Ολοένα πιο αναγκαία καθιστά την παρέμβαση στην αγορά η εξέλιξη των χονδρεμπορικών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες έπειτα από μία ιδιαίτερα μικρή αποκλιμάκωση μέσα στο Σαββατοκύριακο, επανέρχονται σε υψηλά επίπεδα. Ως συνέπεια, σήμερα Δευτέρα σημειώνεται άλμα κατά 14,5%, με την αγορά να διαμορφώνεται στα 167,27 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Αν και η σημερινή «επίδοση» είναι μικρότερη από τις τιμές που καταγράφηκαν την προηγούμενη εβδομάδα (που έφτασαν και τα 229 ευρώ ανά Μεγαβατώρα), εντούτοις συμβάλλει σε σημαντικές ανατιμήσεις τον Νοέμβριο σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Είναι ενδεικτικό ότι ο τρέχων μήνας «τρέχει» στα 140,49 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, με άλμα 56% σε σχέση με τον Οκτώβριο και 33% σε σχέση με τον Νοέμβριο του 2023.
Επομένως, αν δεν υπάρξει κάποια θεαματική «βουτιά» της αγοράς τον υπόλοιπο μήνα (σενάριο που πάντως συγκεντρώνει λίγες πιθανότητες), τότε προεξοφλούνται σημαντικές αυξήσεις για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, στην περίπτωση που δεν υπάρξει κάποια παρέμβαση. Με την υπόθεση ότι η εγχώρια αγορά θα κλείσει στα επίπεδα των 140 ευρώ ανά MWh, για τα πράσινα τιμολόγια Δεκεμβρίου θα προέκυπταν σημαντικές αυξήσεις, με τιμές να ξεκινούν από τα 20 λεπτά ανά κιλοβατώρα.
Μετά τη συνάντηση με Κομισιόν οι αποφάσεις
Στον χθεσινό εβδομαδιαίο απολογισμό του κυβερνητικού έργου, μέσω ανάρτησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης διαβεβαίωσε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να περάσουν στον καταναλωτή οι υπερβολικές αυξήσεις στις τιμές χονδρικής του ηλεκτρικού ρεύματος, που παρατηρούνται πάλι τις τελευταίες μέρες στην νοτιοανατολική Ευρώπη λόγω αστοχιών της ενιαίας αγοράς ενέργειας.
Αναφέρθηκε στη λύση του πλαφόν (ένα μόνιμο μηχανισμό που δεν θα επιτρέπει υπερέσοδα εις βάρος των καταναλωτών και των επιχειρήσεων), επιβεβαιώνοντας έτσι τις δημοσιογραφικές πληροφορίες για το ότι δεν προκρίνεται ως λύση η επιβολή έκτακτου φόρου στο αέριο για ηλεκτροπαραγωγή – η οποία εφαρμόστηκε το προηγούμενο καλοκαίρι.
Παρέπεμψε πάντως τις όποιες αποφάσεις μετά την επίσκεψη του κλιμακίου της Κομισιόν, στο τέλος της εβδομάδας. «Την προσεχή Παρασκευή θα έρθει στην Αθήνα αρμόδια αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ώστε να συζητηθεί με τον χαρακτήρα του κατεπείγοντος το ζήτημα», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Πιθανή μία μονομερής εφαρμογή
Υπενθυμίζεται ότι η θέσπιση αυτού του μηχανισμού αποτελεί κοινό αίτημα της Ελλάδας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, καθώς η εκτίναξη των χονδρεμπορικών τιμών εντοπίζεται ιδιαίτερα στην ανατολική και νοτιοανατολική Ευρώπη. Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι συγκεντρώνει λίγες πιθανότητες να το αποδεχτεί η Κομισιόν, κατ΄ αρχάς γιατί το μέτρο εξετάστηκε και απορρίφθηκε κατά την πρόσφατη μελέτη για βελτιώσεις στο Target Model.
Αντίθετα, πιο ώριμο (και εφικτό) θεωρείται να διεκδικηθεί να επισπευσθούν αλλαγές στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε ο αλγόριθμος που διέπει τη λειτουργία των υφιστάμενων διασυνδέσεων μεταξύ δυτικής και ανατολικής Ευρώπης να επιτρέπει τη βέλτιστη αξιοποίησή τους. Όπως είναι γνωστό, μία αρρυθμία που αυξάνει τις τιμές στην ευρύτερη περιοχή είναι ότι συχνά οι ροές ενέργειας από τα ανατολικά είναι μικρότερες από τη δυναμικότητα που μπορούν να υποστηρίξουν τα διασυνοριακά καλώδια.
