Είναι πάντα επικίνδυνο να γίνονται προβλέψεις για την έκβαση του πολέμου, με βάση την τρέχουσα κατάσταση και τις συνθήκες στο πεδίο της μάχης (για την ώρα κακές για τη Ρωσία και με τάση επιδείνωσης). Ωστόσο, ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: Ο Πούτιν έχει πλέον οριοθετήσει τον πόλεμο ως τον αγώνα μιας Ρωσίας που βρίσκεται στο λυκόφως, ενάντια στη Δύση.
Όπως αναφέρει σε ανάλυση του το think tank του Center for European Policy Analysis, από την προσάρτηση από τον Πούτιν των κατεχόμενων ουκρανικών εδαφών τον Σεπτέμβριο, τα διακυβεύματα έχουν αυξηθεί σημαντικά. Αυτό που κάποτε ήταν μια «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» έχει γίνει - κατά την εκδοχή του Πούτιν - μια σύγκρουση πολιτισμών.
Στην ομιλία του στις 29 Σεπτεμβρίου, όπου ανήγγειλε την ίδρυση τεσσάρων νέων δημοκρατιών της Ρωσικής Ομοσπονδίας που προσαρτήθηκαν από την Ουκρανία, ο Πούτιν όρισε το στοίχημά του με ξεκάθαρους όρους και άνοιξε το δρόμο για περαιτέρω βήματα, ενώ παράλληλα απείλησε να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Ρώσου ηγέτη, δεν πολεμά πλέον την Ουκρανία. Πολεμά μια «αποικιακή» Δύση που επιδιώκει να γονατίσει τον χιλιόχρονο ρωσικό πολιτισμό. Η ομιλία του παρείχε την καλύτερη περίληψη μέχρι σήμερα, για το πώς βλέπει τον ανταγωνισμό της Ρωσίας με τη Δύση.
Στα μάτια του Πούτιν, ο πόλεμος του σηματοδοτεί την αποθέωση της ρωσικής ιστορίας, φθάνοντας πίσω από τον «Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο», τον στρατηγό Σουβόροφ του 18ου αιώνα, μέχρι τη Μεγάλη Αικατερίνη και όχι μόνο. Όπως το έθεσε, είναι ένας πόλεμος για το δικαίωμα να μιλάς τη ρωσική γλώσσα, να υπερασπίζεσαι την πίστη και τον πολιτισμό της Ρωσίας και να προστατεύεις την κληρονομιά γενεών Ρώσων προγόνων. Από την άποψη της καθαρής μεγαλοστομίας, ξεπέρασε πολύ τη γλώσσα της ευρωπαϊκής στρατηγικής συζήτησης μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν ακραία, υπαρξιακή και έδειξε πολύ καθαρά ότι ο Πούτιν δεν βλέπει κανένα τρόπο να κάνει πίσω και να σώσει τα προσχήματα. Ήταν, εν ολίγοις, μια ρωσική κήρυξη ολοκληρωτικού πολέμου κατά της Ουκρανίας και άλλων εχθρών, που δεν ήταν ακόμη παρόντες στο πεδίο της μάχης.
Η ομιλία προκάλεσε για άλλη μια φορά τη νοσταλγία του Πούτιν για τη Σοβιετική Ένωση, γεμάτη από αναφορές στην «απώλεια ενός σπουδαίου κράτους», το οποίο θεώρησε τραυματισμό ενός «μεγάλου έθνους». Υποστήριξε για άλλη μια φορά ότι η Δύση ήταν ο αποικιακός κυρίαρχος της Ουκρανίας και ότι δεν θα μπορούσαν να γίνουν διαπραγματεύσεις για το καθεστώς των τεσσάρων πρόσφατα προσαρτημένων περιοχών. Κατά την κοσμοθεωρία του Πούτιν, η Δύση προσπάθησε να επιβάλει την βούληση της στη Ρωσία. Όπως το βλέπει, η Δύση απλά δεν μπορεί να χωνέψει την ύπαρξη μιας τόσο «μεγάλης, πλούσιας χώρας όπως η Ρωσία». Ως εκ τούτου, προσπαθεί να υποτάξει, να αποικίσει και να κάνει υποτελή τη Ρωσία. Αλλά ο Πούτιν δεν θα επιτρέψει ποτέ η πατρίδα του (την αποκάλεσε «κράτος- πολιτισμό») να γίνει άλλο ένα προτεκτοράτο της «προδοτικής Δύσης».
