Μια αγορά «πολλών ταχυτήτων» είναι εκείνη του λιανικού εμπορίου στην Ελλάδα, καθώς εντοπίζονται σημαντικές διαφοροποιήσεις, αλλά και διαφορετικές στρατηγικές μεταξύ των επιχειρήσεων που την απαρτίζουν.
Οι διαφοροποιήσεις αυτές, όπως αποτυπώνονται στην εξαμηνιαία έρευνα του ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ και περιλαμβάνονται στην ετήσια έκθεση ελληνικού εμπορίου για το 2021, οδηγούν σε επιμέρους ομαδοποιήσεις. Πρόκειται για τις «ομάδες επίδοσης», στις οποίες κατανέμονται οι εγχώριες επιχειρήσεις του λιανικού εμπορίου ανάλογα με δύο βασικά κριτήρια: τη μεταβολή του κύκλου εργασιών στο πρώτο εξάμηνο του 2021 σε σχέση με το δεύτερο εξάμηνο του 2020 και την ύπαρξη χρεών στην επιχείρηση.
Οι έξι ομάδες των επιχειρήσεων
Διαμορφώνονται έτσι έξι διακριτές ομάδες, οι οποίες μπορούν να λειτουργήσουν, εν μέρει, και ως ερμηνευτικές παράμετροι των συχνά αντιφατικών αποτελεσμάτων, τα οποία εμφανίζονται στον δημόσιο διάλογο, σχετικά με την πορεία της «αγοράς». Πρόκειται για τις «Δυναμικές», τις «Αναπτυσσόμενες», τις «Ανθεκτικές», τους «Αγωνιστές», τις «Συνεπείς» και τις «Απειλούμενες» επιχειρήσεις.
Στην πρώτη ομάδα, τις «Δυναμικές», κατατάσσονται οι επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν καταγράψει θετικές επιδόσεις και στις δύο μεταβλητές, δηλαδή έχει αυξηθεί ο κύκλος εργασιών τους, συγκριτικά με το προηγούμενο εξάμηνο, και ταυτόχρονα δεν έχουν οφειλές.
Η δεύτερη ομάδα, οι «Αναπτυσσόμενες», περιλαμβάνει τις επιχειρήσεις που έχουν αυξήσει τον κύκλο εργασιών τους, αλλά διατηρούν χρέη. Πρόκειται για επιχειρήσεις που βρίσκονται σε αναπτυξιακή τροχιά, δεδομένου ότι οι πωλήσεις τους καταγράφουν αύξηση και θέτουν τις βάσεις για κερδοφόρα ανάπτυξη.
Στην τρίτη ομάδα, τις «Ανθεκτικές», συμπεριλαμβάνονται οι επιχειρήσεις που δεν σημείωσαν μεταβολή του κύκλου εργασιών τους, σε σχέση με το προηγούμενο εξάμηνο, αλλά δεν επιβαρύνονται με χρέη. Πρόκειται, δηλαδή, για επιχειρήσεις που παρουσιάζουν ανθεκτικότητα, ενώ η μη ύπαρξη χρεών θέτει στέρεες βάσεις για μελλοντική ανάπτυξη.
Η τέταρτη ομάδα ανάλυσης, οι «Αγωνιστές», απαρτίζεται από επιχειρήσεις, στις οποίες παρατηρείται στασιμότητα στον κύκλο εργασιών τους και οι οποίες διατηρούν χρέη. Η ομάδα αυτή περιλαμβάνει επιχειρήσεις που καταβάλλουν προσπάθειες να επιβιώσουν, δημιουργώντας, ωστόσο, (νέα) χρέη.
Οι δύο τελευταίες ομάδες, οι «Συνεπείς» και οι «Απειλούμενες», περιλαμβάνουν επιχειρήσεις που σημειώνουν μείωση του κύκλου εργασιών τους, συγκριτικά με το προηγούμενο εξάμηνο. Η μεταξύ τους ειδοποιός διαφορά συνίσταται στην ύπαρξη χρεών. Συγκεκριμένα, στην πέμπτη ομάδα («Συνεπείς»), κατατάσσονται οι επιχειρήσεις που έχουν αποπληρώσει τα χρέη τους, αλλά βλέπουν τον τζίρο τους να μειώνεται. Αυτές οι επιχειρήσεις, αν και με χαμηλότερο τζίρο, είναι πιθανόν να αποτελέσουν τη δεξαμενή μιας νέας γενιάς «δυναμικών» μονάδων, αφού το γεγονός ότι δεν έχουν χρέη τους δίνει τη δυνατότητα μελλοντικής ανάπτυξης. Πρόκειται, ενδεχομένως, για εκείνες που χαράζουν νέες επιχειρηματικές στρατηγικές.
