Η ιδέα της Αμερικής ως υπερδύναμης και ως εκ τούτου προορισμένη να ηγηθεί του πλανήτη, φαίνεται σήμερα παρωχημένη στους περισσότερους παρατηρητές και αναλυτές, καθώς ήδη γίνονται προσπάθειες από αρκετές χώρες να δημιουργηθεί αντίβαρο στο δολάριο και στο δυτικό χρηματοοικονομικό σύστημα.
Στους πολιτικούς, διπλωματικούς και στρατιωτικούς κύκλους, γίνεται επίσης λόγος για μια δυσλειτουργική υπερδύναμη, απομονωτική στο εξωτερικό και πολωμένη στο εσωτερικό. Αντιπροσωπευτικό αυτού, το σαφές μήνυμα που έστειλαν στην αρχή της εβδομάδας μέσω Κρεμλίνου οι χώρες BRICS στις απειλές του νεοεκλεγέντος προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για επιβολή δασμών 100% εάν επιχειρήσουν να δημιουργήσουν δικό τους νόμισμα εναλλακτικό στο δολάριο. Οι χώρες αυτές διαμήνυσαν ότι η άσκηση πίεσης για αναγκαστική χρήση του δολαρίου θα γυρίσει μπούμερανγκ στην Αμερική, καθώς θα επιτάχυνε την τάση μετάβασης σε εθνικά νομίσματα.
Στον επενδυτικό κόσμο όμως, ο όρος «αμερικανική εξαίρεση» είναι πιο δημοφιλής από κάθε άλλη φορά, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει στους FT ο πρόεδρος της Rockefeller International, Ρουσίρ Σάρμα. Παρά τις έμμεσες προειδοποιήσεις αναλυτών για κάποια μορφής διόρθωση, η Wall Street, η «Μέκκα των Αγορών», αποτελεί την κορυφαία προτίμηση των περισσότερων.
- Διαβάστε ακόμα - Τι φέρνει ο Τραμπ στις αγορές μετοχών
Σε πρόσφατο επίσης αφιέρωμά του, ο Economist ανέφερε ότι μετά την πανδημία η ανάκαμψη των ΗΠΑ ήταν ταχύτερη από όλες τις πλούσιες χώρες του πλανήτη, τάση που οι αναλυτές εκτιμούν ότι θα συνεχιστεί, καθώς η Αμερική διατηρεί πλεονεκτήματα όπως η υψηλή παραγωγικότητα, η ικανότητα προσέλκυσης ταλέντου και η τεχνολογική καινοτομία, κάτι που γίνεται αντιληπτό από τους επενδυτές.
Με αμείωτο ρυθμό το ράλι
Έχοντας λοιπόν εμπιστοσύνη στη δύναμη των χρηματοπιστωτικών αγορών των ΗΠΑ και στην ικανότητά τους να συνεχίσουν να παρουσιάζουν καλύτερες επιδόσεις από τις υπόλοιπες οικονομίες, οι παγκόσμιοι επενδυτές δεσμεύουν περισσότερα κεφάλαια στη συγκεκριμένη χώρα από κάθε άλλη φορά στη σύγχρονη ιστορία. Το χρηματιστήριο των ΗΠΑ κινείται με ρυθμούς κατά πολύ υψηλότερους από τα υπόλοιπα, με το δείκτη S&P 500 να καταγράφει φέτος κέρδη περίπου 25%.
Τον Νοέμβριο, με τη νίκη του Τραμπ, οι ΗΠΑ διανύουν τον ισχυρότερο μήνα υπεραπόδοσης μέχρι τώρα στη διάρκεια του τρέχοντος έτους. Ο Νοέμβριος αναδείχθηκε στον καλύτερο μήνα στη διάρκεια του 2024 για τους Dow Jones και S&P 500, με τους δύο δείκτες να ενισχύονται 7,5% και 5,7 αντίστοιχα.
Η Goldman Sachs εκτιμά ότι οι αποτιμήσεις των αμερικανικών μετοχών προσεγγίζουν τα επίπεδα της τεχνολογικής «φούσκας» στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στο τέλος του 2021 και έχουν ενισχυθεί από την αισιοδοξία για την τεχνητή νοημοσύνη.
