοσμιοποίηση.
Ωστόσο, ο κατακερματισμός του εμπορίου που θα προκύψει θα είναι πιο επιζήμιος για χώρες των οποίων οι οικονομίες εξαρτώνται περισσότερο από το διεθνές εμπόριο. Η πανδημία έκανε την Κίνα περισσότερο εξαρτημένη από τις εξαγωγές ως μοχλός ανάπτυξης και συμπεριλαμβανομένου του Χονγκ Κονγκ, η Κίνα είναι η πηγή περίπου του 20% όλων των παγκόσμιων εξαγωγών, ποσοστό διπλάσιο από αυτό των ΗΠΑ, σύμφωνα με στοιχεία του ΠΟΕ. Αυτή η εξάρτηση εξηγεί γιατί η Κίνα διαδραματίζει ενεργό ρόλο στο σύστημα με επίκεντρο τον ΠΟΕ και ισχυρίζεται ότι τηρεί τους κανόνες. Αυτός είναι επίσης ο λόγος που το Πεκίνο προσπαθεί να συνάψει μια σειρά εμπορικών συμφωνιών τόσο με τους γείτονές του όσο και με χώρες πιο μακριά, όπως η Σερβία και η Ουγγαρία, σύμφωνα με αναλυτές.