«Ανάσα» στην ελληνική οικονομία, που μπορεί να φτάσει ακόμα και τα 1,8 δισ. ευρώ το χρόνο –σύμφωνα με σχετική μελέτη της Εθνικής Τράπεζας- μπορεί να φέρει η δημιουργία ξενόγλωσσων τμημάτων στα εγχώρια πανεπιστήμια αλλά και η ανάσχεση του brain drain στην ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Όπως προκύπτει από την κλαδική μελέτη για την Ανώτατη Εκπαίδευση, με τίτλο «Μετατρέποντας την Ελλάδα σε έναν εκπαιδευτικό κόμβο» την οποία είχε εκπονήσει το Μάιο του 2017 η Εθνική Τράπεζα, η Ελλάδα θα μπορούσε να προσελκύσει 110.000 ξένους φοιτητές (από 27.600 το 2015) και παράλληλα να περιορίσει τις εκροές Ελλήνων φοιτητών στο εξωτερικό, εφαρμόζοντας τις παρακάτω πολιτικές:
- Εγκαθίδρυση συνεπούς και σταθερής εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση με έμφαση στην αυτονομία των πανεπιστημίων
- Νομοθέτηση πολιτικών και κινήτρων για προσέλκυση της ακαδημαϊκής Διασποράς, όπως έχει εφαρμόσει με επιτυχία η Κίνα.
- Στήριξη της δημιουργίας Κέντρων Αριστείας γύρω από τα ελληνικά πανεπιστήμια για ενδυνάμωση της σύνδεσής τους με τον επιχειρηματικό τομέα.
Οι εν λόγω προτάσεις από τη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας ουσιαστικά ταυτίζονται με τις μεταρρυθμίσεις που ανέπτυξε η υπουργός Παιδείας κυρία Νίκη Κεραμέως και περιλαμβάνονται στο κυβερνητικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας.
Όπως αναφέρει στο insider.gr η κυρία Κεραμέως, ήδη οι εν λόγω προτάσεις ξεκινούν τη διαδικασία υλοποίησης και σταθερά θα βλέπουμε αλλαγές προς αυτή την κατεύθυνση.
«Θεωρώ ότι η εικόνα της Παιδείας θα αλλάζει μέρα με τη μέρα. Προφανώς δεν μπορούν να γίνουν θαύματα ούτε να αλλάζουν όλα άμεσα και να λυθούν παθογένειες δεκαετιών, ωστόσο μπορούν να μπουν βάσεις και σιγά σιγά να δούμε μια νέα εικόνα στα ελληνικά πανεπιστήμια. Ξεκινήσαμε με μια ρύθμιση που είναι πολύ σημαντική, για την αποκατάσταση του ασύλου στην πραγματική του έννοια, δηλαδή άσυλο ιδεών και όχι άσυλο εγκληματιών και τώρα προχωράμε σε διάφορες ενέργειες που σκοπό έχουν να ενισχύσουν την αυτονομία των Ανώτατων Ιδρυμάτων μας. Στο πλαίσιο αυτό θα γίνει μια ιδιαίτερη προσπάθεια για τη μεγαλύτερη εξωστρέφεια.
Αυτή μετουσιώνεται με τη δυνατότητα για κάθε Ίδρυμα αυτόνομα να μπορεί να ιδρύσει ξενόγλωσσα προγράμματα. Να μην χρειάζεται όπως σήμερα να συνεργαστεί απαραιτήτως με το Διεθνές Πανεπιστήμιο σε προπτυχιακό επίπεδο προκειμένου να δημιουργηθούν τέτοια προγράμματα. Άρα, ενίσχυση της δυνατότητας της δημιουργίας ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων, διεθνείς συνεργασίες και απελευθέρωση των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ), οι οποίοι υπάγονται στο δημόσιο λογιστικό. Θα σας το πω με ένα παράδειγμα: Αν σήμερα ένα Πανεπιστήμιο θέλει να προσκαλέσει έναν ξένο καθηγητή να έρθει για να δώσει μια διάλεξη στους φοιτητές μας, μπορεί να πάρει τέσσερις, πέντε ή και έξι μήνες για να εγκριθεί το εισιτήριο, ακριβώς επειδή το πλαίσιο είναι τόσο γραφειοκρατικό.
Επί της ουσίας, αυτό που θέλουμε είναι να απελευθερώσουμε τα πανεπιστήμια. Να τους επιστρέψουμε αρμοδιότητες. Το λέγαμε προεκλογικά, το λέμε μετεκλογικά και παρόλο που είμαστε τώρα στις θέσεις εξουσίας, αυτό που θέλουμε είναι να απεμπολίσουμε αρμοδιότητες από πάνω μας και να τις επιστρέψουμε στα πανεπιστήμια, εκεί που πραγματικά ανήκουν. Και όπως καταλαβαίνετε, όλη αυτή η απελευθέρωση και η ενίσχυση του αυτοδιοίκητου των Πανεπιστημίων, πέρα από το ότι έχει στόχο να καταστήσει τη χώρα μας ένα κέντρο εκπαίδευσης στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, θα έχει και σημαντικό οικονομικό αντίκτυπο. Πάρτε για παράδειγμα την προσέλκυση ξένων φοιτητών. Αντί να διώχνει η χώρα μας χιλιάδες φοιτητές στο εξωτερικό, να προσελκύει φοιτητές από όλο τον κόσμο, η έλευση των οποίων στη χώρα θα έχει πολύ σημαντικό οικονομικό αντίκτυπο».
