Κατά τη διάρκεια της θητείας ως πρόεδρος της ΕΚΤ, ο Μάριο Ντράγκι είχε ζητήσει με μεγάλη συνέπεια περισσότερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις στις ευρωπαϊκές οικονομίες, εν μέσω ανησυχιών για το χαμηλό, δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης της παραγωγής. «Πάνω από μια δεκαετία έχει περάσει από τότε και οι προκλήσεις για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας έχουν ενταθεί, με τον "Σούπερ Μάριο" να επανέρχεται παρουσιάζοντας παρουσίασε ένα λεπτομερές και ολοκληρωμένο σχέδιο για την αναζωογόνηση της οικονομίας», αναφέρουν οι αναλυτές της ING.
Ο λόγος για τον οποίο κάποιος τόσο ισχυρός παράγοντας όσο ο Ντράγκι κινήθηκε προς τη δημιουργία ενός ευρύ οικονομικού και μεταρρυθμιστικού πλάνου είναι σαφής. Η οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη ήταν αδύναμη σε σύγκριση με τις ΗΠΑ και την Κίνα για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά η αίσθηση του επείγοντος για την οικονομική μεταρρύθμιση εκτός των κρίσεων έλειπε. Τα τελευταία χρόνια, το παγκόσμιο πλαίσιο γύρω από την οικονομία έχει αλλάξει. Η ενεργειακή κρίση, ο αυξημένος παγκόσμιος ανταγωνισμός και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι απειλούν ευθέως το ευρωπαϊκό οικονομικό μοντέλο, με αποτέλεσμα μια πιο δυνατή αφύπνιση για αλλαγή.
Το σχέδιο Ντράγκι σύμφωνα με τους αναλυτές, είναι φιλόδοξο σε εύρος, ωστόσο περιλαμβάνει πολλές προτάσεις που οικονομολόγοι που γνωρίζουν τις Βρυξέλλες θα μπορούσαν να θεωρήσουν ως τις «μεγαλύτερες επιτυχίες» του, μαζί με ορισμένα μέτρα που έχουν ήδη εφαρμοστεί σε εθνικό επίπεδο. Για να επιτευχθεί επενδυτική ώθηση 800 δισ. ευρώ ετησίως (περίπου 5% του ΑΕΠ της ΕΕ), οι εκκλήσεις Ντράγκι περιλαμβάνουν:
- Κεφάλαια για κοινές επενδύσεις, που χρηματοδοτούνται μέσω ευρωομολόγων (για να επιτρέψουν κοινές δημόσιες επενδύσεις), μια πληρέστερη ενιαία αγορά, τραπεζική ολοκληρωση και ένωση κεφαλαιαγορών για να ξεκλειδώσουν περισσότερες ιδιωτικές επενδύσεις, επιεικέστερο ανταγωνιστικό ρυθμιστικό πλαίσιο σε επίπεδο ΕΕ, αναθεώρηση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού με ανακατανομή των πόρων σε βασικούς στρατηγικούς τομείς, και να μπει ένα τέλος στα δικαιώματα αρνησικυρίας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για να επιτραπεί η πιο γρήγορη λήψη αποφάσεων.
Επιπλέον, πολλά από τα μέτρα εστιάζουν στην ασφάλεια και την οικονομική αυτάρκεια. Ο Ντράγκι μέσω της έκθεσής του ζητά δράση για το υψηλό ευρωπαϊκό ενεργειακό κόστος και τονίζει την ανάγκη διασφάλισης πρώτων υλών και ενίσχυσης της αμυντικής θωράκισης.
Ωστόσο, η λήψη πολιτικής στήριξης για τα προτεινόμενα σχέδια θα είναι η μεγαλύτερη πρόκληση στο τρέχον πολιτικό περιβάλλον. Οι ευρωεκλογές έδειξαν ήδη ότι η πολιτική διάθεση στην Ευρώπη μάλλον μετατοπίζεται σε μια «λιγότερη Ευρώπη» αντί για μια μεγαλύτερη και πιο ενοποιημένη.
