Πολλά Σχέδια βελτίωσης σε μικρές επενδύσεις ή μεγάλα Σχέδια σε λίγους επενδυτές; Το παραπάνω δίλημμα φαίνεται πως βασανίζει εδώ και καιρό τους αρμοδίους υπαλλήλους του ΥΠΑΑΤ και όχι άδικα. Η συγκεκριμένη δράση που αναμένεται να προκηρυχθεί πολύ σύντομα από το ΥΠΑΑΤ είναι η 4.1.5.
Το συγκεκριμένο δίλλημα είναι λογικό γιατί τα 230 εκατ. ευρώ δεν είναι αρκετά για να καλύψουν μεγάλο αριθμό σχεδίων βελτίωσης, υψηλού προϋπολογισμού, οπότε θα είναι και πολλοί αυτοί που ενδεχομένως θα μείνουν εκτός δράσης. Στην προδημοσίευση δε, το ΥΠΑΑΤ επιχείρησε να βάλει κάποιους «κόφτες», ωστόσο υπάρχουν πιέσεις από την ίδια την αγορά για αναίρεση αυτών. Από την άλλη τα γεωργικά μηχανήματα, στην πλειοψηφία αυτών, έχουν ανατιμολογηθεί προς τα πάνω αρκετά, σε σχέση με τις τιμές του 2018. Η κρίση covid, ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας είναι οι βασικότερες αιτίες. Να επισημάνουμε εδώ πως η προκήρυξη των σχεδίων βελτίωσης του 2018 είχε ξεπεράσει τα 600 εκατ. ευρώ με τις υπερ-δεσμεύσεις, εν τούτοις και το 2018 είχαμε ένα ποσοστό επιλαχόντων που τελικά δεν εγκρίθηκαν.
Αν λοιπόν πάμε στη λογική των προηγουμένων σχεδίων βελτίωσης και ο προϋπολογισμός μείνει ως έχει, οι εγκρίσεις δε θα ξεπεράσουν τις 2500 με 3000 αιτήσεις πανελληνίως και φυσικά θα υπάρξουν πολλές απορρίψεις αιτήσεων ένταξη στη συγκεκριμένη δράση.
Από την άλλη αν μπει ένας «κόφτης» σε διάφορες επενδύσεις ο αριθμός των εγκρίσεων μπορεί να αυξηθεί σημαντικά.
Ωστόσο, φημολογείται πως υπάρχει η πιθανότητα αύξησης του προϋπολογισμού, για το συγκεκριμένο μέτρο των σχεδίων βελτίωσης, από κονδύλια που θα περισσέψουν από το Ταμείο Ανάκαμψης και αφορούν τον αγροτικό τομέα και αυτά ακούγεται πως ξεπερνούν τα 250 εκατομμύρια ευρώ προς το παρόν. Μια τέτοια αύξηση του προϋπολογισμού είναι φυσικό πως θα άλλαζε όλη τη δομή της συγκεκριμένης προκήρυξης. Δεν είναι λίγοι αυτοί δε, που θεωρούν δεδομένη την αύξηση του προϋπολογισμού λόγω… εκλογών.
Όπως και να έχει το ενδιαφέρον γεωργών και κτηνοτρόφων παραμένει εξαιρετικά έντονο, γιατί τα σχέδια βελτίωσης είναι το μέτρο που παραδοσιακά επιδοτεί μεγάλες (και μικρές) επενδύσεις στη ζωική και φυτική παραγωγή.