Περισσότερες από μια στις δυο επιχειρήσεις αναζητούν συνεργασία με τις τράπεζες, για την αντιμετώπιση των ληξιπροθέσμων οφειλών που έχουν, ενώ μόλις το 17%, δηλαδή λιγότερες από δύο στις δέκα, σκοπεύουν να ζητήσουν ρύθμιση των δανείων τους.
Εξ αυτών, το 12% επιθυμεί λύση μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού, ενώ το 55% σε συνεργασία με τις τράπεζες. Παράλληλα απροθυμία να ζητήσουν νέα δάνεια δείχνουν οι επιχειρήσεις εξαιτίας των υψηλών επιτοκίων που επικρατούν στην αγορά.
Αυτό δείχνουν τα αποτελέσματα της τελευταίας έρευνας που πραγματοποίησε το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος, με θέμα τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, το κόστος δανεισμού τους, αλλά και τους λόγους για τους οποίους διστάζουν οι επιχειρήσεις να προχωρήσουν σε νέο δανεισμό.
Βασικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας αποτελεί το ύψος των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων. Το ύψος των ΜΕΑ, αν και μειούμενο, κινήθηκε στο τέλος Ιουνίου 2018 στα 88,6 δισ. ευρώ (47,6% του συνόλου των συνολικών Έρευνα για τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων Ιανουάριος 2019 3 ανοιγμάτων). Μεγάλα ποσοστά ΜΕΑ παρουσιάζονται στα χαρτοφυλάκια ελευθέρων επαγγελματιών και πολύ μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων (δείκτης ΜΕΑ: 68,8% και 62,3% αντίστοιχα), σε αντίθεση με το χαρτοφυλάκιο των μεγάλων επιχειρήσεων (δείκτης ΜΕΑ 28,3%).
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, μία στις δύο επιχειρήσεις έχει ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του δανείου κάτω των 10.000 ευρώ, ενώ σύμφωνα με την επεξεργασία των στοιχείων, το 75% των ερωτηθέντων έχουν χαμηλό δανεισμό μέχρι τις 100.000 ευρώ, ενώ μόλις το 8% δηλώνει ότι έχει δανεισμό άνω τα 500.000 ευρώ. Παράλληλα, μόνο δύο στις δέκα επιχειρήσεις έχουν συνάψει δάνειο με επιτόκια χαμηλότερα του 4%. Η πλειοψηφία (66%) έχουν επιτόκιο μεταξύ 4% έως 10%, ενώ ένα αξιοσημείωτο ποσοστό (13%) έχει διψήφιο ποσοστό επιτοκίου. Τα υψηλά επιτόκια αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα για τη σύναψη νέων δανείων και περίπου έξι στις δέκα εταιρείες (57%) δεν προτίθεται να ζητήσει νέο δάνειο στο άμεσο μέλλον, με αποτέλεσμα τη μη τόνωση της ρευστότητας τους.