Τέλος, η έκτη ομάδα, οι «Απειλούμενες», περιλαμβάνει τις επιχειρήσεις που εμφανίζουν χρέη, ενώ, ταυτόχρονα, καταγράφουν μείωση στις πωλήσεις τους. Οι τελευταίες εντάσσονται στο πλέον εύθραυστο τμήμα του λιανικού εμπορίου, το οποίο έχει πληγεί περισσότερο από τις εξελίξεις των τελευταίων ετών και δη τη διπλή κρίση (δεκαετής οικονομική κρίση και υγειονομική κρίση).
Σύμφωνα με το ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ, οι εν λόγω ομάδες δεν αποτελούν αυστηρές αναλυτικές κατηγορίες για την κατανόηση του επιχειρείν. Η χρησιμότητά τους έγκειται στη διαμόρφωση ενός άξονα επιδόσεων, όπου στο ένα άκρο, το πλέον θετικό, εντοπίζονται οι δυναμικές επιχειρήσεις, και στο άλλο άκρο, το πλέον δυσμενές, οι απειλούμενες, με την έρευνα να αποσκοπεί στη συστηματοποίηση του «οικοσυστήματος» της επιχειρηματικότητας, σε μια δεδομένη στιγμή και συγκεκριμένα στο πρώτο εξάμηνο του 2021.
Με σημείο αναφοράς τις εξελίξεις που προκάλεσε η πανδημία και επιτάχυνε η ενεργειακή κρίση, η συζήτηση για τις ομάδες επίδοσης παρουσιάζει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αλλά ευμετάβλητη εικόνα.
Οι οικονομικές επιδόσεις επιχειρήσεων
Το 2021, οι «Απειλούμενες» επιχειρήσεις αποτελούν την ομάδα με το υψηλότερο μερίδιο, το οποίο έχει, όμως, υποχωρήσει σημαντικά, συγκριτικά με το προηγούμενο έτος (23% το 2021 από 35%, το 2020). Ακολουθούν οι «Συνεπείς», συγκεντρώνοντας το 21% των επιχειρήσεων περιορίζοντας, έτσι, σημαντικά το ιδιαίτερα ενισχυμένο ποσοστό, που σημείωσαν το προηγούμενο έτος (43% το 2020). Η αναλογία των «Ανθεκτικών» σχεδόν διπλασιάζεται συγκριτικά με το αντίστοιχο εξάμηνο πέρυσι (20%, το 2021, από το 11%, το 2020). Στους «Αγωνιστές», στις «Αναπτυσσόμενες» και στις «Δυναμικές», τα μερίδια υπερδιπλασιάστηκαν, κάτι που οφείλεται, ωστόσο, στο γεγονός ότι το προηγούμενο έτος είχαν σημειώσει αρκετά περιορισμένες επιδόσεις (κάτω από 5%), λόγω και των δυσμενών επιπτώσεων της πανδημίας στο ευρύτερο επιχειρηματικό περιβάλλον.
Η σταδιακή ανάκαμψη, η οποία παρατηρήθηκε το 2021, μετά τις αρνητικές, για τον εμπορικό κόσμο, εξελίξεις του 2020, αντανακλάται στις ομάδες επίδοσης, όπου αποτυπώνεται μια σχετική κανονικοποίηση, δεδομένου ότι μειώνονται οι «Απειλούμενες» και οι «Συνεπείς» επιχειρήσεις, ενώ αυξάνονται οι «Αγωνιστές» και οι «Ανθεκτικές» επιχειρήσεις. Την ίδια στιγμή, η ουκρανική κρίση εκτιμάται ότι θα προκαλέσει ένα νέο μετασχηματισμό στο χάρτη των ομάδων επίδοσης.
Διάρκεια ζωής, κλάδοι δραστηριοποίησης και πηγές χρηματοδότησης
Σε όλες ανεξαιρέτως τις ομάδες επίδοσης, η πλειονότητα των επιχειρήσεων καταγράφει 11-30 χρόνια έτη λειτουργίας. Οι «Αναπτυσσόμενες» επιχειρήσεις αγγίζουν το εντυπωσιακό ποσοστό του 57,3%, ενώ στις υπόλοιπες ομάδες επίδοσης το ποσοστό κυμαίνεται μεταξύ 40% και 53%.
