Μια οριζόντια ματιά τον τελευταίο καιρό στα διεθνή οικονομικά ΜΜΕ αρκεί για να διαπιστώσει κανείς ένα κατά βάση παράδοξο φαινόμενο.
Τα στοιχήματα που «παίζονται» για το πως θα εξελιχθεί το σημαντικότερο οικονομικό μέγεθος, το «κόστος του χρήματος», δηλαδή το επιτόκιο των κεντρικών τραπεζών, κινούνται με την ίδια έμφαση και προς τα πάνω και προς τα κάτω (!), όσο ποτέ άλλοτε.
Από την μία πλευρά η εμφανώς ισχυρή πληθωριστική τάση στον «υποκείμενο» πληθωρισμό, παρά την πτώση στον ονομαστικό και τα στοιχεία από την εξέλιξη των κερδών των επιχειρήσεων σε συνδυασμό με την διατήρηση μιας τυπικά «σφικτής» αγοράς εργασίας, υποστηρίζουν την εκτίμηση που βλέπει το «κόστος του χρήματος» να συνεχίζει να αυξάνεται, έστω και πιο αργά.
Και αυτό φαίνεται να καλύπτει τόσο τις ΗΠΑ όσο και την Ευρωζώνη, τουλάχιστον για τον ορατό χρονικό ορίζοντα μέχρι τις αρχές του 2024, με αρχικά μικρές αυξήσεις επιτοκίων όπως έχει ήδη αρχίσει να συμβαίνει και στην συνέχεια μακρά… παύση.
Από την άλλη πλευρά, μια σειρά από πολύ αξιόπιστους δείκτες της αγοράς υποδηλώνουν ότι μια οικονομική ύφεση θα είναι σύντομα προ των πυλών.
Σύμφωνα με αναλυτικά σημειώματα τόσο στο Bloomberg, όσο και στο Reuters, αλλά και σε πολλά αξιόπιστα διεθνή οικονομικά ΜΜΕ, η καμπύλη αποδόσεων των κρατικών ομολόγων φαίνεται να παραμένει βαθιά ανεστραμμένη, με τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης να προβλέπουν μείωση επιτοκίων το αργότερο στις αρχές του 2024, καθώς οι κυριότεροι οικονομικοί δείκτες δείχνουν άμεσα προς τα κάτω. Σύμφωνα με το Bloomberg «πι έρευνες των διαχειριστών εφοδιασμού του ISM σηματοδοτούν ύφεση εδώ και έξι μήνες. Οι τιμές των βασικών εμπορευμάτων μειώνονται, ιδίως του πετρελαίου, γεγονός που υποδηλώνει έλλειψη παγκόσμιας ζήτησης. Είναι εξαιρετικά λογικό να προετοιμαστούμε για μια ύφεση πριν περάσει πολύς καιρός…».
Προφανώς, κάτι όπως η τραπεζική κρίση, που έχει εμφανισθεί από τον Μάρτη στις ΗΠΑ και την Ευρώπη ως παραπροϊόν των πολιτικών αναχαίτισης του πληθωρισμού, έρχεται να επιδεινώσει την δυνατότητα πρόβλεψης γιατί επηρεάζει και τις δύο πλευρές των «στοιχημάτων».
Η οικονομική ιστορία
Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, που δύσκολα το συναντάς στην οικονομική ιστορία, η πολλαπλότητα των κατευθύνσεων που παίρνουν τα «στοιχήματα» για την πορεία της οικονομίας είναι φυσικό να γίνεται… χαοτική.
Και κατά συνέπεια να δυσκολεύει σε υπέρτατο βαθμό τον σχεδιασμό της «επόμενης ημέρας» τόσο σε επίπεδο δημοσιονομικής πολιτικής, όσο και σε επίπεδο επιχειρηματικού προγραμματισμού ή ακόμα χειρότερα σε επίπεδο οικογενειακού σχεδιασμού.
Μια απόπειρα που είχε κάνει και παλιότερα το Οικονογράφημα για να «εξηγήσει» αυτό το συγχυτικό φαινόμενο, είχε επικεντρωθεί στο γεγονός ότι τα διαφορετικά «μοντέλα», στα οποία η πλέον σύγχρονη μορφή Οικονομομετρίας καταφεύγει, έτσι κι αλλιώς δεν μπορούν να ξεπεράσουν ένα οριακό σημείο συνδυασμού παραγόντων και μεταβλητών που εμπλέκουν στους υπολογισμούς τους.
Η βασική υπολογιστική αδυναμία όμως των μοντέλων αυτών παρά την ευρύτητά τους έγκειται, κατά την εκτίμηση του Οικονογραφήματος, στο γεγονός ότι η επίδραση των μεταβλητών στην συνολική «εξίσωση» ενεργοποιείται σε διαφορετικές χρονικές «φάσεις» και με έντονα τα χαρακτηριστικά της ασυνέχειας.
Η πρόσφατη για παράδειγμα ιστορία από το 2019, υποστηρίζει μία τέτοια προσέγγιση καθώς όταν την άνοιξη του 2020 ξέσπασε η πανδημία, ήδη είχαν εμφανισθεί οι πρώτες συνέπειες της προηγούμενης φάσης νομισματικής πολιτικής, επηρεασμένες μάλιστα και από «επεισόδια» όπως εκείνα του Σεπτέμβρη του 2019 που υποχρέωσαν την Fed σε άρον – άρον αναστροφή πορείας.
Στην συνέχεια μετά την έκρηξη της πανδημίας τις πρωτοφανείς συνέπειες των lockdownσε διεθνή κλίμακα και με διαφορά στην χρονική τους εφαρμογή μεταξύ Δύσης και Ανατολής, η σχετικά ταχύτερη του αναμενόμενου εμφάνιση των εμβολίων άλλαξε άρδην τον συνδυασμό νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής δύο φορές για να έρθει το ξέσπασμα του πολέμου τον Φεβρουάριο του 2022 και να ανατρέψει και πάλι τα δεδομένα όσο αφορά τις πολιτικές τόσο απέναντι στον πληθωρισμό όσο και απέναντι στο κατακερματισμό του παγκόσμιου δικτύου εμπορικών συναλλαγών.
Κάθε ένα από τα επεισόδια αυτά σε συνδυασμό και με τις «εσωτερικές» παρεμβάσεις όπως π,χ., του νόμου Μπάιντεν για τον πληθωρισμό, ή της εκ των υστέρων «no covid» πολιτικής της Κίνας, κατακερμάτισαν κυρίως στον χρόνο αλλά και στον χώρο τις συνέπειες μια νομισματικής πολιτικής που έπαιρνε κατεύθυνση, πότε προς τα κάτω και πότε προς τα πάνω…
Με αυτά τα δεδομένα ήταν αναπόφευκτο τα οικονομικά και νομισματικά μοντέλα να «μπλοκάρουν» μπροστά στην πραγματικότητα.
Και να αφήσουν αναπόφευκτα μεγαλύτερο «χώρο» για εκτιμήσεις, που αμφισβητούν πλέον ακόμα και τον πλέον «αλάθητο» δείκτη της οικονομικής ιστορίας, αυτόν της αναστροφής των αποδόσεων μεταξύ των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων των κρατικών ομολόγων.
Τα «στοιχήματα» κατά συνέπεια είναι όλα ανοικτά.
Το δεύτερο εξάμηνο του 2023 θα είναι εδώ για να δείξει – ίσως – το ποιος τελικά κερδίζει και ποιος χάνει.
Γ. Αγγέλης
Διαβάστε περισσότερα άρθρα της στήλης ΟΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ
Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.