Σημαντικό επίσης, είναι το γεγονός ότι έριξε το βλέμμα του στους Ρώσους που ζουν πέρα από τα σύνορα της Ρωσικής Ομοσπονδίας. «Δεν υπάρχει τίποτα πιο ισχυρό από την αποφασιστικότητα εκατομμυρίων ανθρώπων που, λόγω της κουλτούρας, της θρησκείας, των παραδόσεων και της γλώσσας τους, θεωρούν τους εαυτούς τους μέρος της Ρωσίας, της οποίας οι πρόγονοι έζησαν σε μια μόνο χώρα για αιώνες», είπε. «Δεν υπάρχει τίποτα πιο ισχυρό από την αποφασιστικότητά τους να επιστρέψουν στην πραγματική τους ιστορική πατρίδα», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Το απόσπασμα της ομιλίας του, σίγουρα θα έχει ανατριχιάσει τους ηγέτες οποιασδήποτε χώρας με ρωσόφωνη μειονότητα – των κρατών της Βαλτικής, της Μολδαβίας, της Γεωργίας, του Καζακστάν και άλλων. Ομοίως, απορρίπτει τη διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες και το απαραβίαστο των διεθνών συνόρων.
Τρία κομβικά σημεία
Αν και δαιδαλώδης, όσο και ανιστόρητη, πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη την ομιλία του Πούτιν και να σκεφτούμε πολύ και καλά πώς να απαντήσουμε. Εδώ είναι τρία βασικά σημεία:
Πρώτον, το γεγονός ότι η Ρωσία βλέπει τον εαυτό της σε πόλεμο με τη Δύση, όχι μόνο με την Ουκρανία, θα πρέπει να χρησιμεύσει ως αφετηρία οποιασδήποτε συζήτησης για στρατιωτική και οικονομική βοήθεια προς το Κίεβο. Αυτή η συνειδητοποίηση πρέπει να στηρίζει κάθε πολιτική απόφαση που λαμβάνεται σε όλες τις πρωτεύουσες της Ευρώπης σε σχέση με αυτή τη σύγκρουση.
Δεύτερον, η Ευρώπη πρέπει να επικεντρωθεί πιο σοβαρά στην παραγωγή όπλων και πυρομαχικών. Πρέπει να αντιστρέψει τη ζημιά που έχει προκαλέσει ο αφοπλισμός των τελευταίων τριών δεκαετιών στην ικανότητα της ηπείρου να αποτρέψει την επιθετικότητα και, αν συμβεί αυτό, να την νικήσει.
Τρίτον, χρειάζεται μια επείγουσα συζήτηση για το τι προμηνύει αυτή η κλιμάκωση της ρητορικής για το μέλλον, όχι μόνο όταν πρόκειται για αυτόν τον πόλεμο, αλλά για τη μεγαλύτερη μάχη ενάντια στους δύο κύριους αντιπάλους της Δύσης, τη Ρωσία και την Κίνα. Για να το θέσουμε διαφορετικά, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα δυαδικό σύστημα: Ο πρόεδρος της Κίνας Σι είτε αποδέχεται τη φόρμουλα σύγκρουσης πολιτισμών του Πούτιν και εντείνει την υποστήριξή του στη Ρωσία -οπότε αυτός ο πόλεμος θα κλιμακωθεί γρήγορα και σε άλλα σημεία του πλανήτη- είτε η σινο-ρωσική συμμαχία των δύο τελευταίων δεκαετιών θα αρχίσει να εξασθενεί. Μέχρι στιγμής, το Πεκίνο, ως μεγαλύτερος εταίρος της Μόσχας, φαίνεται να διστάζει να διακινδυνεύσει πόλεμο με τη Δύση, τουλάχιστον ακόμα. Με άλλα λόγια, η άμεση εμπλοκή της Κίνας στη σύγκρουση πιθανότατα θα παραμείνει χαμηλή προς το παρόν, αν και αυτό δεν σημαίνει ότι η Κίνα θα πάψει να υποστηρίζει τη Ρωσία.
