Δεν είναι πως δεν το περιμέναμε, αλλά είναι καλό που επιβεβαιώθηκε τόσο πανηγυρικά. Ο λόγος για τις επιδόσεις στα δημοσιονομικά της χώρας. Τα πρωτογενή πλεονάσματα επισφραγίσθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα από τις Βρυξέλλες, όπως και η μεγάλη ταχύτητα απομείωσης του χρέους (ως αναλογία του ΑΕΠ). Επιτυγχάνει έτσι και με το παραπάνω η χώρα μας όσα ορίζουν οι νέοι – δύσκολοι - δημοσιονομικοί κανόνες σε μία Ευρώπη που παλεύει με τα ελλείμματα, με σχεδόν ένα στα τρία κράτη να μην έχει καν καταθέσει στις Βρυξέλλες προϋπολογισμό για το 2025 (συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας).
Να πούμε επίσης πως οι εν λόγω Φθινοπωρινές Προβλέψεις της προηγούμενης εβδομάδας, αλλά και το «πακέτο» συστάσεων της Κομισιόν που θα ακολουθήσει στις 26/11 (με τον ελληνικό προϋπολογισμό να έχει φτάσει εν τω μεταξύ στη Βουλή) αποδεικνύουν και πάλι πως λόγω του υψηλού χρέους τα περιθώρια για παροχές και για φοροελαφρύνσεις είναι πολύ στενά. Είναι στενά ακριβώς γιατί η χώρα είναι σε συνεχή έλεγχο και θα πρέπει να δείχνει συνεχώς «καλό πρόσωπο» προς τους θεσμούς και προς τις αγορές.
Ωστόσο, δεν θα πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι αυτά τα πλεονάσματα έγιναν με την «πλάτη» που έβαλαν (και συνεχίζουν να βάζουν) πολίτες και επιχειρήσεις. Πρέπει λοιπόν να μειωθούν αυτά τα βάρη και για να συμβεί αυτό θα πρέπει να υπάρξει και άλλος «χώρος». Επιπλέον «χώρος» μπορεί να υπάρξει όμως μόνο αν μειωθεί η φοροδιαφυγή και η σπατάλη, αλλά και μόνο αν αυξηθεί και άλλο η αναπτυξιακή δυναμική. Γιατί προφανώς πρέπει να αναγνωρίζουμε πως η Ελλάδα πέτυχε φέτος υπερδιπλάσιο ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ σε σχέση με τον μέσο όρο η ΕΕ, αλλά τα στοιχεία δείχνουν πως τούτο δεν αρκεί μακροπρόθεσμα.
Η έκθεση της Επιτροπής ανέδειξε και τουλάχιστον τρία μέτωπα: το μεγάλο «άνοιγμα» στο εξωτερικό ισοζύγιο που μάλιστα αναμένεται να ενισχυθεί το 2025 (έλλειμμα 7,5% του ΑΕΠ στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών), το «φρένο» στη μείωση της ανεργίας σε επίπεδα άνω του 9% του εργατικού δυναμικού την προσεχή 2ετία, αλλά και έναν πληθωρισμό που και φέτος θα αυξάνεται με ταχύτερο ρυθμό από αυτόν της ΕΕ (3% το εναρμονισμένος και 3,4% ο δομικός) και προς το 2026 θα σταθεροποιηθεί σε ρυθμό ανόδου περί το 2% (αν δεν υπάρξει άλλη κρίση τιμών). Με άλλα λόγια θα πρέπει να ενισχυθεί η παραγωγικότητα και οι εξαγωγές, θα πρέπει να δημιουργηθούν πιο πολλές (και πιο καλά αμειβόμενες) θέσεις εργασίας, αλλά και θα πρέπει να περιορισθεί η φθορά της ακρίβειας και τα φαινόμενα αισχροκέρδειας που σήμερα ροκανίζουν τα οφέλη που δημιουργούνται.
Τα παραπάνω «ανοίγματα» στην πραγματική οικονομία απαιτούν εντατική και συνεκτική προσπάθεια για να κλείσουν, γιατί συνδέονται με πληγές που μένουν ανοικτές δεκαετίες. Απαιτούν την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που δεν έχουν κάνει πλήρως τον κύκλο τους και την επιτάχυνση σε έργα και παρεμβάσεις που έχουν δρομολογηθεί (και μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης) και ίσως χαμηλώνουν «ρυθμούς». Απαιτούν επίσης ειλικρινή απολογισμό σε πολιτικές που δεν έχουν αποδώσει τα αναμενόμενα και αλλαγή πλεύσης όπου χρειάζεται. Και βεβαίως απαιτούν στήριξη και συναίνεση σε πολιτικό επίπεδο, αλλά και την αποδοχή και την σύμπλευση της αγοράς και της κοινωνίας.
Είναι λοιπόν σημαντικό που η Ελλάδα δεν παλεύει αυτήν την περίοδο με «δίδυμα ελλείμματα». Είναι σημαντικό που στα δημοσιονομικά πάει καλά, αλλά δεν έχει εκλείψει το έλλειμμα στο εξωτερικό πεδίο κάτι που δείχνει πως πραγματική οικονομία δεν έχει βγει ακόμη πλήρως στο «ξέφωτο». Για τον λόγο αυτόν είναι πολύ μεγάλη η ευθύνη όλων όσων πρέπει να διαφυλάξουν όσα έχουν επιτευχθεί αλλά και να δρομολογήσουν όσα μπορούν να γίνουν.