Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε σήμερα ότι είναι υπέρ μιας «ειρηνευτικής συμφωνίας» με το Ιράν, τονίζοντας ωστόσο ότι η Ισλαμική Δημοκρατία «δεν μπορεί να διαθέτει πυρηνικά όπλα», την επομένη των δηλώσεών του για προώθηση μιας πολιτικής άσκησης «μέγιστης πίεσης» στην Τεχεράνη.
«Θέλω το Ιράν να είναι μια μεγάλη, ευημερούσα χώρα, αλλά μια χώρα που να μην διαθέτει πυρηνικά όπλα», τόνισε ο Τραμπ με ανάρτησή του στην πλατφόρμα του, Truth Social.
«Θα προτιμούσα ασυζητητί μια Πυρηνική Ειρηνευτική Επαληθεύσιμη Συμφωνία, η οποία θα επιτρέψει στο Ιράν να αναπτυχθεί και να ευημερήσει ειρηνικά», πρόσθεσε.
«Θα πρέπει να αρχίσουμε να εργαζόμαστε αμέσως (για την επίτευξη μιας τέτοιας συμφωνίας) και να διοργανώσουμε μια μεγάλη γιορτή στη Μέση Ανατολή όταν αυτή υπογραφεί και ολοκληρωθεί», είπε.
Συνέχισε χαρακτηρίζοντας «ΤΕΡΑΣΤΙΕΣ ΥΠΕΡΒΟΛΕΣ» τις αναφορές ότι οι ΗΠΑ συνεργάζονται με το Ισραήλ για να «τεμαχίσουν το Ιράν».
Χθες ο ένοικος του Λευκού Οίκου, επαναφέροντας την πολιτική της λεγόμενης «μέγιστης πίεσης» κατά της Τεχεράνης -πολιτική που είχε ακολουθήσει και κατά την πρώτη του θητεία (2017-2021)- υπέγραψε μνημόνιο που προωθεί νέες κυρώσεις κατά του Ιράν και μέτρα με στόχο μεταξύ άλλων να μειώσει τις πετρελαϊκές εξαγωγές της Τεχεράνης στο μηδέν προκειμένου να την εμποδίσει να αποκτήσει πυρηνικό όπλο.
Έπειτα από χρόνια διαπραγματεύσεων το 2015, υπό την αμερικανική κυβέρνηση του Μπαράκ Ομπάμα, υπεγράφη μεταξύ ΗΠΑ, δυτικών χωρών και Τεχεράνης η συμφωνία, γνωστή ως Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (ΚΟΣΔ), για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Η συμφωνία προέβλεπε άρση διεθνών κυρώσεων κατά της Τεχεράνης και διεθνή εποπτεία για τον περιορισμό του πυρηνικού της προγράμματος.
Ωστόσο, η συμφωνία έμελλε να αποτελέσει κενό γράμμα.
Το 2018 -κατά την πρώτη προεδρία Τραμπ- η Ουάσινγκτον αποχώρησε μονομερώς από τη συμφωνία αυτή και το Ιράν, ως απάντηση, ξεκίνησε να μην τηρεί όρους της συμφωνίας. Όλες οι προσπάθειες που έγιναν τα τελευταία χρόνια από την προηγούμενη κυβέρνηση του Δημοκρατικού προέδρου Τζο Μπάιντεν για αναβίωση της συμφωνίας δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα.
Αντιδρώντας στις χθεσινές ανακοινώσεις Τραμπ, ο Ιρανός πρόεδρος Μασούντ Πεζεσκιάν υποβάθμισε σήμερα τον αντίκτυπο ενδεχόμενων νέων αμερικανικών κυρώσεων.
«Η Αμερική απειλεί με νέες κυρώσεις, αλλά το Ιράν είναι μια ισχυρή και πλούσια σε πόρους χώρα που μπορεί να αντιμετωπίσει προκλήσεις εκμεταλλευόμενη τους πόρους της»,, δήλωσε σήμερα ο Πεζεσκιάν σε μια εκδήλωση.
Από την πλευρά του, ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί δήλωσε νωρίτερα σήμερα ότι πολιτική της «μέγιστης πίεσης» που επανέφερε ο Τραμπ, θα αποτύχει, όπως απέτυχε και κατά την πρώτη θητεία του Αμερικανού προέδρου. Παράλληλα δήλωσε ότι οι ανησυχίες των ΗΠΑ για το ενδεχόμενο η Τεχεράνη να αποκτήσει πυρηνικό όπλο δεν είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα. Εκτίμησε εξάλλου ότι μπορεί να επιλυθεί με δεδομένη την αντίθεση του Ιράν στα όπλα μαζικής καταστροφής.
Μέσα στις τελευταίες εξελίξεις αυτές, ένας υψηλόβαθμος Ιρανός αξιωματούχος δήλωσε σήμερα στο Reuters ότι το Ιράν είναι έτοιμο να δώσει στις ΗΠΑ μια ευκαιρία ώστε οι δύο χώρες, ορκισμένοι εχθροί μετά την Ιρανική Επανάσταση του 1979, να επιλύσουν τις διαφορές τους.
«Η βούληση του ιερατικού καθεστώτος είναι να δώσει στη διπλωματία με τον Τραμπ άλλη μια ευκαιρία, αλλά η Τεχεράνη ανησυχεί βαθιά για σαμποτάζ του Ισραήλ», είπε ο υψηλόβαθμος αξιωματούχος.
Ο αξιωματούχος είπε ότι η Τεχεράνη θέλει οι ΗΠΑ «να χαλιναγωγήσουν το Ισραήλ αν η Ουάσινγκτον επιδιώξει μια συμφωνία» με την Ισλαμική Δημοκρατία.
Με τους περιφερειακούς συμμάχους του Ιράν είτε να έχουν διαλυθεί είτε να έχουν αποδυναμωθεί σοβαρά μετά την έναρξη του πολέμου μεταξύ Χαμάς και Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας τον Οκτώβριο του 2023, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη δυσαρέσκεια πολλών Ιρανών για την κατάσταση της οικονομίας, αναλυτές λένε ότι το ιερατικό καθεστώς του Ιράν έχει λίγες επιλογές παρά να επιδιώξει μια συμφωνία με τις ΗΠΑ του Τραμπ.
Η αποδυνάμωση της Χαμάς έπειτα από 15 μήνες πολέμου, ο αποδεκατισμός της ηγεσίας της λιβανέζικης Χεζμπολάχ, η πτώση του Μπασάρ αλ Άσαντ στη Συρία τον Δεκέμβριο, ενός κρίσιμου συμμάχου της Τεχεράνης, και τα πλήγματα του Ισραήλ στους Χούθι, έχουν πλήξει σοβαρά τον «Άξονα Αντίστασης» του Ιράν, ένα δίκτυο περιφερειακών ένοπλων ομάδων, μαχητών και συμμαχικών κρατών, με κοινό εχθρό Ισραήλ και τις ΗΠΑ, με την επιρροή της Ισλαμικής Δημοκρατίας σε όλη τη Μέση Ανατολή να περιορίζεται.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