Ωστόσο, η αλήθεια είναι πως το δεύτερο αίτημα δεν θα παρήγαγε άμεσα αποτελέσματα, δηλαδή δεν θα «έσβηνε» τις αυξήσεις στον καταναλωτή που προεξοφλούνται για τον επόμενο μήνα. Επομένως, εκτιμάται ότι το πιο βάσιμο σενάριο είναι η κυβέρνηση να προχωρήσει στην εφαρμογή του πλαφόν ακόμη και μονομερώς, στην περίπτωση που δεν εξασφαλίσει το «πράσινο φως» των Βρυξελλών.
«Σύμμαχοι» οι βιομηχανίες Ελλάδας, Βουλγαρίας, Ρουμανίας
«Σύμμαχος» στην προώθηση του πλαφόν είναι οι βιομηχανικές Ενώσεις Ελλάδας, Βουλγαρίας και Ρουμανίας (EBIKEN, BFIEC και ACCER), οι οποίες ήδη έχουν αποστείλει τρεις επιστολές στην Κομισιόν για την υπονόμευση της ανταγωνιστικότητας των ενεργοβόρων επιχειρήσεων της περιοχής, από το αυξημένο ενεργειακό κόστος.
Έχοντας ήδη εκφράσει την υποστήριξή τους στην προοπτική εφαρμογής ανώτατων τιμών στους ηλεκτροπαραγωγούς σε περίπτωση ακραίων τιμών ενέργειας, οι τρεις Ενώσεις έχουν στα σκαριά νέα επιστολή προς τις Βρυξέλλες, όπου θα επισημαίνουν πως η τρέχουσα εκτίναξη των τιμών φανερώνει δομικές παθογένειες στη λειτουργία της ενιαίας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, αποδεικνύοντας ότι η περιφερειακή κρίση του καλοκαιριού κάθε άλλο παρά συγκυριακό φαινόμενο ήταν.
Ενεργειακή «διαίρεση» της Ευρώπης
Όπως είναι γνωστό, ένα χαρακτηριστικό που έχει περίπου παγιωθεί από την προηγούμενη εβδομάδα είναι πως οι μεγαλύτερες αυξήσεις παρατηρούνται στην ανατολική και νοτιοανατολική Ευρώπη – εικόνα η οποία παραπέμπει στη «μίνι» περιφερειακή κρίση του περασμένου καλοκαιριού. Απόδειξη το γεγονός ότι σήμερα οι μεγαλύτερες τιμές καταγράφονται σε Βουλγαρία – Πολωνία (244,67 ευρώ ανά Μεγαβατώρα) και Ουγγαρία (242,76 ευρώ).
Μάλιστα, το ότι η ευρύτερη αυτή περιοχή παραμένει εν πολλοίς «αποκομμένη» ενεργειακά από τη Δυτική Ευρώπη πιστοποιείται από το ότι στην Αυστρία η αγορά σήμερα διαμορφώνεται στα 128,78 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, δηλαδή σχεδόν 50% χαμηλότερη από την όμορη Ουγγαρία.
Το γεγονός αυτό οφείλεται τόσο στην ανεπάρκεια διασυνδέσεων μετά δυτικής και ανατολικής Ευρώπης, όσο και στη «συμπεριφορά» του αλγόριθμου (Flow-Based Market Coupling) που ελέγχει τις ροές ηλεκτρικής ενέργειας στις διασυνοριακές «ηλεκτρικές λεωφόρους» στην κεντρική Ευρώπη. Ως συνέπεια, η ανατολική – νοτιοανατολική Ευρώπη αναλαμβάνει μεταξύ άλλων και την εξυπηρέτηση του μεγαλύτερου μέρους των εισαγωγών ενέργειας της Ουκρανίας.
Όπως επισημαίνουν στελέχη του κλάδου, πίσω από τις σημερινές υψηλές τιμές στην χώρα μας βρίσκεται η μικρή παραγωγή ΑΠΕ (το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών είναι σήμερα στο 26%, ενώ του αερίου στο 51%) σε συνδυασμό με την οριακή αύξηση της ζήτησης. Καθοριστικός είναι επίσης ο ρόλος της εκτίναξης των χονδρεμπορικών στη «γειτονιά» μας, που παρασύρει προς τα πάνω και την εγχώρια αγορά, μέσω των εξαγωγών.