«Οι εξελίξεις και οι επιπτώσεις από την εισβολή στην Ουκρανία δεν είναι εύκολο να προβλεφθούν από τώρα. Το οικονομικό κόστος θα είναι υψηλό και οι προοπτικές για την Ευρώπη θα διαγράφονται συνολικά σαφώς δυσμενέστερες από ότι φαίνονταν πριν την εισβολή».
Τα παραπάνω τόνισε για την ενεργειακή κρίση ο πρόεδρος του ΣΒΑΠ κ. Δημήτρης Μαθιός στον υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ. Άδωνι Γεωργιάδη σε συνάντηση στο υπουργείο Ανάπτυξης όπου διατυπώθηκαν απόψεις της βιομηχανία για την κρίση.
Όπως αναφέρεται σε σχετικό δελτίο Τύπου του ΣΒΑΠ, o κ. Μαθιός επεσήμανε και τα εξής:
Σχεδόν βέβαιη είναι και η αναβολή επενδύσεων και η αναστολή σε εξαγωγές.
Το εμπορικό ισοζύγιο αναμένεται συνολικά να δεχθεί πίεση, από τον ενεργειακό τομέα και ευρύτερα.
Το υψηλό χρέος, οι παθογένειες στην οικονομία και ύφεσης από την 10ετή κρίσης, σε συνέχεια και της πανδημίας και δυσχεραίνει την πορείας ανάκαμψης.
Συνεπώς θα υπάρξει πρόσθετη ανάγκη στήριξης μέρους του πληθυσμού αλλά και των επιχειρήσεων.
Μέσα στην απρόσμενη αυτή κατάσταση τις τελευταίες ημέρες διαπιστώνεται η αδικαιολόγητη εκτόξευση των τιμών στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στο επίπεδο των € 360-400/Mwh, με αναφορά στην εκτόξευση των χρηματιστηριακών τιμών του Φ.Α. λόγω της κρίσης στην Ουκρανία, η οποία όμως θα επηρεάσει την ελληνική αγορά τον Απρίλιο.
Η αύξηση των τιμών, διευρύνει περαιτέρω το διαχρονικό πρόβλημα του υψηλού κόστους ηλεκτρικής ενέργειας, από το οποίο επιβαρύνεται η ελληνική βιομηχανία με αρνητικές επιπτώσεις στη διεθνή ανταγωνιστικότητα της.
Στη χώρα μας η τιμή που προμηθεύονται το Φ.Α. όλοι οι προμηθευτές και οι ηλεκτροπαραγωγοί διαμορφώνεται από τις χρηματιστηριακές τιμές του προηγούμενου μήνα (front month), όπως αυτό καθορίζεται στις σχετικές συμβάσεις τους, καθώς στη χώρα μας δεν υπάρχει spot αγορά (hub), αντίθετα με ότι συμβαίνει στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές αγορές,
Η τιμή προμήθειας για τον Μάρτιο είναι € 80//Mwh, βάσει της οποίας το υπολογιζόμενο μεταβλητό κόστος για μια μονάδα φυσικού αερίου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα € 200//Mwh, εάν λάβουμε υπόψη μας και τη σημαντική πτώση των τιμών των δικαιωμάτων CO2 στα € 60//Mwh από το επίπεδο των € 90/MWh που είχε φθάσει τους δύο τελευταίους μήνες.
Επομένως, οι τιμές των € 360//Mwh στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας κρίνονται ως υπερβολικές και αδικαιολόγητα υψηλές, επιφέροντας απροσδόκητα οφέλη αλλά τα οποία πλήττουν την ανταγωνιστικότητα των βιομηχανικών καταναλωτών ενέργειας.
Η επίκληση των τιμών που διαμορφώνονται στις ευρωπαϊκές χονδρεμπορικές αγορές δεν αποτελεί πλήρη αιτιολογία για την άνοδο των τιμών στην ελληνική αγορά.
Στις ευρωπαϊκές χονδρεμπορικές αγορές ηλεκτρισμού διαπραγματεύεται μόνο το 20-30% της κατανάλωσης σε κάθε χώρα, αφετέρου στις εν λόγω αγορές η διαπραγμάτευση του Φ.Α. γίνεται μέσω των spot αγορών και όχι βάσει των τιμών του προηγούμενου μήνα.
Η επιδότηση των € 65 /Μwh, που δίδεται στις βιομηχανίες για τον μήνα Μάρτιο, προφανώς δεν επαρκεί για να καλύψει τις κατά πολύ επαυξημένες τιμές.
Τέλος, σχετικά με τις ΑΠΕ οφείλουμε να σας πούμε ότι για να προχωρήσουν οι εταιρίες σε επενδύσεις φωτοβολταϊκών ή άλλων ΑΠΕ γενικότερα, μεγάλο εμπόδιο αποτελεί η αδυναμία των τραπεζών για δυνατότητα χρηματοδότησης.
Σε μία τέτοια είδους επένδυση ελοχεύουν οι εξής κίνδυνοι: Τεχνολογικός κίνδυνος. Πιστωτικός κίνδυνος.
Για να διασφαλιστούν οι επενδύσεις αυτές και για να εξαλειφθούν οι παραπάνω κίνδυνοι είναι ικανή και αναγκαία συνθήκη η αναπτυξιακή τράπεζα να διαθέσει πρόγραμμα εγγυοδοσίας για επενδύσεις σε φωτοβολταϊκά ή άλλων ΑΠΕ γενικότερα. Πρέπει να υπάρχει η εγγύηση του ελληνικού δημοσίου και της αναπτυξιακής τράπεζας.
Η κυβέρνηση πρέπει να προχωρήσει άμεσα στην λήψη πιο αποτελεσματικών μέτρων στήριξης της βιομηχανίας, στο πλαίσιο που καθορίστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αντιμετώπιση της υπερβολικής αύξησης των τιμών στην χονδρεμπορική αγορά συμπεριλαμβανομένης και της φορολόγησης των υπερκερδών των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας. Οι έξι προτάσεις του πρωθυπουργού ενόψει της συνόδου κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι στην απολύτως σωστή κατεύθυνση.