Αντίστοιχα, σε πρόσφατη συνέντευξή της στην Καθημερινή, η κυρία Κεραμέως, τόνισε πως, «στρατηγικός μας στόχος είναι ο ακαδημαϊκός χάρτης να περιλαμβάνει ιδρύματα πραγματικά αυτόνομα, αυτοδιοικούμενα, αξιολογούμενα, ανταγωνιστικά, εξωστρεφή και σε κοινό βηματισμό με την αγορά εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό, πρόθεσή μας είναι να κινηθούμε, για τη διεύρυνση της δυνατότητας δημιουργίας ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων (από τα ίδια τα ιδρύματα ή σε συνεργασία με άλλα ελληνικά ή διεθνή πανεπιστήμια) και για προσέλκυση φοιτητών από χώρες εκτός Ε.Ε. Επίσης, στοχεύουμε να απελευθερώσουμε τα μεταπτυχιακά προγράμματα, να αναπτύξουμε προγράμματα εξ αποστάσεως σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο, με επένδυση στις νέες τεχνολογίες, και να ενισχύσουμε τα θερινά / χειμερινά σχολεία σε τομείς που η χώρα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα (π.χ. πολιτισμός, ναυτιλία, τουρισμός, διατροφή, πρωτογενής παραγωγή)».
Ουσιαστικά, οι παραπάνω προτάσεις ταυτίζονται σε μεγάλο βαθμό με τη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, την οποία μάλιστα και υπογράφει ο σημερινός Διευθύνων Σύμβουλος της τράπεζας κ. Παύλος Μυλωνάς. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η μελέτη, «η άμεση επίδραση από την προσέλκυση των ξένων φοιτητών (σε συνδυασμό με τον περιορισμό των εκροών Ελλήνων φοιτητών) θα προσελκύσει πόρους της τάξης των €1,8 δισ ετησίως (κυρίως μέσω υψηλότερων εξαγωγών και χαμηλότερων εισαγωγών υπηρεσιών εκπαίδευσης)».
Ενδεικτικό της παρούσας κατάστασης, την οποία και είχε περιγράψει η υπουργός Παιδείας σε συνέντευξή της στο insider.gr είναι πως –σύμφωνα με τη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας αυτή τη στιγμή υπάρχουν περισσότεροι από 35.000 Έλληνες που σπουδάζουν στο εξωτερικό. Ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί στο 10% περίπου του συνόλου των φοιτητών, έναντι ευρωπαϊκού μέσου όρου 3,5%. Μάλιστα, όπως αναφέρει η Εθνική Τράπεζα, ο αριθμός αυτός μειώθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια (από 60.000 το 2000 σε 35.000 το 2015) γεγονός που οφείλεται στην αύξηση του αριθμού των εγχώριων προπτυχιακών αλλά και μεταπτυχιακών τμημάτων.
Στον αντίποδα, η Ελλάδα προσελκύει ένα πολύ μικρό αριθμό σπουδαστών από το εξωτερικό, μόλις 30.000, εκ των οποίων οι περισσότεροι προέρχονται από την Κύπρο ή είναι παιδιά ομογενών ή μεταναστών, κυρίως από την Αλβανία.
Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν πάρα πολύ μεγάλα περιθώρια προσέλκυσης ξένων φοιτητών από ολόκληρο τον κόσμο, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι θα δημιουργηθούν ξενόγλωσσα τμήματα, τόσο σε προπτυχιακό όσο και σε μεταπτυχιακό επίπεδο.
Επαναπατρισμός καθηγητών
Πέρα όμως από την προσέλκυση των ξένων φοιτητών, ένα ακόμη όφελος από την αναβάθμιση των εγχώριων πανεπιστημίων είναι και ο επαναπατρισμός των Ελλήνων καθηγητών που δουλεύουν στο εξωτερικό, ως αποτέλεσμα του ευρύτερου brain drain. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Τράπεζας, αυτή τη στιγμή υπάρχουν περίπου 22.000 Έλληνες καθηγητές που ζουν και εργάζονται εκτός συνόρων. Είναι δηλαδή το 0,2% του πληθυσμού, έναντι ποσοστού μόλις 0,03% για το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μάλιστα, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, οι πλειονότητα των Ελλήνων καθηγητών του εξωτερικού έχουν πτυχία από αναγνωρισμένα και υψηλού επιπέδου ακαδημαϊκά ιδρύματα παγκοσμίως και υψηλό αριθμό δημοσιεύσεων. Αντίστοιχα, εντός Ελλάδος απασχολούνται μόλις 15.000 καθηγητές, δηλαδή το 0,14% του πληθυσμού έναντι Μέσου Όρου 0,25% του πληθυσμού για το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γεγονός που σημαίνει ότι –εφόσον δημιουργηθούν περισσότερα τμήματα, υπάρχουν περιθώρια επαναπατρισμού μεγάλου αριθμού αλλά και υψηλού επιπέδου Ελλήνων καθηγητών.
«Κλειδί» η χρηματοδότηση
Βασική προϋπόθεση για όλα τα παραπάνω, όπως αναφέρει η μελέτη της Εθνικής Τράπεζας είναι η απελευθέρωση της χρηματοδότησης για τα πανεπιστημιακά τμήματα. Εφόσον δεν επαρκεί η κρατική χρηματοδότηση, η μελέτη προτείνει την ενίσχυση των χρηματοδοτήσεων από τον ιδιωτικό τομέα. Για παράδειγμα, θα μπορούσαν τα χρήματα να προέλθουν από δωρεές και επώνυμες έδρες, όπως συμβαίνει στο εξωτερικό και όπως πρότεινε και η ίδια η κυρία Κεραμέως.