Είναι αισιόδοξο μάλιστα πως μία στις τέσσερις «Δυναμικές» και «Συνεπείς» επιχειρήσεις ιδρύθηκε εν μέσω του δυσμενούς επιχειρηματικού κλίματος το οποίο είχε δημιουργήσει η οικονομική κρίση, ενώ η αναλογία στις «Ανθεκτικές» επιχειρήσεις είναι ακόμα πιο εντυπωσιακή (μία στις τρεις). Ουσιαστικά, πρόκειται για επιχειρήσεις που διατηρούν στάση αναμονής στο αβέβαιο επιχειρηματικό περιβάλλον. Στην ομάδα των «Απειλούμενων», συγκεντρώνεται το χαμηλότερο ποσοστό νεοσύστατων επιχειρήσεων.
Ο κλάδος των Τροφίμων αποτελεί το σημαντικότερο πεδίο εμπορικής δραστηριότητας των επιχειρήσεων που ανήκουν στην κατηγορία «Αγωνιστές» και «Δυναμικές» (38% και 31% αντιστοίχως), ενώ το 33,9% των «Αναπτυσσόμενων» επιχειρήσεων δραστηριοποιείται στην κατηγορία Ένδυση-Υπόδηση. Σχεδόν την ίδια επίδοση παρουσιάζουν οι «Απειλούμενες» επιχειρήσεις (32,5%). Την ίδια στιγμή, η πλειονότητα των επιχειρήσεων στην υποκατηγορία Παντοπωλεία είναι οι «Ανθεκτικές» (28%), ενώ σημαντική είναι η παρουσία των «Απειλούμενων» επιχειρήσεων (25,8%) στην υποκατηγορία του Οικιακού Εξοπλισμού.
Τα κεφάλαια της επιχείρησης είναι η συχνότερη πηγή χρηματοδότησης σε όλες τις ομάδες επίδοσης, γεγονός που αντανακλά τις προσπάθειες του επιχειρηματικού κόσμου να χρησιμοποιήσει τα ίδια χρηματικά διαθέσιμα για τη στήριξη της επιχείρησης. Ταυτόχρονα, τα μέτρα της κυβέρνησης προς τις επιχειρήσεις, για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, φαίνεται πως ενίσχυσαν τη ρευστότητα τους, με την επιστρεπτέα προκαταβολή να λειτουργεί ευεργετικά, δεδομένου ότι αξιοποιήθηκε σε σημαντικό βαθμό από όλες τις ομάδες επίδοσης σε εύρος που κυμαίνεται από 49% («Ανθεκτικές») έως 76% («Αναπτυσσόμενες»).
Ένα στοιχείο που έχει ενδιαφέρον είναι ότι οι ομάδες των «Αγωνιστών», των «Συνεπών» και των «Απειλούμενων», οι οποίες αποτελούν και το πλέον εύθραυστο κομμάτι της επιχειρηματικότητας, καταγράφουν, συγκριτικά με το σύνολο, τα υψηλότερα ποσοστά χρηματοδότησης από προσωπικά κεφάλαια. Σε ό,τι αφορά τον τραπεζικό δανεισμό συνεχίζει να μην αποτελεί λύση για τη χρηματοδότηση των εμπορικών επιχειρήσεων, καθώς μόλις το 6% του συνόλου των επιχειρήσεων έχει πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση. Σε αυτήν την επιλογή, οι «Αναπτυσσόμενες» επιχειρήσεις σημειώνουν την καλύτερη επίδοση (22%).
Πώς κινήθηκαν οι επιχειρήσεις το 2021 και ο κίνδυνος… διακοπής της λειτουργίας τους
Το 36,8% των «Δυναμικών» επιχειρήσεων αποτιμά θετικά την κατάσταση της επιχείρησης του, κατά το πρώτο εξάμηνο του 2021, ενώ στις «Αναπτυσσόμενες» το αντίστοιχο ποσοστό εμφανίζεται σαφώς μειωμένο σε σχέση με το 2020 (29,3% από 40%). Από την άλλη πλευρά, στο 55,5% των «Απειλούμενων» επιχειρήσεων, καταγράφεται αρνητική εκτίμηση για την εικόνα της επιχείρησής τους, όπως επίσης και για το 28,1% των «Συνεπών Επιχειρήσεων».
Σε όλες τις κατηγορίες επιχειρήσεων πλην των «Απειλούμενων», η επικρατέστερη εκτίμηση είναι η «Ικανοποιητική», λόγω των δύσκολων προηγούμενων ετών, ενώ η δεύτερη επικρατέστερη είναι η «Θετική» στις τρεις κατηγορίες του θετικού άκρου («Δυναμικές», «Αναπτυσσόμενες» και «Ανθεκτικές»).
