Η σημαντική αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας το πρώτο εξάμηνο του 2022 συνοδεύθηκε από αξιοσημείωτη βελτίωση της αγοράς εργασίας, σύμφωνα με την Ενδιάμεση Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για το 9μηνο του 2022.
Συγκεκριμένα, η απασχόληση αυξήθηκε κατά 8,9% σε σύγκριση με το πρώτο εξάμηνο του 2021, ενώ το ποσοστό ανεργίας υποχώρησε στο 13,1%. Άνοδο σημείωσε το εργατικό δυναμικό, για πέμπτο συνεχόμενο τρίμηνο ύστερα από 18 τρίμηνα διαρκούς υποχώρησης. Παράλληλα με την αύξηση της απασχόλησης καταγράφηκε μεγαλύτερη στενότητα στην αγορά εργασίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, οι κενές θέσεις εργασίας αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 100,6% το εννεάμηνο του 2022, καθώς η ζήτηση εργασίας σε κλάδους όπως ο τουρισμός, η μεταποίηση, οι κατασκευές και ιδιαίτερα σε περισσότερο εξειδικευμένες θέσεις εργασίας αυξήθηκε σημαντικά και ικανοποιείται πιο δύσκολα σε σχέση με το παρελθόν.
Ωστόσο, τα μηνιαία στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού έως τον Οκτώβριο του 2022 και του πληροφοριακού συστήματος ΕΡΓΑΝΗ για την περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου υποδηλώνουν επιβράδυνση στην αγορά εργασίας για το δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Το ισοζύγιο ροών μισθωτής απασχόλησης το δεκάμηνο του 2022, σύμφωνα με τα στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, ήταν θετικό λόγω της αύξησης των προσλήψεων κατά 25,3%, ωστόσο κυμάνθηκε σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με το δεκάμηνο του 2021. Συγκεκριμένα, δημιουργήθηκαν 147.607 νέες θέσεις εργασίας, 67.202 θέσεις λιγότερες σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2021, προσεγγίζοντας τα προ πανδημίας επίπεδα.
Οι προσλήψεις πλήρους απασχόλησης ανήλθαν στο 51,5% του συνόλου, ενώ οι προσλήψεις μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης έφθασαν στο 48,5% (έναντι 54,0% και 46,0% αντίστοιχα το δεκάμηνο του 2021). Η απασχόληση, σύμφωνα με τα στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, ενισχύθηκε σημαντικά το πρώτο εξάμηνο του 2022, με τον αριθμό των απασχολουμένων να καταγράφει ετήσιο ρυθμό μεταβολής 8,9%, έναντι -2,0% το 2021.
Πρωταγωνιστής η μισθωτή απασχόληση
Η παρατηρούμενη θετική μεταβολή προήλθε κυρίως από τη μισθωτή απασχόληση (11,9%, έναντι -2,8% το 2021), ενώ ο αριθμός των λοιπών απασχολουμένων αυξήθηκε με χαμηλότερο ρυθμό (2,6%, έναντι -0,4% το 2021), αντανακλώντας την αύξηση των αυτοαπασχολουμένων με προσωπικό (9,9%, έναντι 1,5% το 2021) και των βοηθών στην οικογενειακή επιχείρηση (9,9%, έναντι -5,8%).
Αντίθετα, οι αυτοαπασχολούμενοι χωρίς προσωπικό μειώθηκαν (-1,0%, έναντι -0,3%). Αξίζει να σημειωθεί ότι η θετική εικόνα που παρουσίασε η απασχόληση το πρώτο εξάμηνο του 2022 οφείλεται στην ιδιαίτερα θετική πορεία του α΄ τριμήνου (11,6%), καθώς το β΄ τρίμηνο ο ρυθμός αύξησης της απασχόλησης, αν και παρέμεινε υψηλός, σημείωσε επιβράδυνση (6,4%).
Ανά τομέα οικονομικής δραστηριότητας, ο αριθμός των απασχολουμένων αυξήθηκε στον πρωτογενή τομέα (2,5%), κατέχοντας μερίδιο 11,1% στη συνολική απασχόληση. Ο δευτερογενής και ο τριτογενής τομέας κατέγραψαν υψηλότερες αυξήσεις (10,5% και 9,4%), επεκτείνοντας τα μερίδιά τους στην απασχόληση (15,4% και 73,4% αντίστοιχα).
Σε κλαδικό επίπεδο, η αύξηση της απασχόλησης το πρώτο εξάμηνο του 2022 προήλθε κυρίως από την άνοδο του αριθμού των απασχολουμένων στη μεταποίηση (9,2%), στις κατασκευές (8,8%) και στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο (8,1%), αντιστρέφοντας την αρνητική εικόνα του πρώτου εξαμήνου του 2021.
