Το παγκόσμιο ΑΕΠ μπορεί να συρρικνωθεί έως και 50% μεταξύ του 2070 και του 2090 από τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, εκτός εάν οι ηγέτες λάβουν άμεση δράση προς την απανθρακοποίηση και την αποκατάσταση της φύσης, σύμφωνα με νέα έκθεση του Insitute of Actuaries (IFoA).
Η αυστηρή προειδοποίηση των εμπειρογνωμόνων αυξάνει την εκτίμηση κινδύνου για την παγκόσμια οικονομία από τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής όπως φωτιές, πλημμύρες, ξηρασίες, άνοδος της θερμοκρασίας και καταστροφή του περιβάλλοντος.
Η έκθεση του IFoA που διενεργήθηκε σε συνεργασία με επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Exeter, χρησιμοποιεί μαθηματικά και στατιστικά στοιχεία προκειμένου να αναλύσει το οικονομικό ρίσκο για επιχειρήσεις και κυβερνήσεις. Καταλήγει μάλιστα στο συμπέρασμα, ότι απαιτείται άμεση δράση από πολιτικούς ηγέτες για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Μάλιστα, δημοσιεύθηκε στον απόηχο των στοιχείων της υπηρεσίας κλιματικής αλλαγής (C3S) του Copernicus που ανακοίνωσε ότι τα δυο τελευταία χρόνια ξεπεράστηκε μεσοσταθμικά το όριο του 1,5° Κελσίου ως προς την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη.
Χωρίς άμεσες παρεμβάσεις για την επιτάχυνση της απεξάρτησης από τον άνθρακα, την απομάκρυνσή του από την ατμόσφαιρα και την αποκατάσταση της φύσης, το πιθανό πλήγμα στις παγκόσμιες οικονομίες θα αγγίξει το 50% του ΑΕΠ μεταξύ 2070 και 2090.
Η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 3 βαθμούς Κελσίου ή και περισσότερο έως το 2050, θα είχε ως αποτέλεσμα πάνω από 4 δισ. θανάτους παγκοσμίως, οδηγώντας σε σημαντικό κοινωνικοπολιτικό κατακερματισμό, αποτυχία των κρατών (με επακόλουθη ταχεία, διαρκή και σημαντική απώλεια κεφαλαίου) και περιπτώσεις εξαφάνισης.
Ο επικεφαλής της έρευνας, Σάντι Τραστ, δήλωσε ότι δεν υπάρχει επί του παρόντος κάποιο ρεαλιστικό πλάνο για να αποφευχθεί αυτό το σενάριο.
Διευκρίνισε μάλιστα, ότι οι προβλέψεις που εκτιμούν ότι οι ζημιές από την υπερθέρμανση του πλανήτη θα «κοστίσουν» μόλις το 2% της παγκόσμιας οικονομικής παραγωγής, σε περίπτωση που η μέση θερμοκρασία του πλανήτη αυξηθεί κατά 3 βαθμούς Κελσίου, είναι ανακριβείς και «τυφλώνουν» τους πολιτικούς ηγέτες οι οποίοι δεν αναγνωρίζουν τους κινδύνους των πολιτικών τους.
Στην έκθεση τονίζεται ότι αυτές οι εκτιμήσεις, οι οποίες συνήθως χρησιμοποιούνται από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, πολιτικούς και δημόσιους υπαλλήλους δεν λαμβάνουν υπ' όψιν καίρια στοιχεία όπως η άνοδος της θερμοκρασίας της επιφάνειας της θάλασσας, η μετανάστευση και οι συγκρούσεις ως αποτέλεσμα της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
«Δεν αναγνωρίζουν ότι υπάρχει κίνδυνος καταστροφής», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Με αυτούς τους κινδύνους κατά νου, ο κόσμος αντιμετωπίζει αυξανόμενο κίνδυνο «πλανητικής χρεοκοπίας», όπου τα συστήματα της Γης θα υποβαθμιστούν τόσο που οι άνθρωποι δεν θα μπορούν πλέον να έχουν τις ανέσεις και τις υπηρεσίες πάνω στις οποίες έχουν στηρίξει την ύπαρξη των κοινωνιών και των οικονομιών τους.
«Δεν μπορείς να έχεις οικονομία χωρίς κοινωνία και η κοινωνία χρειάζεται ένα μέρος για να ζήσει. Η φύση είναι το θεμέλιο όλων. Μας παρέχει τροφή, νερό και αέρα, καθώς και τις πρώτες ύλες και την ενέργεια που τροφοδοτούν την οικονομία μας. Οι απειλές για τη σταθερότητα αυτού του θεμελίου αποτελούν κινδύνους για τη μελλοντική ανθρώπινη ευημερία, τους οποίους πρέπει να αναλάβουμε δράση για να αποφύγουμε», δήλωσε ο Τραστ.
Η έκθεση, με τίτλο «Πλανητική φερεγγυότητα - βρίσκοντας την ισορροπία μας με τη φύση», επικρίνει τις οικονομικές πρακτικές που χρησιμοποιούν οι κυβερνήσεις σε Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ και σε ολόκληρο τον ανεπτυγμένο κόσμο, η οποία επικεντρώνεται μόνο στο τι μπορεί να πάρει ο άνθρωπος από τον πλανήτη για να δημιουργήσει ανάπτυξη για τον εαυτό του και δεν λαμβάνει υπόψη τις συνέπειες που προκύπτουν από την υποβάθμιση της φύσης για τις κοινωνίες και τις οικονομίες.
Επιπλέον, ζητά αλλαγή στάσης από τους πολιτικούς ηγέτες, τους δημόσιους υπαλλήλους και τις κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας θέρμανσης. «Οι ηγέτες και οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων σε όλο τον κόσμο πρέπει να κατανοήσουν γιατί χρειάζονται αυτές οι αλλαγές. Τα ακραία φαινόμενα θα πρέπει να καθοδηγούν τις πολιτικές αποφάσεις. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής είναι επί του παρόντος ανίκανοι ή απρόθυμοι να ακούσουν τις προειδοποιήσεις για τους κινδύνους που απειλούν τη συνεχιζόμενη ανθρώπινη πρόοδο και να δράσουν βάσει αυτών με τον επείγοντα χαρακτήρα που απαιτείται», υπογραμμίζει.