Η απόλυση του προέδρου του Συνδικάτου Εργατοϋπαλλήλων Μεταλλείων και Λατομείων Βορείου Ελλάδος, από την εταιρεία που δραστηριοποιείται στο μεταλλείο Ολυμπιάδας «Ελληνικός Χρυσός», επανέφερε την αντιπαράθεση κυβέρνησης και ΚΚΕ σε σχέση με τα προβλεπόμενα για τη συνδικαλιστική δράση, στον νέο εργασιακό νόμο. Το θέμα ήταν αντικείμενο επίκαιρης ερώτησης του βουλευτή του ΚΚΕ, Λεωνίδα Στολτίδη που κατήγγειλε ότι «δεν πρόλαβε να στεγνώσει το μελάνι του νόμου Χατζηδάκη και φάνηκε ήδη η αντεργατική του επίδραση», με την απόλυση του προέδρου του συνδικάτου των μεταλλείων, για 2η φορά σε λίγο χρονικό διάστημα.
«Με τον νέο εργασιακό νόμο ούτε διώκεται ούτε περιορίζεται η συνδικαλιστική δράση ούτε μειώνεται η προστασία που παρέχεται στους συνδικαλιστές έναντι απόλυσης», ανέφερε ο υφυπουργός Εργασίας Παναγιώτης Τσακλόγλου σημειώνοντας ότι η συνδικαλιστική ελευθερία στην Ελλάδα και η συνδικαλιστική δράση κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα και προστατεύονται από τις διεθνείς συμβάσεις εργασίας και υπάρχει ρητή απαγόρευση καταγγελίας για νόμιμη συνδικαλιστική δράση. «Η ρητή αυτή απαγόρευση περιλαμβάνεται και στον ν. 4808/21, τον νόμο «Χατζηδάκη» που ψηφίστηκε πρόσφατα και συγκεκριμένα στο άρθρο 88. Ωστόσο, η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συνδικαλιστικής δράσης και της καταγγελίας της σχέσης εργασίας είναι κάτι που κρίνεται δικαστικά και ακριβώς εκεί βρίσκεται και το όριο παρέμβασης του Υπουργείου Εργασίας», είπε ο υφυπουργός και πρόσθεσε: «Οι συνδικαλιστές, με τον νέο νόμο εξακολουθούν να έχουν πολύ ισχυρή προστασία από την απόλυση. Το άρθρο 88 του ν. 4808 τροποποίησε το άρθρο 14 του ν. 1264 και πλέον προβλέπεται ότι η προστασία των συνδικαλιστών από την απόλυση εξομοιώνεται με την προστασία των εγκύων, δηλαδή μπορεί να γίνει μόνο για σπουδαίο λόγο. Προβλέπεται επίσης ότι συνδικαλιστής που απολύθηκε μπορεί να αμφισβητήσει το κύρος της απόλυσής του με την ταχύτατη διαδικασία που ισχύει και για τις απεργίες». Επομένως, ανέφερε ο κ. Τσακλόγλου, ο απολυθείς συνδικαλιστής θα μπορέσει να προβάλει τους ισχυρισμούς του ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου πολύ σύντομα και αν δικαιωθεί, προφανώς θα επανέλθει ταχύτατα στη θέση του.
«Εδώ έχουμε μια πρωτοφανή πρακτική, γιατί δεν πρόλαβε να στεγνώσει το μελάνι του νόμου-εκτρώματος Χατζηδάκη και άρχισε ήδη η αντεργατική του λειτουργία», είχε δηλώσει νωρίτερα ο βουλευτής του ΚΚΕ, Λεωνίδας Στολτίδης και κατήγγειλε ότι με βάση αυτόν τον νόμο, η ιταλικών συμφερόντων εργολαβική εταιρεία EDILMAC, που δραστηριοποιείται στο μεταλλείο Ολυμπιάδας «Ελληνικός Χρυσός», προχώρησε στην απόλυση ενός όχι οποιουδήποτε εργαζόμενου, αλλά εργαζόμενου που είναι ταυτόχρονα πρόεδρος του Συνδικάτου Εργατοϋπαλλήλων Μεταλλείων και Λατομείων Βορείου Ελλάδος και μέλος του ΔΣ της Ομοσπονδίας Μεταλλωρύχων Ελλάδας.
«Ο συγκεκριμένος εργαζόμενος με την ειδικότητα του τεχνικού ασφαλείας και ως συνδικαλιστής ανέδειξε ως όφειλε τα προβλήματα υγιεινής και ασφάλειας του χώρου δουλειάς και απαίτησε τη λήψη μέτρων. Αυτή είναι η πραγματική αιτία της εκδικητικής απόλυσής του από την εργολαβική εταιρεία και όχι οι προκλητικές και γελοίες προφάσεις της εταιρείας ότι τάχα ο εργαζόμενος δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του, μια εργολαβική εταιρεία η οποία με την ανοχή της «Ελληνικός Χρυσός» καταστρατηγεί συστηματικά τα μέτρα ασφάλειας των εργατών, θεωρώντας την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων ως περιττό κόστος», είπε ο βουλευτής του ΚΚΕ και κατήγγειλε ότι «η εταιρεία έχει βάλει στο στόχαστρο τη συλλογική οργάνωση των εργαζομένων και τους εκλεγμένους συνδικαλιστές».
Το ζήτημα, όπως ανέφερε ο υφυπουργός Εργασίας, βρίσκεται στο στάδιο της διερεύνησης της εργατικής διαφοράς και ήδη η επιθεωρήτρια εργασιακών σχέσεων έχει ζητήσει από την επιχείρηση την επανεξέταση του ζητήματος της απόλυσης του συγκεκριμένου εργαζομένου.
Σε κάθε περίπτωση, όπως έσπευσε να επισημάνει ο Παναγιώτης Τσακλόγλου στον βουλευτή του ΚΚΕ, «το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων έχει ένα συγκεκριμένο ρόλο στα θέματα αυτά. Το Υπουργείο νομοθετεί, ελέγχει την τήρηση της νομοθεσίας - κυρίως μέσω του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας -, αλλά οι παρεμβάσεις του έχουν όρια, τα οποία δεν μπορεί και δεν πρέπει να ξεπεραστούν. Μετά από τα όρια αυτά, αρμόδια για την υπηρεσία αντίστοιχων διαφορών είναι η ελληνική Δικαιοσύνη».
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