Την υψηλότερη όμως αύξηση του αριθμού των απασχολουμένων κατέγραψαν οι σχετικές με τον τουρισμό δραστηριότητες (42,0%, έναντι -21,6% το πρώτο εξάμηνο του 2021), αποτυπώνοντας τη σημαντική ανάκαμψη του κλάδου με τη σταδιακή επιστροφή στην κανονικότητα. Αντίθετα, μείωση των απασχολουμένων παρατηρήθηκε στη δημόσια διοίκηση και άμυνα (-2,6%, έναντι αύξησης 13,6% το πρώτο εξάμηνο του 2021) και στις χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες στις (-4,7%, έναντι -7,3% το πρώτο εξάμηνο του 2021).
Το ποσοστό μερικής απασχόλησης, αν και παρουσίασε υποχώρηση το β΄ τρίμηνο του 2022, σε επίπεδο εξαμήνου κατέγραψε αύξηση (8,8%, έναντι 8,0% το πρώτο εξάμηνο του 2021), γεγονός που οφείλεται εν μέρει και στην απόσυρση των μέτρων στήριξης έναντι της πανδημίας, πολλά εκ των οποίων στόχευσαν στη δημιουργία θέσεων πλήρους απασχόλησης.
Η εξέλιξη αυτή αποτυπώνεται και στα στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, καθώς το μερίδιο των προσλήψεων μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης αυξήθηκε το δεκάμηνο του 2022.
«Κλειδί» η απασχόληση των νέων
Με την υποχώρηση της υγειονομικής κρίσης, το ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό για την ηλικιακή ομάδα 15-64 ετών αυξήθηκε σημαντικά σε 69,3% το πρώτο εξάμηνο του 2022 (από 65,7% το πρώτο εξάμηνο του 2021). Σημαντική αύξηση του ποσοστού συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό σημειώθηκε σε όλες τις ηλικιακές ομάδες και ιδιαίτερα στις ομάδες 25-29 ετών και 30-34 ετών, για τις οποίες το ποσοστό συμμετοχής αυξήθηκε κατά 4,8 και 4,4 ποσοστιαίες μονάδες αντίστοιχα.
Η συμμετοχή και παραμονή στο εργατικό δυναμικό και ιδιαιτέρως των νέων έχει μεγάλη σημασία για τη διατήρηση και βελτίωση των δεξιοτήτων τους, τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.
Την ίδια περίοδο το ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας αποκλιμακώθηκε σε 7,9% (από 9,8% το πρώτο εξάμηνο του 2021), ενώ το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε σημαντικά σε 13,1% (από 16,5%). Σημαντική υποχώρηση σημειώθηκε και στο ποσοστό ανεργίας των νέων ηλικίας 20-29 ετών σε 23,5% (από 32,0% την αντίστοιχη περίοδο του 2021).
Η βελτίωση στην αγορά εργασίας απεικονίζεται στις βραχυπρόθεσμες προοπτικές απασχόλησης (έρευνες συγκυρίας ΙΟΒΕ και Ευρωπαϊκής Επιτροπής). Συγκεκριμένα, το Νοέμβριο του 2022 οι προοπτικές απασχόλησης κατέγραψαν βελτίωση στις υπηρεσίες, στη μεταποίηση και στο εμπόριο, ενώ επιδείνωση σημειώθηκε στις κατασκευές. Ο σταθμισμένος δείκτης των προσδοκιών απασχόλησης παρουσίασε σημαντική άνοδο σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα και διαμορφώθηκε στις 109,6 μονάδες.
Οι συστάσεις της ΤτΕ
Η αγορά εργασίας έχει ανακάμψει μετά την πανδημία και αναμένεται να συνεχίσει να βελτιώνεται μεσοπρόθεσμα, παρά την αύξηση της αβεβαιότητας που έχει προκαλέσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και τον υψηλό πληθωρισμό. Εντούτοις, αρκετές στρεβλώσεις συνεχίζουν να υφίστανται, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος.
Το ποσοστό ανεργίας, αν και υποχωρεί σταθερά και σημαντικά τα τελευταία έτη, παραμένει το υψηλότερο στην ευρωζώνη (μαζί με αυτό της Ισπανίας).
Επίσης, το ποσοστό ανεργίας στις ευάλωτες ομάδες (νέοι, γυναίκες) διατηρείται υψηλό, όπως και το μερίδιο του εργατικού δυναμικού που είτε υποεργάζεται σε μερική απασχόληση και επιθυμεί να εργαστεί περισσότερες ώρες είτε είναι διαθέσιμο για εργασία, αλλά δεν αναζητεί εργασία λόγω δυσκολιών.