Η Goldman Sachs θέτει ως στόχο για τον S&P 500 μία τιμή στις 6.500 μονάδες, ενώ η Societe Generale προτείνει αύξηση της ποσόστωσης που καταλαμβάνουν οι μετοχές στο συνολικό μείγμα ενός επενδυτικού χαρτοφυλακίου στο 45% από 42% προηγουμένως, εκ του οποίου το 30% αφορά σε αμερικανικές μετοχές από 27%.
Επίσης, οι αποτιμήσεις των κορυφαίων αμερικανικών εταιρειών, ειδικά στον κλάδο τεχνολογίας, βρίσκονται στο υψηλότερο σημείο από τότε που ξεκίνησαν τα δεδομένα πριν από μισό αιώνα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η Tesla που αναδείχθηκε πρωταθλήτρια μεταξύ των μεγαλύτερων εταιρειών στον κόσμο ως προς την αύξηση της χρηματιστηριακής της αξίας, σύμφωνα με το Reuters, εν μέσω προσδοκιών ότι η αμιγώς ηλεκτροκίνητη αμερικανική αυτοκινητοβιομηχανία θα επωφεληθεί από τους στενούς δεσμούς του διευθύνοντος συμβούλου Έλον Μασκ με τον Τραμπ. Η κεφαλαιοποίησή της αυξήθηκε κατά 38% στο 1,1 τρισ. δολάρια τον περασμένο μήνα.
Ως αποτέλεσμα, οι ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 70% του κορυφαίου παγκόσμιου χρηματιστηριακού δείκτη, από 30% τη δεκαετία του 1980. Αναφορικά με το δολάριο, φέτος έχει γίνει ισχυρότερο από κάθε άλλο βασικό νόμισμα του πλανήτη, σε μία ασυνήθιστη αλλαγή που μπορεί να προκαλέσει ωστόσο σοβαρές συνέπειες στην παγκόσμια οικονομία, σύμφωνα με τους NYT.
Τα δύο-τρίτα των 150 νομισμάτων που παρακολουθεί το Bloomberg έχουν αποδυναμωθεί έναντι του δολαρίου, το οποίο εκτιμάται ότι θα παραμείνει ισχυρό με τις πολιτικές προστατευτισμού του Τραμπ και τις ισχυρές επιδόσεις της αμερικανικής οικονομίας, γεγονός που θα συγκρατήσει τις επιτοκιακές μειώσεις από την Φέντεραλ Ριζέρβ.
Το δολάριο εκπροσωπεί περίπου το 90% των συναλλαγών σε ξένο συνάλλαγμα. Ένα ισχυρό δολάριο όμως εντείνει τον πληθωρισμό στο εξωτερικό, καθώς οι χώρες θα πρέπει να καταβάλλουν περισσότερα χρήματα για να αγοράζουν αγαθά ίδιας αξίας σε δολάριο, τα οποία εισάγουν από τις ΗΠΑ, αλλά και εμπορεύματα, όπως πετρέλαιο, που αποτιμώνται σε δολάριο. Επίσης, οι χώρες που έχουν δανειστεί σε δολάρια, βρίσκονται αντιμέτωπες με υψηλότερο κόστος δανεισμού.
Οι επενδυτές βλέπουν Αμερική
Παρ΄όλα αυτά, η συντριπτική πλειοψηφία των επενδυτών πιστεύει ότι το χάσμα μεταξύ των ΗΠΑ και του υπόλοιπου κόσμου δικαιολογείται από τη δυναμική των κερδών των κορυφαίων αμερικανικών εταιρειών, την παγκόσμια εμβέλειά τους και τον ηγετικό τους ρόλο στην τεχνολογική καινοτομία. Αυτό αποτυπώνεται και στο γεγονός ότι το μερίδιο της Αμερικής στις παγκόσμιες χρηματιστηριακές αγορές είναι πολύ μεγαλύτερο από το μερίδιό της στην παγκόσμια οικονομία, που έπεσε κάτω από το 15% στη διάρκεια της θητείας Μπάιντεν.
Η επικείμενη επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο ενίσχυσε αυτή την αποσύνδεση. Οι επενδυτές πιστεύουν ότι τα σχέδια Τραμπ να αυξήσει τους δασμούς, να μειώσει τους φόρους και να απλουστεύσει το πλαίσιο κανονισμών θα ενισχύσουν ακόμη περισσότερο τις αμερικανικές επιχειρήσεις αλλά τις αγορές των ΗΠΑ.
