Με την φόρα των καλών επιδόσεων του 2023 - οι οποίες οδήγησαν τον νευραλγικό κλάδο της ελληνικής οικονομίας σε νέα ρεκόρ - μπαίνει η νέα χρονιά για τον ελληνικό τουρισμό. Οι προβλέψεις των φορέων του κλάδου είναι ευοίωνες, το ίδιο και οι πρώτες ενδείξεις των προκρατήσεων, οδηγώντας φορείς του τουρισμού να χαρακτηρίζουν πιθανά νέα ιστορικά υψηλά. Παρά την αισιοδοξία βέβαια, οι προκλήσεις όχι μόνο δεν βγαίνουν από την εξίσωση, αλλά εκτιμάται ότι θα αναδιαμορφώσουν τον κλάδο τα επόμενα χρόνια. Γι αυτό, όπως υπογραμμίζουν παράγοντες του κλάδου, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στην όποια χάραξη στρατηγικής για τη συνέχεια.
Η πρώτη εικόνα των προκρατήσεων
Σε επίπεδο προκρατήσεων υπάρχουν ήδη βασικές αγορές που κινούνται ανοδικά και μάλιστα με διψήφια ποσοστά, καθώς και άλλες που έχασαν έδαφος εξαιτίας της πανδημίας και πλέον δείχνουν να ανακτούν την δυναμική τους.
Στην πρώτη περίπτωση περιλαμβάνεται για παράδειγμα η Βρετανική αγορά η αύξηση των κρατήσεων από την οποία προσεγγίζει σύμφωνα με πληροφορίες της αγοράς το 25%. Το ποσοστό θεωρείται άκρως σημαντικό δεδομένου ότι οι τουρίστες του Ηνωμένου Βασιλείου αποτελούν μια από τις δύο βασικές πηγές εισερχόμενου τουρισμού για την Ελλάδα. Σημειωτέον ότι σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία του ταξιδιωτικού ισοζυγίου της ΤτΕ οι επισκέπτες από την βρετανική αγορά το πρώτο δεκάμηνο του 2023 έφτασαν τις 4.491,5 χιλ. ταξιδιώτες εισφέροντας στα έσοδα περί τα 3.326 εκατ. ευρώ. Για το 2024 μάλιστα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (ΕΟΤ), η Ελλάδα αναδεικνύεται πρωταγωνίστρια και στον τουρισμό πολυτελείας για τους Βρετανούς.
Σε αντίθεση με τους Βρετανούς βέβαια, η πρώτη σε αφίξεις και έσοδα αγορά του ελληνικού τουρισμού, η γερμανική, εμφανίζεται για την ώρα διστακτική εξαιτίας κυρίως των πληθωριστικών πιέσεων. Το φαινόμενο όμως, θεωρείται πρόσκαιρο, αφού κάτι αντίστοιχο είχε παρατηρηθεί και πέρυσι τους πρώτους μήνες του έτους χωρίς εντέλει να επιδράσει καταλυτικά στο συνολικό αποτέλεσμα της χρονιάς.
Με την ίδια δυναμική δείχνει να συνεχίζει το 2024 και η αμερικανική αγορά, η οποία αύξησε το αποτύπωμά της στον ελληνικό τουρισμό μετά την πανδημία του κορονοϊού. Σε αυτό συμβάλλουν και οι απευθείας συνδέσεις με την άλλη πλευρά του Ατλαντικού οι οποίες πλέον έχουν καθιερωθεί εμφανίζοντας υψηλές πληρότητες.
Σε τροχιά ανάκαμψης μπαίνει επίσης η σκανδιναβική αγορά, η οποία είχε ρίξει ρυθμούς τα χρόνια της πανδημίας, ενώ θετική είναι η εικόνα και από ολλανδική και πολωνική αγορά. Χαρακτηριστικό είναι για παράδειγμα το γεγονός ότι η TUI Σουηδίας προχώρησε σε αύξηση των προσφερόμενων θέσεων με προορισμό την Κρήτη, τη Ρόδο και τη Κω για το 2024 από αεροδρόμια της Σουηδίας και της Φινλανδίας.
Την ίδια στιγμή μάλιστα επιχειρείται άνοιγμα και σε νέες αγορές της Ανατολής, όπως η Ινδία ενώ εντείνονται οι θεσμικές προσπάθειες ενίσχυσης των διμερών τουριστικών σχέσεων με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία καθώς και με την Κορέα και την Ιαπωνία. Στόχος άλλωστε του υπουργείου Τουρισμού είναι η ενίσχυση της προβολής της χώρας μας στις προαναφερθείσες χώρες ώστε να επιτευθχεί μια αύξηση της τάξης του 15% περίπου από κάθε μια από αυτές το επόμενο έτος, σύμφωνα με το ετήσιο Σχέδιο Δράσης του υπουργείου που δημοσιοποιήθηκε πρόσφατα.
Ποντάρουν Ελλάδα αεροπορικές και tour operators
Αντιστοίχως ευνοϊκά φαίνονται και τα στοιχεία από τις αεροπορικές εταιρείες και τους tour operators. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Airdata Tracker του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), η κατανομή των αεροπορικών θέσεων το α’ τρίμηνο του έτους κινείται ανοδικά. Τον Ιανουάριο σημειώνεται άνοδος 13,9% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, τον Φεβρουάριο η αύξηση διαμορφώνεται στο συν 18,4% και τον Μάρτιο το ποσοστό ανόδου φτάνει το 12,8%.