Επιπλέον, το πρόβλημα της αναντιστοιχίας μεταξύ ζητούμενων και προσφερόμενων θέσεων εργασίας παραμένει σημαντικό, καθώς οι επιχειρήσεις δυσκολεύονται να βρουν κατάλληλους εργαζόμενους, διότι αυτοί είτε δεν έχουν τα απαιτούμενα προσόντα είτε έχουν στραφεί σε άλλους κλάδους με καλύτερες προοπτικές απασχόλησης.
Για να αμβλυνθούν αυτές οι αδυναμίες, απαιτείται αναβάθμιση της τεχνικής εκπαίδευσης, κατάρτιση και επιμόρφωση των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, που θα τους εξοπλίσουν με τις κατάλληλες δεξιότητες και θα ενισχύσουν τις προοπτικές απασχόλησής τους. Σημαντική παραμένει η ενίσχυση του πλέγματος εναρμόνισης της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής για την ένταξη και παραμονή στην αγορά εργασίας του μη οικονομικά ενεργού πληθυσμού, ιδίως των γυναικών.
Θεσμικές παρεμβάσεις για τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών ή επιδότησή τους θα μειώσουν το μη μισθολογικό κόστος, θα αυξήσουν το προσδοκώμενο διαθέσιμο εισόδημα και θα συμβάλουν στην αντιμετώπιση της αδήλωτης ή υποδηλωμένης εργασίας και στην τόνωση της προσφοράς εργασίας.
Η διατήρηση της αύξησης της απασχόλησης και της συμμετοχής στην αγορά εργασίας προϋποθέτουν την ενίσχυση της ζήτησης σε κλάδους και επαγγέλματα με υψηλή προστιθέμενη αξία, την προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων και την τόνωση της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο, αρνητικοί παράγοντες, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία και η περαιτέρω αύξηση του ενεργειακού κόστους, θα επηρεάσουν την εγχώρια οικονομική δραστηριότητα και την απασχόληση.
Η υλοποίηση του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας “Ελλάδα 2.0” θα συμβάλει στην ανάπτυξη, στην αύξηση των επενδύσεων και στη βελτίωση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού και θα βοηθήσει στη διατήρηση και δημιουργία νέων και καλύτερα αμειβόμενων θέσεων εργασίας
Κόστος εργασίας
Το εννεάμηνο του 2022 παραμένει συγκρατημένη η άνοδος των μέσων αμοιβών εργασίας (με ετήσιο ρυθμό 1,2%), παρά τη μεγάλη αύξηση του πληθωρισμού, μειώνοντας έτσι το περιθώριο για μονιμοποίηση των πληθωριστικών πιέσεων. Επίσης, αξιόλογη επιτάχυνση εμφανίζει η επέκταση της μισθωτής απασχόλησης (με ετήσιο ρυθμό 6,2% την ίδια περίοδο).
Ειδικότερα, το πρώτο εξάμηνο η αύξηση των συνολικών αμοιβών εργασίας αντανακλούσε κυρίως τις εξελίξεις στον επιχειρηματικό τομέα (ετήσιος ρυθμός ανόδου 12,3%), ενώ πολύ πιο συγκρατημένος ήταν ο ρυθμός στον τομέα της γενικής κυβέρνησης (0,85%), σύμφωνα με τα στοιχεία των μη χρηματοoικονομικών λογαριασμών.
Στον επιχειρηματικό τομέα, σύμφωνα με τα στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, το δεκάμηνο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2022 υπογράφηκαν 176 νέες επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, που αφορούσαν 141.107 μισθωτούς. Από αυτές, 74 συμβάσεις προβλέπουν αυξήσεις μισθών, ενώ με βάση τις υπόλοιπες οι αποδοχές παραμένουν αμετάβλητες.
Εξάλλου, οι κατώτατοι μισθοί αυξήθηκαν κατά 2% από 1ης Ιανουαρίου και κατά 7,5% από 1ης Μαΐου.
Στον τομέα της γενικής κυβέρνησης, σύμφωνα με τα ταμειακά στοιχεία που ανακοινώνει το Υπουργείο Οικονομικών, η δαπάνη για αμοιβές έμεινε ουσιαστικά αμετάβλητη σε ετήσια βάση το δεκάμηνο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2022.
Για ολόκληρο το 2022, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, η άνοδος της απασχόλησης θα είναι σημαντική και των αμοιβών ανά εργαζόμενο συγκρατημένη, ενώ περιορισμένη αύξηση θα εμφανίσουν τόσο η παραγωγικότητα όσο και το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος.
Το 2023 προβλέπεται ότι η άνοδος της απασχόλησης αλλά και του ΑΕΠ θα επιβραδυνθεί σημαντικά, ενώ αξιόλογη θα είναι η επιτάχυνση της αύξησης των αποδοχών, με αποτέλεσμα στασιμότητα της παραγωγικότητας και αισθητή άνοδο του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος.