Ζούμε σε μία Ευρώπη που ταλανίζεται, με τις δύο πιο μεγάλες οικονομικές δυνάμεις να παλεύουν και με τις εσωτερικές τους πολιτικές αναταράξεις αλλά και με το φάσμα της ύφεσης (Γερμανία) ή της δημοσιονομικής εκτροπής (Γαλλία). Η ΕΕ ως οργανισμός, δίνει και αυτή τη δική της μάχη, θα ανασχηματίζεται τους επόμενους μήνες και έτσι θα παραμένει άγνωστος «Χ» αν θα υπάρξει μία κοινή δύναμη πυρός (δηλαδή επαρκής νέος κοινός δανεισμός), ενώ μένει να φανεί η διαχείριση της πρώτης «καυτής πατάτας», των νέων πολυετών προϋπολογισμών που αυτές τις ημέρες διαπραγματεύονται οι Βρυξέλλες με τα κράτη, και με την Ελλάδα.
Η Ελλάδα, όπως δείχνουν οι αριθμοί, τα πάει καλά (δεδομένων των καταστάσεων στο εξωτερικό). Έχει τη δική της οικονομική και αναπτυξιακή δυναμική. Έχει και τη δύναμη πυρός του Ταμείου Ανάκαμψης και έτσι θα πορεύεται μεσοπρόθεσμα με ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ άνω του 2%. Σχεδιάζει και υλοποιεί επιπλέον, πολυεπίπεδες κινήσεις για να θωρακισθεί από πιθανές νέες κρίσεις, εξομαλύνοντας το προφίλ του χρέους της.
Αλλά, οι πιέσεις από την κατάσταση στην ΕΕ φαίνονται ήδη και στα εγχώρια «στοιχεία», είτε αυτά είναι η πτώση στην κατανάλωση των τουριστών, είτε οι αναταράξεις στην πορεία των εξαγωγών, είτε η διόρθωση στο οικονομικό κλίμα τον Αύγουστο (που παρέμεινε πάντως σε πολύ πιο υψηλά επίπεδα από την ΕΕ). Με τους καταναλωτές να δηλώνουν (όλο και πιο έντονα), την πίεση στην «τσέπη» τους παρά την ονομαστική άνοδο των εισοδημάτων.
Μία που μιλάμε με δείκτες, που δείχνουν μία σταθερή πορεία βελτίωσης, ας δούμε και που είμαστε ως χώρα, πόσο δρόμο έχουμε ακόμη μπροστά. Η Επιτροπή στην ετήσια έκθεση Employment and Social Developments in Europe 2024 περιγράφοντας την μεγάλη πρόοδο σε πολλούς κοινωνικούς δείκτες στην Ελλάδα, αναφέρει και το εξής: πως «στην Ελλάδα, το πραγματικό μέσο διαθέσιμο εισόδημα παραμένει πολύ χαμηλότερο από τα επίπεδα που είχε πριν από την οικονομική κρίση». Στον πίνακα που παραθέτει δείχνει πως το εισόδημα είναι το χαμηλότερο στην ΕΕ και δέχθηκε νέες πιέσεις το 2023.
Για το ίδιο θέμα η ΤτΕ στην περιοδική έκδοση Note on the Greek economy, αναφέρει πως και το 2024 ενώ το ονομαστικό εισόδημα αυξήθηκε κατά 1,1% το πρώτο τρίμηνο κυρίως λόγω των αυξήσεων μισθών και εισοδημάτων, αλλά το πραγματικό εισόδημα μειώθηκε κατά 2,2% «καθρεφτίζοντας την επίπτωση του αυξημένου πληθωρισμού». Ενδιαφέρον έχει πως διαχρονικά, και πάλι σύμφωνα με την ΤτΕ, μόνο από τις τιμές στην αγορά κατοικίας η πίεση στο εισόδημα είναι έντονη: οι τιμές ακινήτων αυξήθηκαν κατά 69,3% από το 2017 (παραμένοντας και σήμερα σε επίπεδα 2,5% πιο χαμηλά από τα υψηλά της «φούσκας» του 2008) και μόνο φέτος η άνοδος ήταν 9,2% (2ο τρίμηνο).
Τα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης και έναντι της ακρίβειας στο «καλάθι» του νοικοκυριού ή στην στέγη, έχουν ανακοινωθεί, αλλά και είναι σαφές πως έχουν ξεκάθαρους περιορισμούς. Κάθε κίνηση πλέον πρέπει να είναι πλήρως συμμορφωμένη με τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες. Το νέο Πρόγραμμα «Σπίτι μου» που χρηματοδοτείται από την ΕΕ (με δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης κατά το ήμισυ μετά από σχετική έγκριση) είναι μία ένδειξη για πόσο μετρημένα πρέπει να είναι όλα πλέον, αλλά και για το πόσο σημαντικά είναι τα κονδύλια της ΕΕ, και πόσο κρίσιμο είναι να αξιοποιηθεί κάθε ευκαιρία και δυνατότητα.
Με άλλα λόγια, σε μία οικονομία και κοινωνία που ακόμη παλεύει όχι μόνο να επιστρέψει στα επίπεδα ευημερίας που είχε πριν τα δεινά που μεσολάβησαν, αλλά και να προχωρήσει πιο πέρα συγκλίνοντας με την ΕΕ σε πραγματικούς όρους, οι δυσκολίες είναι μεγάλες. Επίσης, οι δυσκολίες είναι «μπροστά» γιατί διεθνώς ο ορίζοντας κάθε άλλο παρά ξεκάθαρος είναι. Είναι λοιπόν σημαντικό να γίνει «εντός» το καλύτερο δυνατό και με τα κονδύλια που τώρα ως χώρα μπορούμε να έχουμε, αλλά και με τις δομικές κινήσεις που μπορούν να δρομολογηθούν. Αλλά και με τη στάση και τις επιλογές όλων, και του κράτους και του πολιτικού κόσμου αλλά και του ιδιωτικού τομέα. Ώστε τα οφέλη από όλα όσα γίνονται, από την πρόοδο που υπάρχει να μην εξαερωθούν ως πρόσκαιρά κέρδη και (επιπλέον) να διαχυθούν σε όλους, κερδίζοντας τον αγώνα δρόμου προς την ευημερία.