Η ING επισημαίνει πως «κατά τη διάρκεια της κρίσης της πανδημίας είδαμε πως ήταν δυνατό να αφήσουμε την Ευρώπη να κινηθεί ουσιαστικότερα. Το Ταμείο Ανάκαμψης είναι ένα παράδειγμα του πόσο επιτυχημένα μπορεί να λειτουργήσει ένα κοινό ευρωπαϊκό χρηματοδοτικό μέσο, που συνδυάζει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με επενδύσεις. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια έδειξαν ότι η Ευρώπη μπορεί να συνενωθεί σε περιόδους κρίσης, αλλά χάνει αμέσως αυτή την αίσθηση του επείγοντος όταν περάσει από το χειρότερο σημείο της κρίσης».
Οι εμπειρίες των τελευταίων ετών έχουν γίνονται ορατές στα περίφημα λόγια δύο Ευρωπαίων ηγετών: στον ισχυρισμό του Jean Monnet ότι «η Ευρώπη θα σφυρηλατείται σε περιόδους κρίσεων» και την παρατήρηση του Jean-Claude Juncker ότι «όλοι ξέρουμε τι να κάνουμε, αλλά δεν ξέρουμε πως να επανεκλεγούμε αφού το κάνουμε».
«Στην πιο διάσημη ομιλία του στην οποία ανακοίνωσε ότι θα έκανε ό,τι χρειαστεί για να σώσει το ευρώ, παρομοίασε το ευρώ με μέλισσα. Το ονόμασε μυστήριο της φύσης γιατί δεν πρέπει να πετάει αλλά πετάει. Στο σημερινό πολιτικό περιβάλλον, με μεγαλύτερες δόσεις εθνικισμού, το καλύτερο που μπορεί να ελπίζει ο Ντράγκι είναι οι προτάσεις του να καταλήξουν σαν το αγαπημένο του έντομο», σχολιάζει η ING.
Από τη μεριά του το Eurasia Group σημειώνει πως οι προτάσεις-συστάσεις Ντράγκι δεν είναι καινούριες, αλλά η έκθεση έχει σκοπό να δώσει μια νέα αίσθηση επείγοντος και να ενημερώσει το πρόγραμμα της επερχόμενης προέδρου της Κομισιόν της Ursula von der Leyen. Το χρονοδιάγραμμα της έκθεσης και οι πολιτικές συνθήκες σε πολλά βασικά κράτη μέλη, ιδιαίτερα τη Γερμανία και τη Γαλλία, δεν ευνοούν πολλές από τις προτάσεις που προωθεί ο Ντράγκι.
Ανεξάρτητα από αυτό, οι πολιτικές δυσκολίες στη Γερμανία και τη Γαλλία, και οι μακροχρόνιοι διχασμοί μεταξύ άλλων κρατών μελών της ΕΕ, πιθανότατα θα αποτρέψουν ένα σημαντικό άλμα προς τα εμπρός στην ολοκλήρωση που ορίζει ο Ντράγκι - ιδίως στις δημοσιονομικές και χρηματοοικονομικές υπηρεσίες. Ομοίως, μια σημαντική επέκταση των επενδύσεων της ΕΕ — είτε μέσω ενός ad hoc μέσου με κοινή χρηματοδότηση είτε μιας σημαντικής επέκτασης του προϋπολογισμού της ΕΕ θα βρει σημαντικά εμπόδια (ο επόμενος προϋπολογισμός της ΕΕ θα ξεκινήσει το 2028, με τις πρώτες εκταμιεύσεις να πραγματοποιούνται μόνο το 2030. Ο προϋπολογισμός απαιτεί ομοφωνία και η διαδικασία θα είναι γεμάτη, καθώς η Επιτροπή πιέζει να συνδέσει τη χρηματοδότηση της ΕΕ με όρους πολιτικής και μεταρρυθμίσεων).
Αίσθημα απογοήτευσης εκφράζει και η Eurasia, αναφέροντας πως «ενώ η έκθεση Ντράγκι είναι πιθανό να χρησιμεύσει ως μια ακόμη υπενθύμιση σχετικά με τις οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ, είναι απίθανο να αξιοποιηθεί και να υλοποιηθεί».