Υπαρξιακός πόλεμος
Η πλαισίωση της σύγκρουσης από τον Πούτιν ως αντιπαράθεση με τη Δύση, έχει σκοπό να την φοβίσει για να περιορίσει την υποστήριξη προς την Ουκρανία. Είναι μια προσπάθεια εκφοβισμού της Δύσης και διάρρηξης της ενότητάς της. Για να επικρατήσουμε ως Δύση πρέπει να συναντήσουμε τον αντίπαλο στο ιδεολογικό του πεδίο μάχης, αλλά με τους δικούς μας όρους. Η εστίασή μας θα πρέπει να είναι στο πώς θα επικοινωνήσουμε ότι ακόμα κι αν ο Πούτιν απειλήσει με περαιτέρω κλιμάκωση, οι ενέργειές του δεν θα αποτρέψουν την ήττα του. Για να το θέσουμε διαφορετικά, βρισκόμαστε σε ένα σημείο όπου οι υποθέσεις του Πούτιν ότι η Δύση θα χάσει την αντοχή της, θα κατακερματιστεί και τελικά θα υποχωρήσει, πρέπει να ακυρωθούν.
Υπάρχει μια ακόμη κρίσιμη πτυχή στον επαναπροσδιορισμό του πολέμου στην Ουκρανία από τον Πούτιν: Έχει αναδιατυπώσει τη σύγκρουση με τέτοιο τρόπο που τίποτα λιγότερο από μια ξεκάθαρη νίκη δεν του είναι αρκετό.
Σε έναν πόλεμο για την «ίδια την ύπαρξη του ρωσικού έθνους», δεν μπορεί να υπάρξει συμβιβασμός, μόνο ένας αγώνας μέχρι το τέλος. Η Δύση πρέπει πραγματικά να απορροφήσει αυτή τη ρητορική και να καταλάβει ότι τώρα ο Πούτιν δεν έχει πού να πάει παρά μόνο να απευθυνθεί στο εσωτερικό της χώρας του. Οτιδήποτε λιγότερο από αυτό θα σήμαινε όχι μόνο τον πολιτικό (και πιθανώς φυσικό) χαμό του, αλλά και το ξήλωμα της αφήγησης του περί του μεγάλου ρωσικού λαού, στο όνομα του οποίου ισχυρίζεται ότι ξεκίνησε αυτόν τον πόλεμο.
Για όλους εκείνους που πιστεύουν ότι ο Πούτιν αναζητά μια διέξοδο για να σώσει τα προσχήματα, θα πρέπει να του γίνει σαφές ότι έχει αναδιατυπώσει τον πόλεμο με δυαδικούς όρους: Νίκη ή ήττα- δεν υπάρχει πλέον διαθέσιμη «ισοπαλία», εάν υπήρξε ποτέ.
Το διακύβευμα είναι πλέον υψηλότερο και για τη Δύση, γιατί η νίκη του Πούτιν στην Ουκρανία θα ισοδυναμούσε με «πολιτισμικό θρίαμβο», ενώ η ήττα του θα έθετε σε κίνηση μια διαδικασία που, ελπίζουμε, θα αρχίσει να αποδομεί το αυτοκρατορικό αφήγημα της Ρωσίας και θα μπορούσε να δώσει στην Ευρώπη μια ευκαιρία πραγματικής και διαρκούς ειρήνης.