Τη «bearish» οπτική της για τις ευρωπαϊκές μετοχές διατηρεί η Bank of America ενόψει του νέου έτους, αναμένοντας μάλιστα ένα sell off της τάξεως του 15% και άνω κατά το δεύτερο τρίμηνο.
Ο αμερικανικός οίκος στέκεται και απαντά κυρίως σε τέσσερα ερωτήμα που υποδεικνύουν μια άκρως αρνητική θέση και δυναμική για τις ευρωπαϊκές αγορές.
- Ποιος ήταν ο «καταλύτης» που πυροδότησε το «ράλι» στις αγορές; Η αύξηση της παραγωγής των ΗΠΑ ανέκαμψε από το 0% τον Σεπτέμβριο σε επίπεδα άνω του 4% τον Νοέμβριο, σύμφωνα με το «GDPNow tracker» της Atlanta Fed (υποχώρησε πρόσφατα στο 3% - η υποκείμενη αύξηση της ζήτησης, όπως μετράται από τους δείκτες νέων παραγγελιών PMI / ISM, κινείται σε επίπεδα που συνάδουν με υποχώρηση της τάξεως του 4%), καθώς η χαλάρωση των περιορισμών στο σκέλος της προσφοράς επέτρεψε στις εταιρείες να διεκπεραιώσουν τον καθυστερημένο όγκο παραγγελιών τους. Ωστόσο, η υποκείμενη ζήτηση επιδεινώνεται καθώς οι πιστωτικές συνθήκες γίνονται πιο αυστηρές ως απάντηση στην αυστηρότερη νομισματική πολιτική, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι επενδυτές θα πρέπει να προετοιμαστούν για μια απότομη επιβράδυνση της αναπτυξιακής δυναμικής καθώς υποχωρεί το προσωρινό υψηλό «buffer» από την υλοποίηση των ανεκτέλεστων παραγγελιών.
- Εάν η Fed σταματήσει τις αυξήσεις των επιτοκίων κατά το πρώτο τρίμηνο, αυτό δεν θα επιφέρει μια τόνωση στις αγορές; Η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στις ΗΠΑ συνεπάγεται πως η Fed πιθανότατα θα σταματήσει τον κύκλο των αυξήσεων στα επιτόκια κατά το πρώτο τρίμηνο, γεγονός που θα οδηγήσει σε μια συνεχή πτώση της πραγματικής απόδοσης του δεκαετούς αμερικανικού τίτλου, ήτοι του προεξοφλητικού επιτοκίου για τις παγκόσμιες αγορές μετοχών. Ωστόσο, χρειάζονται συνήθως δέκα μήνες για να περάσει και να μετατραπεί το σκέλος της αυστηροποίησης της Fed σε μια ασθενέστερη ανάπτυξη. Έτσι, ακόμη κι αν η Fed σταματήσει σύντομα τις αυξήσεις στα επιτόκια και τα προεξοφλητικά επιτόκια συνεχίσουν να υποχωρούν, η Bank of America εκτιμά ότι αυτό πιθανότατα θα αντισταθμιστεί από μια απότομη απώλεια της αναπτυξιακής δυναμικής, που θα επιφέρει μια βίαιη πτωτική κίνηση που ενδέχεται να ξεπεράσει το 15% για τον Stoxx 600 κατά το δεύτερο τρίμηνο.
- Θα μπορούσε η όποια αποκλιμάκωση της ενεργειακής κρίσης να οδηγήσει σε μια ανάκαμψη της ανάπτυξης της Ευρωζώνης; Ενώ οι αντιξοότητες και οι ισχυρές πιέσεις από την ενεργειακή κρίση έχουν μερικώς αποκλιμακωθεί, οι πιστωτικές συνθήκες στην Ευρωζώνη «σφίγγουν» απότομα ως απάντηση στην αυστηρότερη νομισματική πολιτική, όπως συμβαίνει και στις ΗΠΑ, κάτι που συνεπάγεται μια περαιτέρω εξασθένηση της ανάπτυξης στο μέλλον, σε μια περίοδο που, μετά το πρόσφατο «ράλι», οι αγορές έχουν τιμολογήσει μια επιτάχυνση της ανάπτυξης.
- Θα μπορούσε το re-opening της Κίνας να αντισταθμίσει την επιβράδυνση στις ΗΠΑ και την Ευρωζώνη; Η Κίνα καταργεί τάχιστα τα περιοριστικά μέτρα και τις πολιτικές μηδενικών κρουσμάτων κορονοϊού στο πλαίσιο των υψηλών επιπέδων νέων μολύνσεων, των χαμηλών επιπέδων φυσικής ανοσίας στον πληθυσμό και των χαμηλών ποσοστών εμβολιασμού στους ηλικιωμένους. Κατά συνέπεια, οι οικονομολόγοι της BofA αναμένουν μια απότομη επιδείνωση της δυναμικής ανάπτυξης της Κίνας βραχυπρόθεσμα, καθώς η χώρα αντιμετωπίζει το κύμα μολύνσεων που προκύπτει, με ένα επιτυχές re-opening πιθανότατα να υλοποιείται και να διαρκεί μόνο μέχρι το δεύτερο τρίμηνο του επόμενου έτους.
Κατά συνέπεια η BofA προτείνει μια «αμυντική» τοποθέτηση, καθώς οι αγορές θα πρέπει να αφομοιώσουν την επερχόμενη επιβράδυνση. Υπό αυτό το πρίσμα θέτει «overweight» σύσταση για τις μετοχές του κλάδου τροφίμων και ποτών αλλά και για τον κλάδο της φαρμακοβιομηχανίας και «underweight» για τον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας και των τραπεζών.
Όπως επισημαίνει, η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και η αποδυνάμωση της ανάπτυξης θα επιτρέψουν τη μείωση των αποδόσεων των ομολόγων, κάτι που βοηθά το σκέλος των «growth» μετοχών έναντι των «value», των ποιοτικών μετοχών και του «αμυντικού» προσανατολισμού του κλάδου της τεχνολογίας (όπως το software). «Η ώρα να στραφούμε και να δώσουμε μια πιο «κυκλική» έμφαση θα έρθει όταν ο μακροοικονομικός κύκλος φτάσει στο κατώτατο σημείο του, κάτι που αναμένουμε να συμβεί κατά το δεύτερο τρίμηνο του επόμενου έτους» σημειώνουν οι αναλυτές στρατηγικής της BofA.