Ο νέος, περισσότερο φιλοπεριβαλλοντικός σχεδιασμός της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) πανευρωπαϊκά και κατά συνέπεια και στη χώρα μας, θα φέρει μεγάλες αλλαγές στην όλη οικονομοτεχνική κατάσταση αλλά και παραγωγική δυνατότητα των αγροτικών εκμεταλλεύσεων.
Ο στόχος είναι να παράγουν οι αγρότες με όλο και πιο φιλοπεριβαλλοντικές πρακτικές με μείωση των μέχρι σήμερα διαθέσιμων φυτοπροστατευτικών, επέκταση της βιολογικής παραγωγής γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, μικρότερες παρεμβάσεις στις γεωργικές εκτάσεις με στόχο την προστασία διάβρωσης εδαφών και άλλα πολλά.
Ωστόσο, οι παραπάνω παρεμβάσεις μπορεί να έχουν θετικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, δεν έχουν όμως τα ίδια αποτελέσματα ως προς την παραγωγική ικανότητα των γεωργικών και κτηνοτροφικών επιχειρήσεων - εκμεταλλεύσεων, σε μια εποχή δε που η διατροφική επάρκεια είναι κεντρικό θέμα και όπως φαίνεται θα παραμείνει για κάποια χρόνια ακόμα. Επιπλέον, πολλές από τις διαδικασίες αυτές αυξάνουν ταυτόχρονα το κόστος παραγωγής γεωργοκτηνοτροφικών προϊόντων, η οποία αύξηση θα μετακυλήσει μεσομακροπρόθεσμα στην... «τσέπη» του καταναλωτή.
Για παράδειγμα, στόχος στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η μείωση χρήσης δραστικών φυτοπροστατευτικών προϊόντων στο 50% αυτών που χρησιμοποιούνται μέχρι και σήμερα. Αυτή η απόφαση έχει ήδη ενεργοποιήσει τις εταιρείες κολοσσούς που ασχολούνται με την παραγωγή φυτοπροστατευτικών προϊόντων, ώστε αυτές να παράγουν νέα, φιλικότερα προς το περιβάλλον γεωργικά φάρμακα, ενώ παράλληλα αποσύρονται από την αγορά φυτοπροστατευτικά με ισχυρές δραστικές. Η παραπάνω εξέλιξη κάνει δυσκολότερη και σε πολλές περιπτώσεις ακριβότερη την καταπολέμηση πολλών εχθρών καλλιεργειών με αποτέλεσμα τη μείωση παραγωγής γεωργικών προϊόντων με ταυτόχρονη αύξηση του κόστους παραγωγής αυτών.
Εκτός των άλλων η νέα ΚΑΠ φέρνει αλλαγές που πρέπει να υιοθετήσουν οι αγρότες μας από 1/1/2023 σχετικές με την καλλιέργεια των γεωργικών εκμεταλλεύσεων αλλά και στα ποσά που λάμβαναν αυτές από τις επιδοτήσεις μέχρι και το 2022…. στην πλειοψηφία τους, οι λεγόμενες μεγάλες γεωργικές εκμεταλλεύσεις χάνουν σημαντικούς πόρους από τις ενισχύσεις που λάμβαναν μέχρι και το 2022 (εξαίρεση φαίνεται πως αποτελούν όσοι ασχολούνται με τη βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία). Μπορεί για όσους δεν ασχολούνται με τη γεωργία να μη σημαίνει τίποτα και συνήθως να κατηγορούν για κατασπατάληση χρήματος τους αγρότες και κτηνοτρόφους μας, στην πραγματικότητα όμως η αλήθεια είναι τελείως διαφορετική. Έχουν περάσει ανεπιστρεπτί οι εποχές των «παχυλών» επιδοτήσεων και σίγουρα η συντριπτική πλειοψηφία των αγροτών μας τα τελευταία χρόνια, χρησιμοποιεί τις επιδοτήσεις αυτές για παραγωγικούς σκοπούς.
Αυτές οι ενισχύσεις, λοιπόν, συγκρατούσαν και συγκρατούν το κόστος παραγωγής και κατά συνέπεια τις τιμές των γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων στο πιάτο μας. Η απώλεια αυτών των ενισχύσεων, σε συνδυασμό με όλα τα παραπάνω, αλλά και την διατροφική κρίση να είναι σε εξέλιξη, σίγουρα θα κρατήσει τα επόμενα χρόνια τις τιμές των τροφίμων σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με τις τιμές αυτών, το 2019.
Ο πληθωρισμός στα τρόφιμα ήρθε για να μείνει... και δυστυχώς θα ροκανίσει μεγάλο μέρος του προϋπολογισμού των ευπαθών οικονομικά νοικοκυριών και το πρόβλημα αυτό σίγουρα δεν θα λυθεί με «καλάθια της νοικοκυράς», Vouchers τροφίμων και άλλα τέτοια επιδόματα...