Ο επικεφαλής της Rockfeller International λέει στους FT ότι στη Βομβάη, οι χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι πιέζουν τους πελάτες τους να διαφοροποιηθούν εκτός Ινδίας αγοράζοντας τη μοναδική αγορά που είναι ακόμη πιο ακριβή - την Αμερική. Στη Σιγκαπούρη, ο οικοδεσπότης ενός γεύματος με διαχειριστές περιουσίας τους ρώτησε: «Υπάρχει κάποιος εδώ που δεν έχει την Nvidia;», αλλά δεν σηκώθηκε ούτε ένα χέρι. Αυτό δεν είναι φούσκα στις αγορές των ΗΠΑ, είναι μανία στις παγκόσμιες αγορές, σημειώνει, προσθέτοντας ότι στο απόγειο της φούσκας του dot.com το 2000, οι αμερικανικές μετοχές είχαν υψηλότερη αποτίμηση από ό,τι τώρα.
Υπερβολικό ενεργητικό συγκεντρωμένο στις ΗΠΑ
Σήμερα, η δύναμη έλξης της Αμερικής στις παγκόσμιες αγορές χρέους και στις ιδιωτικές αγορές είναι επίσης ισχυρότερη από ποτέ. Μέχρι στιγμής το 2024, οι ξένοι επενδυτές έχουν διοχετεύσει κεφάλαια στο χρέος των ΗΠΑ με ετήσιο ρυθμό της τάξης του 1 τρισ. δολαρίων, ποσό σχεδόν διπλάσιο από τις ροές στην Ευρωζώνη. Οι ΗΠΑ προσελκύουν πλέον περισσότερο από το 70% των ροών στην παγκόσμια αγορά των 13 τρισ. δολαρίων για ιδιωτικές επενδύσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν μετοχές και πιστώσεις. Αν και οι περισσότεροι παρατηρητές θεωρούν ότι ο κόσμος είναι ολοένα και πιο πολυπολικός, οι επενδυτές πιστεύουν ότι γίνεται ολοένα και πιο μονοπολικός.
Όπως εξηγεί ο Ρουσίρ Σάρμα, στο παρελθόν, συμπεριλαμβανομένης της δεκαετίας του 1920 και της εποχής dot.com, μια ανερχόμενη αγορά των ΗΠΑ θα ανέβαζε άλλες αγορές. Σήμερα όμως, μια ακμάζουσα αγορά των ΗΠΑ απομυζά χρήματα από τις άλλες.
Οι επενδυτές εξακολουθούν να θέλουν να πιστεύουν ότι τα θεμελιώδη στοιχεία καθοδηγούν τις τιμές και το συναίσθημα, όπως γράφει στους FT. Αλλά έρχεται μια στιγμή που το συναίσθημα αρχίζει να οδηγεί τα θεμελιώδη. Όταν τα χρήματα φεύγουν από μικρότερες αγορές, οι εκροές αποδυναμώνουν το νόμισμα, αναγκάζουν την κεντρική τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια, επιβραδύνει την οικονομία και κάνει τα θεμελιώδη μεγέθη της χώρας να φαίνονται χειρότερα.
Η συζήτηση για φούσκες στην τεχνολογία ή την τεχνητή νοημοσύνη ή σε επενδυτικές στρατηγικές που επικεντρώνονται στην ανάπτυξη και τη δυναμική, κρύβει τη «μητέρα όλων των φουσκών» στις αγορές των ΗΠΑ. Κυριαρχώντας πλήρως στο μυαλό των παγκόσμιων επενδυτών, λέει ο πρόεδρος της Rockfeller International, η Αμερική διαθέτει υπερβολικά μεγάλο ενεργητικό, είναι υπερτιμημένη και έχει υπερβολικά μεγάλη ευφορία, σε βαθμό που δεν έχει ξαναδεί. Όπως συμβαίνει με όλες τις φούσκες, είναι δύσκολο να γνωρίζουμε πότε αυτή θα ξεφουσκώσει ή τι θα προκαλέσει την έκρηξή της και συνεπώς την αντίστροφη μέτρηση.