Σύμφωνα με επιμέρους ευρήματα, η ομάδα επίδοσης με την υψηλότερη πιθανότητα να μην διακόψουν την επιχειρηματική λειτουργία τους είναι οι «Δυναμικές», σημειώνοντας το εντυπωσιακό ποσοστό 90,8%. Πρόκειται για αύξηση σχεδόν 9 ποσοστιαίων μονάδων, σε σχέση με το 2020, γεγονός που καταδεικνύει το κλίμα αισιοδοξίας, το οποίο επικρατεί στη συγκεκριμένη ομάδα επίδοσης. Ωστόσο, στην περίπτωση των «Αναπτυσσόμενων» επιχειρήσεων, παρουσιάζεται σημαντική μείωση 20 ποσοστιαίων μονάδων (60% το 2021, από 80% το 2020), η οποία αποτελεί, αναμφίβολα, ανησυχητική εξέλιξη για το λιανικό εμπόριο. Την ίδια στιγμή, αν και καταγράφουν μείωση του κύκλου εργασιών τους και ύπαρξη χρεών, οι μισές από τις «Απειλούμενες» επιχειρήσεις αποκλείουν την πιθανότητα να διακόψουν τη λειτουργία τους, γεγονός που αποτυπώνει την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων μετά την διπλή κρίση (χρέους και πανδημική).
Στις «Δυναμικές», δηλαδή στις επιχειρήσεις που σημειώνουν αύξηση του κύκλου εργασιών τους χωρίς χρέη, καταγράφεται το υψηλότερο ποσοστό των επιχειρήσεων, οι οποίες πραγματοποιούν κύκλο εργασιών πάνω από 150.000 ευρώ το εξάμηνο (28%). Στην περίπτωση που το κριτήριο του κύκλου εργασιών οριστεί στις 70.000 ευρώ και πλέον, οι «Αναπτυσσόμενες» και οι «Συνεπείς» σημειώνουν την υψηλότερη συμμετοχή (50% και 45% αντιστοίχως), συγκριτικά με τις υπόλοιπες ομάδες. Οι «Δυναμικές» επιχειρήσεις, στην περίπτωση της κατηγορίας με κύκλο εργασιών μέχρι 10.000 ευρώ, καταγράφουν το χαμηλότερο ποσοστό (6%), ενώ αντιθέτως, οι «Απειλούμενες» σημειώνουν την υψηλότερη συμμετοχή (30%) στη χαμηλότερη κλίμακα εξαμηνιαίου κύκλου εργασιών (έως 10.000 ευρώ).
Η γεωγραφική προέλευση των εμπορευμάτων
Οι «Ανθεκτικές» επιχειρήσεις, παρά τη στασιμότητα στον κύκλο εργασιών τους, συνέχισαν το 2021 να εστιάζουν περισσότερο σε ελληνικά προϊόντα, συγκριτικά με τις υπόλοιπες ομάδες επίδοσης (78,7%, το 2021 και 80% το 2020), ενώ στον αντίποδα, η πιθανότητα μιας «Δυναμικής» επιχείρησης να εμπορεύεται ελληνικά προϊόντα είναι μικρότερη απ’ ό,τι στις υπόλοιπες ομάδες επίδοσης (60%). Πρόκειται κυρίως για επιχειρήσεις που στρέφονται προς τις εισαγωγές, μετά την αποκατάσταση των δυσλειτουργιών, οι οποίες είχαν παρατηρηθεί, το προηγούμενο έτος, σε ζητήματα ανταπόκρισης παραγγελιών.
Οι επιχειρήσεις όλων των ομάδων επίδοσης αύξησαν την προμήθεια εμπορευμάτων από τις χώρες της Ε.Ε., ενώ ειδικά οι «Απειλούμενες» και οι «Δυναμικές» επιχειρήσεις καταγράφουν την τάση να επιλέγουν περισσότερο τα εμπορεύματα της ευρωπαϊκής αγοράς, συγκριτικά με τις υπόλοιπες ομάδες (20,1% και 17,3%, αντιστοίχως). Οι «Αναπτυσσόμενες» επιχειρήσεις εμφανίζουν το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό προμήθειας εμπορευμάτων από την ΕΕ και κατέχουν την πρώτη θέση (16,2%) σε εισαγωγές προϊόντων από την Ασία, καθώς πρόκειται για επιχειρήσεις που στηρίζουν το επιχειρησιακό μοντέλο τους σε οικονομικές λύσεις από την Ασία.