Σε αυτό το πλαίσιο η η ισπανική low cost Volotea θα προσφέρει επιπλέον 835.000 θέσεις, αριθμός που αντιστοιχεί σε αύξηση 23% σε σχέση με το 2023 για το 2024 για τον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος», συνδέοντας την Αθήνα με πέντε ευρωπαϊκές χώρες. Συνολικά, για το 2024, η εταιρεία θα προσφέρει 13% περισσότερες θέσεις για τη χώρα μας (πάνω από 1,6 εκατ. θέσεις) σε σύγκριση με το 2023. Αντίστοιχα η Delta Airlines, αναμένεται να ξεκινήσει νωρίτερα το 2024 την εποχική αεροπορική σύνδεση Βοστώνη – Αθήνα ενώ ενισχυμένο θα είναι και το πρόγραμμα της Etihad Airways. Η εταιρεία ανακοίνωσε νέα απευθείας σύνδεση Αμπου Ντάμπι - Σαντορίνη για το καλοκαίρι του 2024, αποφάσισε να διατηρήσει το δρομολόγιο προς τη Μύκονο αλλά και διευρύνει τη συχνότητα των πτήσεων προς την Αθήνα.
«Τα μηνύματα που λαμβάνουμε μέχρι στιγμής για το 2024, χωρίς να μπορούμε να αξιολογήσουμε την επίδραση του πολέμου Ισραήλ, το capacity (διαθέσιμες αεροπορικές θέσεις) των αεροπορικών εταιρειών θα διαμορφωθεί στο ίδιο επίπεδο με το 2023» είχε αναφέρει σχετικά πρόσφατα ο Γιώργος Βήλος, γενικός διευθυντής ανάπτυξης της Fraport Greece, χαρακτηρίζοντας θετικές τις πρώτες ενδείξεις από τα 14 ελληνικά περιφερειακά αεροδρόμια. Αν και μπορεί να υπάρξουν μικρές διαφοροποιήσεις μεταξύ των προορισμών, όπως είχε επισημάνει, το μήνυμα από τις αεροπορικές είναι ότι επιθυμούν να βάλουν τον ίδιο αριθμό αεροπορικών θέσεων σε σχέση με φέτος.
Στο ίδιο μήκος κύματος και οι tour operators δείχνουν να διατηρούν, αν όχι πολλαπλασιάζουν, τα πακέτα για τη χώρα μας. Περισσότερες πτήσεις και πακέτα διακοπών για Ελλάδα σχεδιάζει για παράδειγμα να προσφέρει το 2024 η βρετανική Jet2.com και Jet2holidays. Η αύξηση φτάνει τις 70.000 και εστιάζεται χρονικά μεταξύ Σεπτεμβρίου και Νοεμβρίου σε προορισμούς όπως η Κρήτη, η Ρόδος, η Χαλκιδική, η Ζάκυνθος, η Κέρκυρα και η Κως.
Παραμένουν οι προκλήσεις
Παρότι βέβαια οι κρατήσεις φαίνεται να κινούνται προς ώρας στα φετινά επίπεδα ρεκόρ οι προκλήσεις είναι εμφανείς και είναι τόσο διεθνείς όσο και εγχώριες.
Σε διεθνές επίπεδο σχετίζονται αφενός με το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον της Ευρώπης, το οποίο όπως αναφέρθηκε κάνει, προς ώρας, διστακτικούς τους Γερμανούς ταξιδιώτες κι αφετέρου με τις γεωπολιτικές εξελίξεις, που ήδη είναι εντονότερες, μετά και τον πόλεμο στο Ισραήλ. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ειδικά στην πρώτη περίπτωση, από την Ευρώπη προέρχονται οι περισσότεροι βασικοί αιμοδότες του ελληνικού τουρισμού.
Στις εγχώριες προκλήσεις δε περιλαμβάνονται σύμφωνα με παράγοντες του κλάδου, η έλλειψη εργαζομένων, η επιβολή του τέλους ανθεκτικότητας, η βελτίωση της συνδεσιμότητας κάποιων προορισμών καθώς και η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και η βιώσιμη στροφή του κλάδου, η οποία κρίνεται απαραίτητη για την επόμενη ημέρα.
Πολλές από τις προαναφερθείσες προκλήσεις, οι οποίες αποτελούν και τους στρατηγικούς πυλώνες του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) όχι μόνο για το 2024, αλλά για τα επόμενα χρόνια, ανέδειξε πρόσφατα από το βήμα του ετήσιου συνεδρίου το Συνδέσμου ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, Γιάννης Παράσχης, τονίζοντας ότι οι λύσεις για τα θέματα αυτά είναι απαραίτητο να εντάσσονται σε ολοκληρωμένη προσέγγιση ανάπτυξης του ελληνικού τουρισμού. Πέρα από τις επενδύσεις και την ανταγωνιστικότητα, τις υποδομές, τη διαχείριση προορισμών και την αγορά εργασίας υπογράμμισε δε ως προαπαιτούμενο για την επόμενη ημέρα και για την διατήρηση του ισχυρού brand name της χώρας μας και τη διαμόρφωση ενός βιώσιμου και περιβαλλοντικά υπεύθυνου τουριστικού επιχειρείν.